Μάθε περισσότερα για την ιδρυτική μας συνδιάσκεψη 7-8-9 Ιανουαρίου 2022.
Το ζήτημα της κεντρικής πολιτικής παρέμβασης δεν μπορεί να διαχωρίζεται από το ζήτημα της κάλυψης του κενού εκπροσώπησης στα αριστερά του πολιτικού φάσματος με ένα σύγχρονο κομμουνιστικό στρατηγικό σχέδιο ικανό να συσπειρώσει τις υποτελείς τάξεις, την πληττόμενη νεολαία, τον κόσμο της εργασίας. Αυτό με τη σειρά του καθορίζει τη φυσιογνωμία του χώρου μας, τις μακροπρόθεσμες –εκλογικές και μη-συμμαχίες και τα μέτωπα και ως υποσύνολο τη θέση μας για τις εκλογές
Η συζήτηση πρέπει να ξεκινά από τη σύγχρονη συνθήκη παραγωγής κι αναπαραγωγής σε υλικό κι ιδεολογικό επίπεδο της εξουσίας από την αστική τάξη. Εν ολίγοις πρέπει να μιλήσουμε για το κράτος. Το σύγχρονο δυτικό καπιταλιστικό κράτος διαιωνίζει καταρχήν την εξουσία του μέσω των ιδεολογικών μηχανισμών του(σχολείο,οικογένεια,ΜΜΕ κλπ) με αποτέλεσμα είτε να διαμορφώνει υποκείμενα που θεωρούν ‘’φυσικό και λογικό’’ να υπάρχουν αφεντικά, να διαχωρίζονται οι άνθρωποι σε Έλληνες και ξένους, να υπάρχει ατομική ιδιοκτησία, φτώχεια, η Πολιτική να ασκείται μέσω ανάθεσης και ψήφου μια στα τέσσερα χρόνια, να γίνονται πόλεμοι ‘’γιατί έτσι παίζεται το παιχνίδι’’ κλπ δε χρειάζεται να αναφέρουμε όλες τις πτυχές της κυρίαρχης ιδεολογίας. Ταυτόχρονα όμως φροντίζει να καλλιεργεί το ΤΙΝΑ στα υπόλοιπα υποκείμενα και στην καλύτερη περίπτωση ενσωματώνει μικρά υλικά αιτήματα επιμέρους αγώνων άλλοτε πιο συχνά κι άλλοτε σπανιότερα. Σε κάθε περίπτωση όμως δύναται να καταστείλει πλήρως τα λουλούδια που ανθίζουν μέχρις το σημείο συντριβής κι ανατροπής με βίαιο τρόπο οποιασδήποτε προσπάθειας εναλλακτικής δόμησης της κοινωνίας μεταβατικά με τρομερά μάλιστα ευρεία γκάμα δυνατοτήτων και τεχνολογικών μέσων. Γίνεται στο παρόν κείμενο η παραδοχή ότι αυτό είναι το τελευταίο που επιθυμεί η αστική τάξη δεδομένης της οικονομικής αστάθειας και της καταστροφής ανθρώπινων και μη πόρων .Όμως είναι ένα ενδεχόμενο πιθανό όταν αμφισβητηθεί ο πυρήνας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, δηλαδή η ατομική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής. Αναπτύσσοντας την παραπάνω σκέψη, προστίθεται ότι η ελληνική αστική τάξη έχει εδώ και δεκαετίες διαγνώσει την ανάγκη να επιλέξει συμμάχους μεταξύ άλλων και για να διαιωνίζει την εξουσία της και να βελτιώνει τη θέση της στη διεθνή σκακιέρα στον ανταγωνισμό με άλλες αστικές τάξεις. Παράλληλα τα αστικά κράτη έχουν παραδώσει εξουσίες προς τα έξω, αποφάσεις εξαιρετικά άμεσης σημασίας για τη ζωή μας και τη διάρθρωση της κοινωνίας και της οικονομίας λαμβάνονται στο πλαίσιο υπερεθνικών οργανισμών κι ενώσεων(βλ ΕΕ) ενώ είναι δεδομένο ότι η οποιαδήποτε αμφισβήτηση του status quo θα βρει απέναντι τους ιμπεριαλιστές(βλ ΝΑΤΟ) των οποίων τα συμφέροντα διαπλέκονται άμεσα με την εγχώρια αστική εξουσία ενώ παρών θα είναι και ο στόχος αποτροπής καταστάσεων ‘΄ντόμινο’’ στους υποτελείς κι άλλων κοινωνικών σχηματισμών.
Τα παραπάνω καταρχήν κατά τη γνώμη μου οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η ένοπλη αναμέτρηση με το κράτος και η επαναστατική σύγκρουση ακόμα και με όρους πλειοψηφίας των από κάτω(αναγκαίος αλλά μη επαρκής όρος) απευθείας με αυτό στο σύνολό του είναι καταδικασμένη να αποτύχει.Τίθεται δε και το ερώτημα εάν μπροστά στις πραγματικές ή φαινομενικές παροχές του σύγχρονου δυτικού καπιταλισμού πρόκειται ποτέ οι υποτελείς τάξεις να επιλέξουν έναν ανοιχτό πόλεμο από μια καταπιεστική ειρήνη.
Το κράτος δεν αποτελεί λάφυρο στα χέρια μιας τάξης. Κι αυτό οδηγεί σε πολλαπλά χρήσιμα συμπεράσματα.Η έφοδος κατά τη διάρκεια της κόκκινης νύχτας αποτελεί μια φαντασίωση που απαντούσε σε σχετικά ερωτήματα του 19ου και 20ου αιώνα. Το γεγονός ότι το κράτος δεν αποτελεί λάφυρο οδηγεί ταυτόχρονα όμως και σε ένα δεύτερο εξίσου σημαντικό συμπέρασμα .Ότι η αριστερή κυβέρνηση ποτέ δεν μπορεί να το ελέγξει πλήρως και να μετασχηματίσει σε φιλολαικούς τους μηχανισμούς του πυρήνα του. Παρόλα αυτά το κράτος αποτελεί ένα κρεμμύδι. Μια αριστερή κυβέρνηση δημοκρατικά εκλεγμένη -αν πούμε ότι στο παράδειγμα ΣΥΡΙΖΑ επιλύουμε το ζήτημα βούλησης- μπορεί να αλλάξει κάποια στρώματα του κρεμμυδιού αλλά δεν μπορεί ως τέτοια να οικοδομήσει σοσιαλισμό. Η λογική του μεταβατικού προγράμματος της αριστερής κυβέρνησης που οδηγεί με γραμμικά βήματα στη σοσιαλιστική οικοδόμηση όπως τέθηκε από τα ρεύματα της ανανέωσης έχει αποτύχει(βλ ενσωμάτωση ευρωπαικών ΚΚ) ή ανατραπεί(βλ Αλιέντε) παρά τα βήματα προόδου που έχουν επιτευχθεί σε περιπτώσεις παραδειγμάτων της Λατινικής Αμερικής.Μια αριστερή ριζοσπαστική κυβέρνηση μπορεί να αποτυπώσει σε νόμους προοδευτικά αιτήματα δικαιωματικού τύπου(βλ έμφυλο ζήτημα,καταστολή) και να στεγανοποιήσει κατακτήσεις της εργατικής τάξης(ΣΣΕ,μισθοί,συντάξεις,κοινωνικό κράτος), μπορεί να πετύχει δηλαδή μεταρρυθμιστικές βελτιώσεις, μπορεί να χρησιμοποιήσει προς όφελος των πολλών ορισμένους ιδεολογικούς μηχανισμούς προκειμένου να διαχύσει την αριστερή ιδεολογία ακόμα περισσότερο στις μάζες(πχ προγράμματα σχολείου,πολιτισμός,αθλητισμός) κι εν γένει να διευκολύνει την ταξική πάλη με το πρόγραμμά της και να χτίσει συμμαχίες και διεθνώς μέσα σε έναν πολυπολικό,περίπλοκο και παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Αυτό μάλιστα κρίνεται εξαιρετικά αναγκαίο μπροστά στη δαμόκλειο σπάθη της ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης. Όμως όλα τα παραπάνω έχουν ένα όριο κι αυτό είναι οι όροι προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας που κατοχυρώνεται και συνταγματικά χωρίς μάλιστα να υπόκειται σε δυνατότητα αναθεώρησης.Η καρδιά εν ολίγοις του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος δε χειρουργείται, ξεριζώνεται!
Μια αριστερή κυβέρνηση με όρους νομιμότητας, εντός δηλαδή των πλαισίων του εαυτού της, δεν μπορεί να προχωρήσει το συγκεκριμένο ζήτημα. Ενδεχομένως αυτό το όριο να το αντιμετωπίσει και πολύ νωρίτερα με την εφαρμογή του οικονομικού της προγράμματος μπροστά στις πιέσεις συμμάχων της αστικής τάξης. Η απλή ανάθεση σε μια κυβέρνηση με την αυταπάτη ότι ‘’την ψηφίσαμε να εφαρμόσει το μεταβατικό της πρόγραμμα’’ είναι απολύτως καταστροφική. Η αναγκαία ρήξη με το κυρίαρχο απαιτεί πρωτίστως μια διαδικασία προετοιμασίας του κοινωνικού υποκειμένου ιδεολογικά και υλικά. Το ιδεολογικό μοιάζει πιο ‘’δεδομένο’’ ζητούμενο.Υπό την έννοια ότι αποτελεί φυσικά τη βάση όλων των υπολοίπων. Χωρίς την ιδεολογική ηγεμονία σε ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας τίποτα δεν μπορεί να επιτευχθεί. Γι αυτό και η μειοψηφική ένοπλη βία είναι χάσιμο χρόνου και δυνάμεων ενώ η φυσιογνωμία(ως στοιχειο συγκρότησης) οργανώσεων που έχουν ως εργαλείο τη συμβολική βία αποθαρρύνει συχνά τα μαζικά ακροατήρια ειδικά όταν χρησιμοποιείται με το παραμικρό, χωρίς κάποιον επιτεύξιμο αναλογικό σκοπό και με λάθος τρόπο.
Θα πει κάποιος/α ότι για να έχει εκλεγεί μια αριστερή κυβέρνηση σημαίνει ότι έχει συγκροτηθεί μια αντίστοιχη πλειοψηφία. Ισχύει! Αλλά δε φτάνει .Ένας αντικαπιταλιστικός κομμουνιστικός φορέας πρέπει ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ να αναγνωρίζει και να ξεκαθαρίζει στις θέσεις του τα παραπάνω όρια της αριστερής κυβέρνησης και να κάνει ιδεολογική δουλειά σε στρατό και αστυνομία(πιθανοί φορείς αντεπανάστασης). Σε υλικό επίπεδο, πρέπει να πρωτοπορεί ώστε να χτίζονται οι όροι για μια άλλη κοινωνία. Συνδικάτα μαζικά και ταξικά έτοιμα να αναλάβουν ρόλο διαχειριστή των μέσων παραγωγής κόντρα στην ατομική ιδιοκτησία σε συνθήκες ταξικής πόλωσης αλλά και συνελεύσεις εργαζομένων για την επαναλειτουγία κι εργατική αυτοδιαχείριση των εργοστασίων που θα κλείσουν λόγω φυγής κεφαλαίων εξαιτίας υπερφορολόγησης του πλούτου(απάντηση σε πιθανή αύξηση στην ανεργία από την αποχώρηση μεγάλων επιχειρήσεων), συνεργατικά δίκτυα και συνεταιρισμοί προκειμένου να καλυφθούν οι λαικές ανάγκες(απάντηση σε περίπτωση εμπάργκο και στην ανάγκη αυτάρκειας στα είδη που παράγει η ελληνική ύπαιθρος για λόγους οικονομικούς και σχετιζόμενους με μείωση στις εισαγωγές, με τον περιορισμό της θέσης του τουρισμού στην οικονομία της χώρας αλλά και λόγους περιβαλλοντικών επιπτώσεων των μεταφορών προιόντων). Πρόκειται για χώρους δηλαδή πέρα κόντρα κι έξω από το κράτος το οποίο ουδέποτε θα μπορέσει να ελέγξει πλήρως μια αριστερή κυβέρνηση και βέβαια κόντρα στους ‘’κανόνες λειτουργίας’’ της αγοράς και του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης.
Παρόλα αυτά οι αποκεντρωμένοι αντι-θεσμοί, οι αντιδομές κλπ δεν μπορούν μεταβατικά αλλά και οραματικά να αντικαταστήσουν πλήρως την ανάγκη κεντρικής(άρα κρατικής με κάποιον τρόπο) σοσιαλιστικής και δημοκρατικής(με ενεργό ρόλο σωματείων, μαζικών φορέων κλπ στη λήψη αποφάσεων) διαχείρισης ορισμένων τομέων. Τομείς όπως η ενεργειακή πολιτική, η εξωτερική πολιτική, η δημόσια ασφάλεια(με διαφορετική φυσικά έννοια) , η Υγεία, εν μέρει η Παιδεία είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Τα νοσοκομεία δεν αντικαθίστανται από αντιθεσμούς, τα σχολεία παρά τις αλλαγές στα προγράμματά τους απαιτούν έλεγχο από υπουργείο(ολόπλευρη ανάπτυξη προσωπικοτήτων, μετάδοση γνώσης, καλλιέργεια αξιών) χωρίς βέβαια να αφήνουμε στην άκρη τη διαλεκτική σχέση με την εκάστοτε κοινότητα και τις ιδιαιτερότητες κάθε τόπου, η μετάβαση σε ΑΠΕ και η ισορροπία με τους παλαιούς τρόπους παραγωγής ενέργειας έχουν συγκεκριμένα δεδομένα, ο στρατός δεν καταργείται όσο δεν υπάρχει παγκόσμιος σοσιαλισμός ή έστω μια σοσιαλιστική ένωση στα σύνορά μας(αυτό θα μπορούσε να είναι μια ενδιαφέρουσα επιδίωξη ή στόχος προς χτίσιμο), ενώ η αστυνομία ή έστω ένα αντίστοιχο σώμα χρειάζεται μονιμότητα και πλήρη αναδιάρθρωση(προγράμματα σπουδών, διαφορετική στοχοθεσία κι εκπαίδευση) κι όχι αντικατάσταση από πολιτοφυλακές ακόμα κι αν το επίπεδο συνείδησης των ‘’από κάτω’’ είναι πολύ προωθημένο,πράγμα που σαφώς απαιτείται για τα ρηξιακά βήματα αλλά αποτελεί σαφώς και μια διαδικασία σε διαλεκτική σχέση με την αλλαγή στη βάση του συστήματος δηλ των υλικών συνθηκών ζωής και δεν μπορεί μεσοπρόθεσμα παρά να πηγαίνει παράλληλα με το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Αντίστοιχα η Δικαιοσύνη δε θεωρώ ότι μπορεί να είναι λαική ή βασισμένη σε αντι-θεσμούς(αντίθετα απαιτείται μεταρρύθμιση για Μικτά Ορκωτά παντού, εφαρμογή άλλων νόμων προφανώς, ανάγκη για εναλλακτικές ποινές κλπ κλπ όπως προγράμματα επανένταξης, μαθήματα, παραγωγή έργου σε αγροτικές φυλακές).Σαφώς στο κομμάτι αυτό είναι δυνατό να μπορούν να επιλυθούν και εξωδικαστικά ορισμένα ζητήματα με αιρετούς διαμεσολαβητές δημοκρατικά στο πλαίσιο της κοινότητας με το λαικό παράγοντα σε θέση πρωταγωνιστή.
Από τα παραπάνω εξάγεται το συμπέρασμα ότι μια αριστερή κυβέρνηση έχει τρεις δρόμους όταν αγγίξει το όριό της. Να ενσωματωθεί στο αστικό μπλοκ και να συμβιβαστεί εξυπηρετώντας τα συμφέροντα της αστικής τάξης, να ανατραπεί από τους αστούς ή να παραδοθεί στον νέο κόσμο που χτίζεται παράλληλα και πριν από αυτή(με την κεντρική πολιτική παρέμβαση της Αριστεράς που ΔΕΝ είναι μόνο οι εκλογές) και αντιπαραθετικά της από ένα σημείο κι έπειτα χρονικά και ποιοτικά. Αυτό βέβαια δε σημαίνει καθόλου ότι αποτάσσουμε το εργαλείο της βίας διότι είναι κι αυτή ‘’στο παιχνίδι’’ της ταξικής πάλης όπως έχει αποδείξει περίτρανα η ιστορία των λαικών αγώνων.Το θέμα είναι οι όροι αποτελεσματικότητας , η αναλογικότητα κλπ στη χρήση της
Τα παραπάνω φυσικά αποτελούν μια μικρή συμβολή στους συλλογικούς προβληματισμούς μας και σχηματοποιούν δυνατότητες μακροπρόθεσμων συμμαχιών
Χαρακτηρίζονται ως μακροπρόθεσμες οι συμμαχίες που εξετάζουμε εδώ καθότι διαχωρίζονται περισσότερο ή λιγότερο από τα επιμέρους κοινωνικά πεδία που ήδη βάσει αρνητικών συσχετισμών δύναμης συνυπάρχουμε, συνδιαμορφώνουμε επιμέρους αιτήματα κι αγωνιζόμαστε μαζί με διάφορες οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής/κομμουνιστικής/ριζοσπαστικής/αντικαπιταλιστικής Αριστεράς(βλ φοιτητικό, εργασιακά, δημοτικά σχήματα), ακόμα και με ρεφορμιστικά ή σοσιαλδημοκρατικά μορφώματα εν δυνάμει(βλ ΜΕΡΑ25) ή ακόμα και με δυνάμεις και συλλογικότητες του α/α χώρου(βλ σε δομές αλληλεγγύης). Φυσικά αυτό είναι σωστή και αναγκαία τακτική επιλογή για την επίτευξη μικρών νικών και την ανάπτυξη του ανταγωνιστικού κινήματος(που δεν ταυτίζεται με το Κόμμα) αλλά δεν οδηγεί γραμμικά σε αντίστοιχες επιλογές στο κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
Από τη στιγμή που δεχτούμε τις εκλογές ως πεδίο παρέμβασης και την αριστερή κυβέρνηση ως επιμέρους και μερικό ανεπαρκές εργαλείο, αυτομάτως οριοθετούμαστε από αντιλήψεις που απλώς καταγράφουν ‘’αντικαπιταλιστικά δυναμικά’’ στις εκλογές και απομονώνονται(ΝΑΡ, ΑΡΙΣ) αντί να επιδιώκουν τη ριζοσπαστικοποίηση ευρύτερων δυναμικών που βρίσκονται εγκλωβισμένα στο ΤΙΝΑ και στην υποστήριξη στο ΣΥΡΙΖΑ ευλόγως ως ‘’μικρότερου κακού’’. Εδώ χρειάζεται προσοχή. Το παραπάνω δε σημαίνει πως πάμε για ξαναζεσταμένη σούπα και να χαιδέψουμε αυτιά.Απέναντι στα δυναμικά αυτά πρέπει να είμαστε ειλικρινείς όπως περιγράφηκε σε προηγούμενες παραγράφους εκκινώντας φυσικά απροϋπόθετα από επιμέρους υλικά ζητήματα αλλά μιλώντας με σαφήνεια όσο το δυνατόν και για το στρατηγικό μας στόχο. Σε δεύτερο βαθμό όμως ως προς τις δυνάμεις που έχουν ενωτική λογική, διαφοροποιούμαστε από αντιλήψεις που δεν μπορούν να αναγνώσουν δικές τους φυσιογνωμικές και πολιτικές ανεπάρκειες ή παγίως λαθεμένες πρακτικές μικροηγεμονισμού ή προσωποκεντρισμού αντίστοιχα καθώς και το στρατηγικό κενό στη σύγχρονη κομμουνιστική Αριστερά και το μόνο που ‘’διδάσκονται’’ από το καλοκαίρι του 2015 είναι η προδοσία της κομματικής ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ κι η -υπαρκτή σαφώς- έλλειψη βούλησής του για τομές .Αυτά τα θέματα πρέπει να συζητούνται ανοιχτά στις ενωτικές προσπάθειες που εκκινούν με σκοπό τη δημιουργία σοβαρών μετώπων ούτως ώστε να αποφεύγεται η ανακύκλωση αποτυχημένων προσπαθειών κι επιλογών του παρελθόντος. Αυτό πρέπει να συμβεί και στην Πρωτοβουλία Διαλόγου κατά τη συμμετοχή μας αν θέλουμε να ελέγξουμε(και ει δυνατόν παρά τις δυσκολίες να επηρεάσουμε) πραγματικά την προοπτική της.
Με βάση τα παραπάνω η έμφαση πρέπει να δοθεί κατά τη γνώμη μου σε δύο διαφορετικές αλληλοσυμπληρούμενες κατευθύνσεις. Από τη μια στη μαζική κι οργανωμένη σοβαρή και συγκροτημένη αυξημένη παρουσία μας στο εργατικό, το νεολαιίστικο και ευρύτερα ανταγωνιστικό κίνημα και τις δομές του οι οποίες πρέπει να αποκτούν σιγά σιγά με τη δική μας παρέμβαση αντίληψη του ρόλου τους ως κομμάτι του νέου κόσμου που θέλουμε να χτίσουμε. Από την άλλη πλευρά στη συγκρότηση του φορέα μας με διαμόρφωση θέσεων και προγράμματος που κρίνεται απολύτως αναγκαία όχι μόνο για μας τους ίδιους και τις ίδιες αλλά συνολικά για την Αριστερά, τους ανένταχτους και τις ανένταχτες που αγωνίζονται, τον κόσμο της εργασίας και τη νέα γενιά.Άλλωστε το κενό στα αριστερά του πολιτικού φάσματος(που εν μέρει στο πλαίσιο της συνολικής δεξιάς μετατόπισης καλύπτεται από το μερα25 εν μέρει έστω) συχνά επιδιώκει να καλύψει η ακροδεξιά σε διάφορες μορφές της δήθεν ως αντισυστημική προοπτική.
Με βάση αυτά τα βήματα μπορούμε πολύ πιο συγκροτημένοι/ες πια να συμμετέχουμε στη διαδικασία διαμόρφωσης πολιτικού μετώπου καθορίζοντας εξαρχής τη μεθοδολογία(με έμφαση στη βάση κι όχι στις ηγεσίες) και κάποια βασικά χαρακτηριστικά οικοδόμησής του. Όχι με όρους παντογνώστη αλλά όχι και tabula rasa ως προς θέσεις και συμπεράσματα. Ωστόσο οι δυνάμεις στις οποίες απευθυνόμαστε ή έχουμε απευθυνθεί στο πλαίσιο των ανασυνθετικών διεργασιών είναι πολύ συγκεκριμένες κι εν μέρει έχουν εξαντλήσει τη χρησιμότητά τους ως τέτοιες στο χώρο(σε αντίθεση με την εκμεταλλευόμενη κοινωνική πλειοψηφία που δίνει μικρούς ή μεγάλους ευφάνταστους αγώνες συνεχώς και γιατί όχι και πετυχημένους βλ efood,cosco, μπλοκάρισμα ΟΠΠΙ) αν και μετατοπίσεις πάντοτε είναι δυνατόν να παραχθούν αν και όχι εύκολα και πιο δυσκίνητα από όσο νομίζουμε κι αποδείχθηκε αυτό τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο των ‘’4’’
Παρόλα αυτά ακόμα και η έννοια του μετώπου εάν δεν περιλαμβάνει σε βάθος υπέρβαση οργανώσεων κι ηττημένων αντιλήψεων και πρακτικών που λειτουργούν ως ‘’καταφύγια’’ και μονάδες μέτρησης αγωνιστικότητας στην μικροκλίμακα της Αριστεράς, χωρίς σαφή στρατηγική πολύ αμφιβάλω αν μπορούν να είναι χρήσιμα στην υπόθεση της κοινωνικής χειραφέτησης ειδικά εφόσον οι ενδείξεις των οργανωμένων δυνάμεων της υπάρχουσας Αριστεράς δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές
Άλλωστε η γνώμη μου είναι πως τα μέτωπα είναι ενδιάμεσες λύσεις πολιτικού διαλογου,δράσης και διαμόρφωσης στρατηγικής οργανωμένων δυνάμεων και αγωνιστών/τριών στο επίπεδο των εκλογών .Κατά τη γνώμη μου σε βάθος χρόνου ζητούμενο μέσα από μια ανοιχτή διαδικασία είναι η συγκρότηση σύγχρονου κομμουνιστικού φορέα στη θέση της σημερινής πολυδιάσπασης, ακόμα φυσικά κι αν αυτό απαιτεί την εξαφάνιση αντιλήψεων και υπέρβαση ορισμένων δυνάμεων υπαρκτών στο σήμερα.
Παναγιώτης Αντωνίου μέλος Συνέλευσης Βορείων Αθήνας και Πανελλαδικού Συντονιστικού