1. Εισαγωγή
Τους τελευταίους μήνες βιώνουμε μια κατάσταση περιβαλλοντικής έκτακτης ανάγκης, καθώς οι καταστροφικές φωτιές σε όλη τη χώρα με τις μεγαλύτερες σε Έβρο και Ρόδο έχουν καταστρέψει πάνω από 1,500,000 στρέμματα δάσους και αγροτικών εκτάσεων. Τον προηγούμενο μήνα είδαμε τις πλημμύρες στη Θεσσαλία, να καταστρέφουν τα πάντα στο πέρασμά τους, σπίτια, καλλιεργούμενες εκτάσεις, δρόμους και τελικά δυστυχώς να στοιχίζουν και ανθρώπινες ζωές. Οι χειρότερες καταστροφές μέχρι στιγμής έχουν γίνει στο Βόλο, στο Πήλιο και σε μεγάλη έκταση του Θεσσαλικού κάμπου, όπου στην κυριολεξία χωριά ολόκληρα βρέθηκαν κάτω από το νερό και τη λάσπη. Οι νεκροί έφτασαν τους 17 και τα νεκρά ζώα είναι πάνω από 100,000. Η εθνική οδός Αθήνας-Θεσσαλονίκης παρέμεινε κλειστή για περίπου μια βδομάδα και το σιδηροδρομικό δίκτυο Αθήνας-Θεσσαλονίκης έχει υποστεί τεράστιες ζημιές με αποτέλεσμα να χρειάζονται μήνες ίσως και χρόνια για να μπει ξανά σε λειτουργία.
Όσες/οι/α βρεθήκαμε στη Θεσσαλία τα δύο σαββατοκύριακα με τις αποστολές της Αναμέτρησης για αλληλεγγύη στους πληγέντες βιώσαμε από κοντά την απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι άνθρωποι στα χωριά που πλημμύρισαν. Το κράτος δεν υπάρχει πουθενά ουτε σε επίπεδο κάλυψης των άμεσων αναγκών (π.χ. μαγειρεμα, παροχή σπιτιών για φιλοξενία κλπ) ούτε για ενημέρωση των κατοίκων σχετικά με τις επόμενες κινήσεις. Η μόνη κίνηση που έκανε η κυβέρνηση είναι να αδειάσει τη δομή μεταναστών στο Κουτσόχερο της Λάρισας (τους μοίρασε στα ήδη υπερπλήρη camp της υπόλοιπης χώρας) για να φιλοξενηθούν οι πλημμυροπαθείς.
Η ελληνική κυβέρνηση αλλά και η τοπική αυτοδιοίκηση στη Θεσσαλία δεν φαίνονται να μπορούν να ανταπεξέλθουν στην κατάσταση και αυτή η πολιτική στάση αδιαφορίας για τους πληγέντες κοστίζει ανθρώπινες ζωές όχι μόνο άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα, καθώς έχει καταστραφεί η ζωή τους οικονομικά. Φυσικά δεν θα αργήσουμε να δούμε και τις συνέπειες της καταστροφής όλων αυτων των καλλιεργούμενων εκτάσεων αλλα και της κτηνοτροφίας σε όλη την Ελλάδα, καθώς ο Θεσσαλικός κάμπος είναι ζωτικό κομμάτι της αγροκτηνοτροφικής παραγωγής της χώρας.
2. Πλημμύρες: φυσικές καταστροφές ή αποτέλεσμα πολιτικών;
Η κυρίαρχη πολιτική πάντα θέλει να αποδώσει τις καταστροφικές συνέπειες από την εκδήλωση των φυσικών φαινομένων στους φυσικούς τους μηχανισμούς και μόνο, για να αποποιηθεί τις όποιες ευθύνες. Έτσι η πρώτη γραμμή άμυνας της κυβέρνησης μετά την καταστροφή στη Θεσσαλία ήταν να πλειοδοτήσει στην σπανιότητα του φαινομένου Daniel ως πολύ ακραίο καιρικό φαινόμενο σε συνδυασμό με την επίκληση στην κλιματική κρίση ως άλλοθι για οποιαδήποτε φυσική καταστροφή με εκτεταμένες συνέπειες. Στην ακραία της μορφή επιστρατεύτηκαν επιστήμονες που, χρησιμοποιώντας πλήρως αντι-επιστημονικό λόγο, διαβεβαίωναν ότι το φαινόμενο θα εμφανιστεί ξανά σε ένα εύρος από 300 έως 18.000 (!!!) χρόνια. Η εμφάνιση του φαινόμενου Elias μόλις τρεις εβδομάδες μετά τον Daniel που πλημμύρισε ξανά το Βόλο, ήταν μόνον η υπενθύμιση ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται ως τραγωδία όταν αντιμετωπίζεται ως φάρσα.
Γνωρίζουμε λοιπόν ότι η πραγματικότητα είναι εκ διαμέτρου διαφορετική. Καταρχάς, σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο το φαινόμενο είχε προβλεφθεί με ακρίβεια από τις μετεωρολογικές υπηρεσίες της χώρας αρκετές ημέρες πριν. Παρόλα αυτά δεν εκπονήθηκε κανένα σχέδιο για την προστασία του πληθυσμού, παρά μόνο η ασυντόνιστη αποστολή του 112. Αρκετοί πλημμυροπαθείς κάτοικοι στις αποστολές αλληλεγγύης της Αναμέτρησης περιέγραφαν πως σώθηκαν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή. Οι 17 ανθρώπινες απώλειες είναι όσες και όσοι δεν πρόλαβαν, ο τραγικός απολογισμός της επικοινωνιακής εμμονής της κυβέρνησης στο 112, με τη μετάθεση της ευθύνης προστασίας από το κράτος στον πολίτη, χωρίς κάποιο ευρύτερο σχέδιο αντιμετώπισης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα του απόλυτου χάους που επικράτησε ήταν η πρωτοβουλιακή ενέργεια της Περιφέρειας Θεσσαλίας να σπάσει το ανάχωμα στον ποταμό Καλέντζη στην Καρδίτσα προκειμένου να προστατευτεί η πόλη (μια ενέργεια που όταν εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σχέδιο προστασίας μπορεί να είναι ενδεδειγμένη), με αποτέλεσμα να πλημμυρίσουν ανεξέλεγκτα τα πεδινά χωριά της περιοχής χωρίς καν να ειδοποιηθούν εγκαίρως.
Εκτός όμως από την απουσία εκπόνησης ενός τέτοιου σχεδίου έστω και λίγες μέρες πριν την εκδήλωση του φαινομένου Daniel, οι ευθύνες της κυβέρνησης για ότι συνέβη γιγαντώνονται καθώς οι πλημμυρισμένες περιοχές είχαν υποδειχθεί με ακρίβεια ως επικίνδυνες για εκδήλωση τέτοιων φαινομένων, στα πλαίσια εκπόνησης των Σχεδίων Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας (ΣΔΚΠ), τα οποία αποτελούν υποχρέωση της χώρας προς την ΕΕ και υλοποιούνται με ευθύνη του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). Συγκεκριμένα, η περιοχή που πλημμύρισε στη θεσσαλική πεδιάδα ταυτίζεται σε μεγάλο βαθμό με την πλημμυρική ζώνη που είχε εκτιμηθεί ότι θα προκύψει από τη βροχόπτωση 100ετίας (δηλαδή με πιθανότητα 1% να συμβεί κάθε χρόνο κατά μέσο όρο). Είναι χαρακτηριστικό ότι το 31% περίπου της συνολικής έκτασης της Θεσσαλίας είχε υποδειχθεί ως πλημμυρική ζώνη.
Με βάση λοιπόν τις πλημμυρικές ζώνες που είχαν εκτιμηθεί από το 2018, τα ΣΔΚΠ είχαν προτείνει μια σειρά από μέτρα με σκοπό τη μείωση του πλημμυρικού κινδύνου. Τα μέτρα αυτά αξιολογούνταν με βάση την οικονομική αποδοτικότητά τους με βάση τις Οδηγίες της ΕΕ, λογική που απέχει από την υλοποίηση ενός αντιπλημμυρικού σχεδίου για τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Παρόλα αυτά περιείχαν ορισμένες θετικές δράσεις που η εφαρμογή τους θα είχε σημαντικό αντίκτυπο στον περιορισμό των συνεπειών των πλημμυρών (π.χ. εκπόνηση σχεδίου έκτακτης ανάγκης σε περίπτωση πλημμύρας, υλοποίηση αντιπλημμυρικού master plan για όλη τη Θεσσαλία και όχι για κάθε περιοχή χωριστά, αλλαγή χρήσεων γης σε περιοχές με υψηλό κίνδυνο πλημμύρας).
5 χρόνια τώρα, καμία κρατική υπηρεσία δεν ασχολήθηκε με την εφαρμογή, ή έστω την έναρξη εφαρμογής του προγράμματος μέτρων και ουσιαστικά όλες οι μελέτες έχουν μπει στο συρτάρι, παρότι είναι επιπλέον ευρέως αποδεκτό ότι η κλιματική κρίση θα επιτείνει τη ένταση και τη συχνότητα των πλημμυρικών φαινομένων. Το κράτος, που σε άλλες περιπτώσεις, όπως η ενίσχυση των δυνάμεων καταστολής ή η παροχή έκτακτης χρηματοδότησης σε ιδιωτικές επιχειρήσεις δαπανεί τεράστια ποσά, αδιαφόρησε εντελώς για την εκπόνηση του προγράμματος μέτρων των Σχεδίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ούτε μετά την επέλαση του Ιανού στην Καρδίτσα το 2020 λήφθηκαν σοβαρά υπόψη και πραγματοποιήθηκαν μόνο αποσπασματικά αντιπλημμυρικά έργα εκατομμυρίων με εργολαβικό και μικροπολιτικό συμφέρον.
Σε γενικότερο πλαίσιο το κράτος συνέχισε να αδιαφορεί για την αντιμετώπιση του πλημμυρικού κινδύνου ασκώντας πάντα πολιτικές με κύριο γνώμονα την εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων αδιαφορώντας για τις πλημμυρικές συνέπειες. Χαρακτηριστικά μόλις το περασμένο καλοκαίρι έκανε ευνοϊκότερη τη νομοθεσία που επιτρέπει τη δόμηση πλησίον των ρεμάτων, στον αντίποδα δηλαδή της αντιπλημμυρικής προστασίας που επιτάσσει να δοθεί χώρος στα ρέματα. Το διαχρονικό πρόβλημα του μπαζώματος πολλών ρεμάτων, της καταχρηστικής καναλοποίησης τους και τελικά της απομείωσης του χώρου της κοίτης και συνακόλουθα της αντιπλημμυρικής λειτουργίας, δεν ειδώθηκε ποτέ ως κρίσιμο για τον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό, καθώς η επίλυσή του θα απαιτούσε τη σύγκρουση με εργολαβικά και τοπικά συμφέροντα. Τα ήδη κατασκευασμένα αντιπλημμυρικά έργα παραμένουν ασυντήρητα ενώ πολλά δεν αξιοποιούνται και οι σχετικές τεχνικές υπηρεσίες είναι υποστελεχωμένες. Τέλος, το κράτος συνέχισε να αδειοδοτεί σε επικίνδυνες πλημμυρικές ζώνες χρήσεις που επιτείνουν τον πλημμυρικό κίνδυνο, όπως η αθρόα αδειοδότηση φωτοβολταϊκών στον θεσσαλικό κάμπο και αλλού με αποτέλεσμα, εκτός από την απώλεια παραγωγικής γης, την αύξηση του νερού που δεν μπορεί να απορροφηθεί από το έδαφος κατά τη διάρκεια βροχοπτώσεων.
Έτσι, οι πολιτικές ευθύνες της κυβέρνησης και διαχρονικά όλων των κυβερνήσεων είναι εγκληματικές και κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι αυτό που συνέβη στη Θεσσαλία επρόκειτο περί αναποδιάς ή θεομηνίας. Πράγματι έβρεξε έναν πολύ μεγάλο όγκο νερού, όμως το ότι χάθηκαν οι ζωές 17 συνανθρώπων μας και επλήγησαν οι περιουσίες δεκάδων χιλιάδων, ήταν αποτέλεσμα της στρατηγικής επιλογής των καπιταλιστικών κυβερνήσεων να υποβαθμίζουν οτιδήποτε δεν αποφέρει κέρδος στα χέρια των λίγων, όπως ο αντιπλημμυρικός σχεδιασμός. Είναι η ίδια πολιτική που έκαψε πάνω από 1,6 εκατ. στρέμματα δάσους το φετινό καλοκαίρι, είναι η ίδια πολιτική που οδήγησε στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών.
Για αυτό σε κάθε τέτοια «φυσική» καταστροφή είναι σημαντικό να τονίζουμε ότι μόνο τα αίτια των συμβάντων αυτών είναι φυσικά. Οι συνέπειές τους δεν είναι. Είναι αποτελέσματα συγκεκριμένων πολιτικών που βάζουν τα κέρδη των λίγων πάνω από τις ζωές μας.
3. Η αντιπλημμυρική προστασία ως δικαίωμα και ως διεκδίκηση
Οι εκτεταμένες καταστροφές από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία έχουν ανοίξει έναν δημόσιο διάλογο για την αντιπλημμυρική προστασία ευρύτερα. Η κυβέρνηση εξήγγειλε ως πρώτο μέτρο την υποχρεωτική ασφάλιση των κατοικιών και ευρύτερων χρήσεων γης που βρίσκονται εντός των πλημμυρικών ζωνών των Σχεδίων Διαχείρισης. Είναι η συνέχιση της πολιτικής μετάθεσης των ευθυνών της οργανωμένης πολιτείας για την προστασία από τα φυσικά φαινόμενα προς τον πολίτη και μάλιστα με σημαντική οικονομική του επιβάρυνση με έντονα ταξικά κριτήρια προς όφελος των κερδών των ασφαλιστικών εταιρειών.
Αντίστοιχα εξαγγέλονται αντιπλημμυρικά έργα fast-track με απευθείας αναθέσεις που θα δοθούν στις μεγάλες και μικρότερες κατασκευαστικές εταιρείες. Είναι δεδομένο ότι αν δεν υπάρξει πολιτική πίεση τα έργα αυτά, παρότι θα κοστίσουν εκατομμύρια, δε θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες τέτοιων πλημμυρικών φαινομένων, καθώς θα σχεδιαστούν αποσπασματικά, με κύριο μέλημα την εξυπηρέτηση εργολαβικών και μικροπολιτικών συμφερόντων, όπως έχουν σχεδιαστεί τα περισσότερα τέτοια έργα στη χώρα.
Επίσης, παρότι όντως οι συνέπειες των πλημμυρών μπορεί να πλήξουν όλα τα κοινωνικά στρώματα, δε μπορεί να αγνοηθεί ο έντονος ταξικός χαρακτήρας τους, καθώς αυτοί που πλήττονται περισσότερο είναι οι χαμηλότερες κοινωνικές τάξεις που κυρίως εγκαθίσταται σε περιοχές με μεγαλύτερη πιθανότητα να πλημμυρίσουν όπως κοντά στην κοίτη ενός ποταμού ή σε ρέματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Λάρισα οι περιοχές που πλημμύρισαν είναι συγκροτήματα εργατικών κατοικιών και οικισμοί ρομά, ενώ είναι ευρέως διαπιστωμένη η έλλειψη αποτελεσματικών και συντηρημενων αποχετευτικών δικτύων σε περιοχές όπου διαμένουν φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
Απέναντι λοιπόν στη συνέχιση της πολιτικής που θεωρεί την αντιπλημμυρική προστασία είτε ως ατομική ευθύνη του πολίτη είτε ως επικερδή δραστηριότητα για τους λίγους, απέναντι στη λογική του κόστους-οφέλους όταν μιλάμε για ανθρώπινες ζωές, απέναντι στην ταξική μεροληψία υπέρ των λίγων που διέπει τώρα τον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό, οφείλουμε τώρα να προτάξουμε την αξία της αντιπλημμυρικής προστασίας και γενικότερα της προστασίας έναντι φυσικών καταστροφών ως δικαίωμα όλων, απαιτώντας έναν κοινωνικά και περιβαλλοντικά ορθό αντιπλημμυρικό σχεδιασμό. Στόχος ενός τέτοιου σχεδιασμού δε πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση εργολαβικών και πολιτικών συμφερόντων και τα κέρδη των λίγων, αλλά πρώτα από όλα προστασία των ανθρώπινων ζωών και της εργασίας τους και η διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος.
Στην περίπτωση των πλημμυρών το φυσικό φαινόμενο που τις δημιουργεί, δηλαδή η έντονη βροχόπτωση, ευθύνεται για την μεγάλη συγκέντρωση νερού σε σύντομο χρονικό διάστημα σε μία περιοχή με αποτέλεσμα της κατάκλυσή της. Το τι όμως θα κατακλυστεί, σε ποιο χρονικό διάστημα θα εκδηλωθεί, τι θα συναντήσει το πλημμυρικό κύμα και πότε και τι ζημιές θα προξενήσει δεν έχει να κάνει με το φυσικό φαινόμενο, αλλά είναι αποτέλεσμα των τεχνικών και διαχειριστικών παρεμβάσεων του ανθρώπου. Έτσι, μια κοινωνικά και περιβαλλοντικά ορθή αντιπλημμυρική πολιτική προτείνει εκείνες τις παρεμβάσεις που προστατεύουν τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας ταυτόχρονα με την άσκηση της μικρότερης δυνατής πίεσης στο φυσικό περιβάλλον.
Συνοπτικά, ένας τέτοιος αντιπλημμυρικός σχεδιασμός συνίσταται στα εξής:
- Εκπόνηση αντιπλημμυρικών έργων σε επίπεδο λεκάνης απορροής ποταμού (δηλαδή της έκτασης στην οποία συγκεντρώνεται η βροχόπτωση ενός ποταμού) και όχι αποσπασματικά έργα, που υπαγορεύονται συνήθως από εργολαβικά και μικροπολιτικά συμφέροντα. Ένα μεμονωμένο έργο σε μια περιοχή μπορεί να προστατεύει τοπικά από τις πλημμύρες, αλλά αν δε λάβει υπόψη και την κατάσταση στην παρακάτω περιοχή μπορεί να την επιβαρύνει σημαντικά. Έτσι, απαιτείται ένας ολιστικός σχεδιασμός στο σύνολο της λεκάνης απορροής με προτάσεις έργων και μέτρων που αλληλοσυμπληρώνονται μειώνοντας τον πλημμυρικό κίνδυνο σε όλη την έκταση της λεκάνης.
- Αντιμετώπιση των ρεμάτων και των παραρεμάτιων περιοχών όχι ως διαθέσιμου χώρου αλλά ως περιοχές ιδιαίτερης περιβαλλοντικής αξίας που εξυπηρετούν και τη φυσική εκτόνωση των πλημμυρικών φαινομένων. Απαιτούνται σημαντικές αποφάσεις ώστε να δοθεί χώρος στα ρέματα, όπως η αλλαγή της νομοθεσίας για την οριοθέτηση των ρεμάτων, και μέτρα όπως καθαιρέσεις οικημάτων αλλά και υποδομών εντός των κοιτών με την περιβαλλοντική τους αποκατάσταση, διανοίξεις των εκβολών των ποταμών και αποκάλυψη σκεπασμένων ρεμάτων στις πόλεις στο μέτρο του δυνατού. Ειδικά στην Αθήνα όπου το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα εκτεταμένο απαιτείται η αποκατάσταση του Ιλισού και του Κηφισού για την ουσιαστική μείωση του πλημμυρικού κινδύνου.
- Εγκατάλειψη της εργολαβικής λογικής υλοποίησης αποσπασματικών και ακριβών αντιπλημμυρικών έργων με τσιμέντο και συρματοκιβώτια στις κοίτες των ρεμάτων, που έχουν και σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Όλες οι σύγχρονες οικολογικές λογικές αντιμετώπισης των ρεμάτων υπαγορεύουν την προστασία της παρόχθιας βλάστησης που έχει και αντιπλημμυρική λειτουργία, την αξιοποίηση των φυσικών διαδρομών του νερού, τη διαμόρφωση λεκανών κατάκλυσης για την έκτακτη αποθήκευση νερού, την αύξηση του πρασίνου και τις υδατοπερατές επιφάνειες της πόλης, την κατασκευή πολλών έργων μικρής κλίμακας με φυσικά υλικά που θα μειώνουν τις επιπτώσεις των πλημμυρικών κυμάτων. Δεν είμαστε εξ ορισμού αρνητικοί σε πιο βαριές τεχνικές λύσεις (όπως π.χ. κατασκευή αντιπλημμυρικών φραγμάτων, που προτείνεται στη Θεσσαλία ή περιορισμένες διευθετήσεις με βαρειά υλικά) αλλά μόνο αν αποδεδειγμένα με βάση το συνολικό σχέδιο αποτελούν τη βέλτιστη λύση.
- Υλοποίηση αποτελεσματικού συστήματος πλημμυρικής πρόγνωσης και προειδοποίησης, ενταγμένου στις ευρύτερες τεχνικές και διαχειριστικές αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις. Δεν αρκεί μια αποστολή ενός προειδοποιητικού μηνύματος αλλά απαιτείται συνεργασία όλων των δημόσιων φορέων με καθορισμένες αρμοδιότητες, εκπαίδευση του πληθυσμού έναντι του πλημμυρικού κινδύνου και δημόσιες επενδύσεις για τη βέλτιστη πρόγνωση της πλημμύρας.
Τα παραπάνω προφανώς απαιτούν και την ενίσχυση του κρατικού μηχανισμού με εξειδικευμένο προσωπικό που θα είναι επιφορτισμένο με την υλοποίηση του αντιπλημμυρικού σχεδιασμού σε όλα του τα επίπεδα και τη συντήρηση των έργων.
Για τη Θεσσαλία ο παραπάνω σχεδιασμός εξειδικεύεται στο τώρα στην αποτροπή της εκτέλεσης αντιπλημμυρικών έργων fast-track, που θα αποτελέσουν μια τρύπα στο νερό έναντι στο πρόβλημα. Είναι σημαντικό ο πληττόμενος κόσμος στη Θεσσαλία να συνειδητοποιήσει ότι το φαινόμενο δεν ήταν θεομηνία αλλά είχε προβλεφθεί και η αντιμετώπιση του απαιτεί συνολικό σχέδιο και όχι βεβιασμένες κινήσεις. Αντίστοιχα, χρειάζεται να απορριφθεί η λογική της ιδιωτικής ασφάλισης έναντι φυσικών καταστροφών. Η αντιπλημμυρική προστασία είναι δικαίωμα και η οργανωμένη πολιτεία έχει την υποχρέωση να προστατέψει τους πολίτες και τις περιουσίες τους έναντι των πλημμυρών. Τέλος, είναι αναγκαίο να μπολιαστεί γενικότερα η αντίληψη ότι αν δεν γίνουν σημαντικές τομές στον τρόπο που σχεδιάζεται και υλοποιείται ο αντιπλημμυρικός σχεδιασμός επί του παρόντος θα βρεθούμε σύντομα σε αντίστοιχες κοινωνικές και οικονομικές καταστροφές.
Από την έκβαση της μάχης για το τι θα γίνει με το πώς θα αντιμετωπιστεί η μεγαλύτερη έως τώρα κοινωνική και οικονομική καταστροφή από ένα τέτοιας έκτασης καιρικό φαινόμενο, θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό και το πώς θα αντιμετωπιστούν ανάλογες μελλοντικές καταστάσεις.
Τέλος, η πάλη για έναν κοινωνικά και περιβαλλοντικά επωφελή αντιπλημμυρικό σχεδιασμό είναι δεδομένο ότι πρέπει να ειδωθεί ως κομμάτι του ευρύτερου αγώνα για της αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης υπέρ των συμφερόντων της κοινωνικής πλειοψηφίας στον αντίποδα των σχεδίων που την αντιμετωπίζουν ως πεδίο κερδοφορίας.
4. Για την αποκατάσταση των πλημμυροπαθών και της θεσσαλικής πεδιάδας
Προφανώς υπάρχουν άμεσες ανάγκες των πλημμυροπαθών που ακόμη και τώρα πρέπει να καλυφθούν, καθώς η κυβέρνηση και το κράτος κάνουν τα ελάχιστα δυνατά σε άμεσο επίπεδο. Η πρωτοβουλία που πήρε η Αναμέτρηση να στέλνει ομάδες για να βοηθήσουν τους ανθρώπους στον καθαρισμό είναι πολύ θετική και θεωρούμε ότι θα πρέπει να συνεχιστεί. Η παροχή άμεσης βοήθειας στην πράξη παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και στο ψυχολογικό κομμάτι για να μην τα παρατήσουν οι κάτοικοι και εγκαταλειφθεί η περιοχή.
Η έμπρακτη αλληλεγγύη που παρέχουμε είναι πολύ σημαντική γιατί όντως θεωρούμε ότι σε τέτοιες καταστάσεις ο λαός σώζει τον λαό και εκπέμπεται ένα μήνυμα ταξικής και κοινωνικής αλληλεγγύης. Πάνω στους σπόρους της αλληλεγγύης αυτής όμως επιθυμούμε μέσα από την παρέμβασή μας να χτιστεί ένα κίνημα με μαχητικά αιτήματα και διεκδικήσεις προς το κράτος από τους ίδιους τους πληγέντες κατοίκους για την κοινωνική και περιβαλλοντική αποκατάσταση της περιοχής. Πολύ προωθητική θα ήταν η δημιουργία συνελευσεων σε κάθε χωριό που έχει πληγεί για την οργάνωση κάλυψης των άμεσων αναγκών αλλά και για την οργάνωση του αγώνα διεκδικήσεων. Τέτοιες διεκδικήσεις εκτιμούμε ότι είναι οι εξής:
- Άμεση πρόσληψη εκατοντάδων εργαζόμενων στους δήμους και τις περιφέρειες για τον καθαρισμό και την αποκατάσταση των ζημιών στα χωριά.
- Άμεση αποκατάσταση του ηλεκτρισμού, της υδροδότησης και της πρόσβασης στις πληγέντες περιοχές.
- Έχει ξεκινήσει ήδη ο απολογισμός της κατάστασης των σπιτιών με την επίσκεψη κλιμακίων πολιτικών μηχανικών από τη Γενική Διεύθυνση Αντιμετώπισης Επιπτώσεων Φυσικών Καταστροφών (ΓΔΑΕΦΚ) με τη συνδρομή και εθελοντών μηχανικών από την ΕΜΔΥΔΑΣ και το τοπικό ΤΕΕ. Θα υπάρξει πολύ μεγάλο πρόβλημα με την μόνιμη στέγαση των κατοίκων καθώς πολλά σπίτια έχουν ανεπανόρθωτες ζημιές και θα κριθούν ακατάλληλα. Τα αιτήματα θα πρέπει να είναι η κατασκευή όσο πιο γρήγορα μόνιμων κατοικιών από το κράτος, αλλά και η αξιοποίηση ακατοίκητων οικημάτων για την προσωρινή στέγαση. Οι κάτοικοι δεν πρέπει να βάλουν ούτε ένα ευρώ από την τσέπη τους για την αποκατάσταση των κατοικιών τους, λογική που είναι στον αντίποδα του ΦΕΚ (παρόμοιου με την Εύβοια) που αποκαθιστά έως το 80% των ζημιών και το υπόλοιπο 20% είναι άτοκο δάνειο. Ο κίνδυνος είναι να τους φιλοξενήσουν προσωρινά σε κοντέινερ (βλ. δομή Κουτσόχερου Λάρισας) και να μείνουν εκεί για πάντα. Μέχρι να κατασκευαστούν τα σπίτια, οι δήμοι και οι περιφέρειες μπορούν να μισθώσουν σπίτια για την προσωρινή φιλοξενία των πληγέντων. Η ίδια λογική θα πρέπει να ακολουθηθεί και σε όλα τα δημόσια κτίρια π.χ. στα σχολεία όπου υπάρχει τεράστιο πρόβλημα μέχρι στιγμής και ξεκίνησαν τα μαθήματα διαδικτυακά.
- Άμεση χρηματική αποζημίωση των πληγέντων για την κτηνοτροφική και γεωργική παραγωγή. Θα πρέπει να δοθούν κίνητρα (πέρα από την αποζημίωση) στους κατοίκους της περιοχής να συνεχίσουν τη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή. Αυτά θα μπορούσε να είναι θετικά κίνητρα όπως η απαλλαγή φόρων για τα επόμενα π.χ. 5 χρόνια. Με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει να αποφευχθεί το φαινόμενο της ερημοποίησης αλλά και η συγκέντρωση μεγάλων εκτάσεων γης από τους οικονομικά ισχυρότερους.
- Άμεσος καθαρισμός και απομάκρυνση των νεκρών ζώων από εξειδικευμένο προσωπικό με τα κατάλληλα μέσα ασφαλείας.
- Για τις αρρώστιες που ενδεχομένως θα αυξηθούν στην περιοχή θα πρέπει να υπάρχει άμεση ανταπόκριση από τα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας της περιοχής, την ενίσχυσή τους με παραπάνω προσωπικό όπου χρειάζεται και προφανώς μέσω του ΕΟΠΠΥ θα πρέπει όλες οι ιατρικές πράξει να γίνονται δωρεάν ακόμα και σε ιδιωτικά κέντρα. Οτι υγειονομικό υλικό χρειάζεται (μάσκες, γάντια κλπ) θα πρέπει να παρέχεται δωρεάν στους κατοίκους της περιοχής με ευθύνη των αρχών της τοπικής αυτοδιοίκησης.
- Οι αρμόδιοι κρατικοί φορείς σε συνεργασία με τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της περιοχής να υπολογίσουν τις ζημιές και να προχωρήσουν στην αποκατάσταση των ζημιών. Θα πρέπει να γίνει έλεγχος αν τα εδάφη είναι κατάλληλα για καλλιέργεια από το ΥΠΑΑΤ. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρξει καταρχάς τεράστια οικονομική βοήθεια για να μπορέσουν τα χωράφια να καλλιεργηθούν ξανά.
- Για την κτηνοτροφία θα πρέπει να γίνουν απολυμάνσεις στα κοπάδια που απέμειναν και την παροχή ζωοτροφών από το κράτος. Να υπάρξει οργανωμένο σχέδιο για την αποκατάσταση των κοπαδιών που καταστράφηκαν ολοσχερώς με την παροχή ζώων από περιοχές που δεν έχουν πληγεί.
- Οι εργαζόμενοι επιχειρήσεων που έχουν πληγεί θα πρέπει να παίρνουν το μισθό τους από το κράτος μέχρι να αποκατασταθεί η λειτουργία των επιχειρήσεων. Θα πρέπει να υπάρξει και στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων για την επαναλειτουργία τους, ενάντια στη λογική παραίτησης που είναι πιθανό να επικρατήσει στην περιοχή.
- Για τον αντιπλημμυρικό σχεδιασμό συγκεκριμένα στο Θεσσαλικό κάμπο θα πρέπει να γίνει στα πλαίσια της λογικής που αναλύθηκε παραπάνω. Μέσα από τους επιστημονικούς φορείς στους οποίους συμμετέχουμε θα πρέπει να πιέσουμε να γίνουν συζητήσεις και να να γίνουν συγκεκριμένες προτάσεις για την προστασία της περιοχής.
Κλαδική Συνέλευση Βάσης Μηχανικών-Κατασκευής-Ενέργειας-Βιομηχανίας Αναμέτρησης