Όπως και σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, έτσι και στα Ιωάννινα, στις 17 Νοεμβρίου γίναμε μάρτυρες της παρανοϊκής, κατασταλτικής μανίας της κυβέρνησης, με την οποία επέλεξε να τιμήσει την ημέρα του Πολυτεχνείου, στήνοντας ένα σκηνικό αστυνομοκρατίας στην πόλη, που θύμιζε άλλες εποχές.
Από το πρωί είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται αστυνομικές δυνάμεις στην πλατεία Ηρώων Πολυτεχνείου, στον χώρο της προγραμματισμένης συγκέντρωσης, με σκοπό να καταστήσουν αδύνατη την πρόσβαση. Ήδη από το μεσημέρι -ώρες δηλαδή ακόμα πριν από την συγκέντρωση- άρχισαν κιόλας οι προσαγωγές τόσο στο δρόμο όσο και ακριβώς έξω από τα σπίτια των προσαχθέντων, ανεξάρτητα από τα έγγραφα μετακίνησης που μπορεί να έφεραν ή τα SMSπου μπορεί να είχαν στείλει. Μοναδικό κριτήριο αποτελούσε το κατά πόσο η αστυνομία εκτιμούσε πως πρόκειται για διαδηλωτές. Δεκάδες υπήρξαν οι καταγγελίες για μέλη της ασφάλειας Ιωαννίνων, που βρέθηκαν από πολύ νωρίς έξω από τα σπίτια αγωνιστ(ρι)ών αλλά και σε πολλά σημεία της πόλης, προχωρώντας σε μαζικούς ελέγχους, και σε εξευτελιστικές πρακτικές, αναγκάζοντας μάλιστα πολλούς από όσους δεν προσήγαγαν να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Γύρω στις 5 το απόγευμα, την ώρα της προγραμματισμένης συγκέντρωσης, στις δεκάδες προσαγωγές και συλλήψεις ήρθε να προστεθεί το όργιο βίας από την πλευρά της αστυνομίας, που όμοιο του δεν έχει ξαναδεί η πόλη τα τελευταία χρόνια. Οι συμπλοκές ξεκίνησαν όταν το Εργατικό Κέντρο επιχείρησε να καταθέσει στεφάνι στο μνημείο και δυνάμεις των ΜΑΤ τους επιτέθηκαν. Σύμφωνα με καταγγελίες, ένας από τους αστυνομικούς που έλαβε μέρος στα γεγονότα αυτοπροσδιοριζόμενος ως χρυσαυγίτης προέβη σε απαράδεκτη συμπεριφορά κατά των συλληφθέντων. Η λυσσαλέα βία όμως, έφτασε στο απόγειο της, όταν μία μικρή ομάδα φοιτητ(ρι)ών προσπάθησε με ένα πανό, να προσεγγίσει τον χώρο. Τη στιγμή εκείνη, και χωρίς να υπάρξει καμία πρόκληση από την πλευρά του φοιτητικού μπλοκ, μηχανές της αστυνομίας έπεσαν με φόρα πάνω τους, και ακολούθησε μία σφοδρή επίθεση που σύμφωνα με τον Σύλλογο Εστιακών Φοιτητών κατέληξε να τραυματίσει 6 άτομα τα οποία και μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο. Τρία από τα έξι άτομα έφεραν σοβαρά τραύματα στο κεφάλι και στα πλευρά. Απέναντι στην αστυνομία και την δολοφονική της επίθεση, όμως, η τοπική κοινωνία δεν έμεινε άπραγη καθώς πολλοί πολίτες που βρίσκονταν στην περιοχή τάχθηκαν υπέρ των φοιτητ(ρι)ών. Οι συλλήψεις που ακολούθησαν είναι επίσης ενδεικτικές για τη διάθεση της κυβέρνησης να στήσει μία αποπνικτική ατμόσφαιρα για κάθε αγωνιζόμενο άνθρωπο. Οι συλληφθέντες αντιμετώπισαν βίαιη συμπεριφορά κατά τη μεταφορά τους στο αστυνομικό μέγαρο, στο οποίο μάλιστα δεν τους επετράπη για αρκετή ώρα να επικοινωνήσουν με δικηγόρο. Στο τέλος, αφού τους φόρτωσαν τον μισό Ποινικό Κώδικα, και υψηλά πρόστιμα, τους αφήσαν ελεύθερους.
Κόντρα στην διάθεση της κυβέρνησης να καταστήσει απαγορευμένη την πορεία του Πολυτεχνείου με μέσα που προέρχονται κατευθείαν από τα χρόνια της επταετούς δικτατορίας, η πορεία έγινε. Μπορεί να διήρκησε λιγότερο από άλλες χρονιές, μπορεί να χρειάστηκε να αλλάξει τοποθεσία το ραντεβού, αλλά η πορεία έγινε, και η κοινωνία των Ιωαννίνων τίμησε το Πολυτεχνείο όπως ακριβώς έπρεπε, σπάζοντας την απαγόρευση. Η πορεία μάλιστα, έγινε με αυστηρή τήρηση των υγειονομικών μέτρων προστασίας, όπως και σε όλες τις άλλες πόλεις της Ελλάδας, κάτι που δεν τηρήθηκε σαφώς από την πλευρά της αστυνομίας, η οποία μάλιστα στοίβαξε δεκάδες προσαχθέντες στην ίδια κλούβα, χωρίς να τηρεί κανένα υγειονομικό πρωτόκολλο, καταρρίπτοντας έτσι το πρόσχημα της κυβέρνησης σχετικά με την αναγκαιότητα των απαγορεύσεων για λόγους υγείας.
Εμείς, θα συνεχίσουμε στο ίδιο πνεύμα και τον επόμενο καιρό, σπάζοντας τον αυταρχισμό στο δρόμο και στις γειτονιές, διεκδικώντας τις πόλεις μας απέναντι σε κάθε απαγόρευση που σκοπό έχει να περιορίσει τα δικαιώματα μας. Κόντρα σε μία κυβέρνηση που ονειρεύεται πόλεις-φρούρια, εμείς θα παλεύουμε για πόλεις ελεύθερες και ζωντανές. Και δεν μπορούμε παρά να τις κερδίσουμε.