Χρήστος Βαλλιάνος (ΣΒ Βορειοανατολικών), Παναγιώτης Δήμας (ΣΒ ΜΚΕΒ), Γιώργος Μεγαλιός (ΣΒ Αμπελόκηποι-Γκύζη), Κώστας Παπαβασιλείου (ΣΒ ΜΚΕΒ), Πέτρος Σταύρου (ΣΒ Βορειοανατολικών)
Εκκινώντας από το κεφάλαιο 4.5 της εισήγησης των θέσεων της 2ης τακτικής συνδιάσκεψης της Αναμέτρησης, ανακύπτει μία πλούσια συζήτηση σχετικά με «[…] το ευρύτερο ζήτημα των στρατηγικών αναζητήσεων, ποικίλων γραμμών και επιδιώξεων που απολήγουν σε ανάλογες επιλογές συμμαχιών». Η πολιτική στρατηγική των κομμουνιστικών κομμάτων στη Δυτική Ευρώπη κατά τον 20ό αιώνα χαρακτηρίστηκε από σύνθετες διεργασίες και προκλήσεις που αφορούσαν τη σχέση τους με την εξουσία, τις συμμαχίες και τη δυνατότητα διαμόρφωσης ενός νέου κοινωνικού και πολιτικού υποδείγματος.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα στρατηγικών κεντρικών παρεμβάσεων των δυτικών κομμουνιστικών κομμάτων -κατά τη διάρκεια και το τέλος της «μακράς δεκαετίας του ’60»- αποτελούν τα δύο “ευρωκομμουνιστικά” εγχειρήματα του “Κοινού Προγράμματος” στη Γαλλία (συνεργασία ΚΚ Γαλλίας και Σοσιαλιστικού Κόμματος – ΣΚ) την περίοδο ’81-’85, και του Ιστορικού Συμβιβασμού (στρατηγική συνεργασίας του Ιταλικού ΚΚ με τη Χριστιανοδημοκρατία) τη δεκαετία του ‘70 στην Ιταλία.
Το πρώτο εγχείρημα αφορούσε τη συμμετοχή του ΚΚΓ στην κυβέρνηση, με την βασική κριτική να εστιάζεται στη στρατηγική ανεπάρκεια του ΚΚΓ, η οποία μπορεί να εντοπιστεί στην αδυναμία του να διαμορφώσει μια συνεκτική «γραμμή μαζών» και να μετατρέψει τα κοινωνικά του ερείσματα σε δύναμη πολιτικού και κοινωνικού μετασχηματισμού. Η θεωρία του «κρατικομονοπωλιακού καπιταλισμού» – σύμφωνα με την οποία η «μονοπωλιακή ολιγαρχία», στενά συνδεδεμένη με την κρατική διοίκηση, αντιπαρατίθεται στην «κοινωνία» – και η «κρατιστική» στρατηγική που βλέπει τους κρατικούς μηχανισμούς ως μοχλό για την ανάδειξη του «λαού» στην εξουσία, με την ταυτόχρονη ανάδειξη του ΚΚΓ σε “εθνικό κόμμα”, αποτελούν εκφράσεις αυτής της στρατηγικής αδυναμίας. Η μάχη με το ΣΚ για το ποσοστό των εθνικοποιήσεων – που ουσιαστικά αντανακλούσε την προσπάθεια ενσωμάτωσης στην αντιπολιτευτική στρατηγική της ανάγκης περιορισμού των μη αναπαραγωγικών και κρατικών δαπανών – ανέδειξε την κοινωνική και πολιτική ευελιξία του ΣΚ και την αδυναμία του ΚΚΓ. Στερούμενο του κύριου όπλου του, δηλαδή του μαζικού κινήματος, το ΚΚΓ αδυνατούσε να διεκδικήσει ευνοϊκούς συσχετισμούς δύναμης στον ευρύτερο συνασπισμό της Αριστεράς. Η υπογραφή του «κοινού προγράμματος» αποτέλεσε ένα «στοίχημα με την ιστορία» για τη γαλλική αστική τάξη, παρά την αρχική εντύπωση μιας αριστερής στροφής του ΣΚ. Λειτούργησε ως πεδίο αμείλικτου ανταγωνισμού για την ηγεμονία μεταξύ των δύο βασικών εταίρων και για τη διαχείριση της κρατικής εξουσίας.
Το δεύτερο παράδειγμα (“Ιστορικός Συμβιβασμός”) αφορούσε την προσπάθεια του Ιταλικού ΚΚ να καταλήξει σε πολιτική συμφωνία με τους Χριστιανοδημοκράτες, κατά τη δεκαετία του ’70, με στόχο να κατακτήσει κυβερνητικές θέσεις. Στην περίοδο αυτή, ο ιταλικός κοινωνικός σχηματισμός χαρακτηρίστηκε από δύο σημαντικά φαινόμενα: την άνοδο των ταξικών αναμετρήσεων σε ένα νέο επίπεδο (με κύριες εκφράσεις του τα Μολυβένια χρόνια και κοινωνικές συγκρούσεις, όπως το Θερμό Φθινόπωρο του 1969-1970) και τη δυνατότητα ανατροπής του συσχετισμού δυνάμεων, που οδήγησε σε κρίση τους παραδοσιακούς κυβερνητικούς συνασπισμούς. Οι κοινωνικοί αγώνες περιλάμβαναν αιτήματα όπως εξισωτικές αυξήσεις μισθών, έλεγχο της παραγωγής και σημαντικές σε ένταση και διάρκεια απεργίες, ενώ η ανατροπή του αστικού μπλοκ εξουσίας φάνταζε για πρώτη φορά τακτικά εφικτή σε μία χώρα της Δύσης. Το ΙΚΚ έφθασε στο απόγειο της δύναμής του, κερδίζοντας σημαντικές νίκες στις περιφερειακές και τοπικές εκλογές του 1975, και το 34,4% των ψήφων στις γενικές εκλογές του 1976. Με αυτή την αύξηση ισχύος, το ΙΚΚ διαπραγματεύτηκε τον “Ιστορικό Συμβιβασμό” με τους Χριστιανοδημοκράτες, υποστηρίζοντας την κυβέρνησή τους σε αντάλλαγμα για διαβούλευση σχετικά με πολιτικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, αντί να ενισχύσει τα κινήματα σε μία κατεύθυνση βαθέματος της ταξικής και κοινωνικής σύγκρουσης, επέλεξε μια στρατηγική περιορισμού και ελέγχου τους, στρέφοντάς τα σε πιο παραδοσιακούς, ρεφορμιστικούς στόχους και πολιτικές “έγκρατου βίου”. Αυτή η αντι-ηγεμονική στάση περιόρισε τα ανατρεπτικά-ριζοσπαστικά στοιχεία των κινημάτων, υπονόμευσε τη δυναμική τους και τελικά οδήγησε στον κορπορατισμό και την εξάντληση των μαζών.
Επιπλέον, σε μία ανάστροφη κριτική κατεύθυνση, αξίζει να σημειωθεί ότι κατά τα τέλη της δεκαετίας του ‘70, ο ευρωκομμουνισμός (και εν προκειμένω το ΚΚΕ εσωτερικού) κωδικοποιήθηκε από τμήματα της τότε αριστεράς ως μια αντιφατική πολιτική ιδεολογία που συνδύαζε αποσπασματικές, πλην γόνιμες, κριτικές προς τον σοβιετικό γραφειοκρατικό μαρξισμό, με προσεγγίσεις που αντλούσαν από την κοινοβουλευτική αστική παράδοση και τη σοσιαλδημοκρατία. Αυτή η εσωτερική αντίφαση επέτρεπε τη διαρκή αναπαραγωγή πολιτικά και θεωρητικά γόνιμων αντιπολιτευτικών τάσεων στο εσωτερικό των ευρωκομμουνιστικών κομμάτων, σε αντίθεση με τα πιο συγκεντρωτικά οργανωμένα ρεύματα της αριστεράς εκείνης της περιόδου (όπως το ΚΚΕ και τα λαϊκοδημοκρατικά μ-λ σχήματα).
Το κριτικό πρίσμα υπό το οποίο επιχειρείται να αναλυθούν τα δύο εγχειρήματα, αναδεικνύει, αφενός, το γεγονός πως η όξυνση των αντικαπιταλιστικών αγώνων κατέστησε αναπόφευκτη την κρίση του συνασπισμού εξουσίας και έφερε στο προσκήνιο τη δυνατότητα ανατροπής των αστικών μπλοκ εξουσίας, και αφετέρου, την στρατηγική αδυναμία από την πλευρά της αριστεράς και του κινήματος, καθώς οι στρατηγικές που ακολουθήθηκαν δεν στόχευαν στη διαμόρφωση ενός συνεκτικού μεταβατικού προγράμματος, αλλά εστιάζονταν σε επιμέρους «ρεαλιστικές» βελτιώσεις και διαδικασίες ενσωμάτωσης. Το κράτος κατάφερε να επιδείξει αξιοσημείωτη αντίσταση ακόμα και σε σχετικά ήπιες βελτιωτικές προσεγγίσεις όπου επιχειρήθηκαν, γεγονός που καταδεικνύει τη δυσχέρεια ακόμη και των πλέον συγκρατημένων αριστερών προγραμμάτων να υπερβούν τα όρια των συμπυκνώσεων των ταξικών συγκρούσεων στις κρατικές συγκροτήσεις, καθώς αυτά δεν είχαν την στρατηγική επιδίωξη να συγκρουστούν με αυτές και να τις μεταβάλλουν. Ήταν η ίδια, δηλαδή, η κατεύθυνση των «ρεαλιστικών δεσμεύσεων» που κατέστησαν αδύνατη την περαιτέρω ριζοσπαστικοποίηση ακόμα και σε δεύτερο χρόνο. Συνεπώς, η μελέτη των ιστορικών αυτών εγχειρημάτων υπογραμμίζει τον κίνδυνο εγκλωβισμού της αριστεράς σε μηχανισμούς συνδιαχείρισης, αποστερώντας της τη δυναμική για ουσιώδεις ανατροπές. Η ιστορική εμπειρία διδάσκει ότι η οικοδόμηση μιας αποτελεσματικής στρατηγικής απαιτεί μια σαφή και συνεκτική ταξική κατεύθυνση, ικανή να υπερβαίνει τα όρια της κρατικής ανοχής και να συγκροτεί μια ηγεμονική προοπτική με όρους ταυτόχρονης επιβολής απολύτως αναγκαίων σύγχρονων διεκδικήσεων αλλά/και συνδεόμενης με μια μακροπρόθεσμη πολιτική κοινωνικού μετασχηματισμού.
Βιβλιογραφία:
- Carrillo, S., Λελούδας, Γ., 1977. Ευρωκομμουνισμός και κράτος. Θεμέλιο, Αθήνα.
- Eurocommunism: Its Roots in European Working Class History on JSTOR [WWW Document], n.d. URL https://www.jstor.org/stable/29765658?seq=1 (accessed 2.11.25).
- Poulantzas, N., Hall, S., Hunt, A., Featherstone, D., Karaliotas, L., 2024. Interview with Nicos Poulantzas (April 1979). Soundings 86, 71–91. https://doi.org/10.3898/SOUN.86.04.2024
- Strazzeri, V., 2019. Forging socialism through democracy: a critical review survey of literature on Eurocommunism. Twentieth Century Communism 17, 26–66. https://doi.org/10.3898/175864319827751330
- Αναμέτρηση, 2025. Εισήγηση Θέσεων προς την 2η Τακτική Συνδιάσκεψη της Αναμέτρησης. Αναμέτρηση – οργάνωση για μια νέα κομμουνιστική αριστερά. URL https://anametrisi.gr/eisigisi-theseon-pros-tin-2i-taktiki-syndiaskepsi-tis-anametrisis/ (accessed 2.11.25).
- Κυπριανίδης, Τ., n.d. Η λεωφόρος της δύσης (Σημειώσεις για την ιστορική πορεία του Κ.Κ.Γαλλίας) [WWW Document]. URL http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=133:category-133&catid=102&Itemid=113 (accessed 1.29.25).
- Μπαλαμπανίδης, Ι., 2014. Η ευρωκομμουνιστική στιγμή: προϋποθέσεις, όρια και κληρονομιές (Διδακτορική Διατριβή). Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών. Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας.
- Τσεκούρας, Θ., n.d. Ποιος θυμάται την επανάσταση; [WWW Document]. URL http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=187:category-187&catid=96&Itemid=113 (accessed 1.29.25).
Μπορείτε να παρακολουθήσετε όλα τα σχετικά με την 2η Τακτική Συνδιάσκεψης της Αναμέτρησης που θα διεξαχθεί 28-30/3 του 2025 εδώ.