του Πέτρου Σταύρου, μέλος ΣΒ Βορειανατολικών
Τις τελευταίες ημέρες το «παιχνίδι» του Donald Trump με το «σοκ δασμών» προς ολόκληρη την πλανητική οικονομία σταματάει να έχει σχέση με κάποια ιδιόρρυθμη ορθολογική στρατηγική και αρχίζει να αναδεικνύει τις πολύ μεγάλες αντιφάσεις του.
Με λίγα λόγια, ενώ είναι ορθολογικό να θεωρούνται, η εσωτερική αγορά των ΗΠΑ ως η ατμομηχανή του διεθνούς εμπορίου και η ισχύς του δολαρίου – αποθεματικού νομίσματος, ως ύψιστο νομισματικό προνόμιο με απαιτήσεις από τον υπόλοιπο πλανήτη, ταυτόχρονα φαίνεται ότι αυτές οι δύο πεποιθήσεις, στην περίπτωση του δασμολογικού πολέμου που κήρυξε ο Trump, να μην επαρκούν ως ορθολογικές προϋποθέσεις για βιώσιμες μακροοικονομικές στρατηγικές.
Τις προηγούμενες ημέρες λοιπόν παρατηρήθηκαν τα εξής πρωτοφανή γεγονότα:
Οι δύο μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη, όχι απλά επέβαλλαν ισχυρούς δασμούς, στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές, αλλά στην πραγματικότητα έχουν θεσπίσει κανονικό εμπάργκο, ή μια σε όλα τα προϊόντα της άλλης και αντίστροφα. Αυτό είναι το ένα.
Το άλλο είναι πως για πρώτη φορά αμφισβητούνται τα αμερικάνικα ομόλογα του δημοσίου ως τα ασφαλέστερα επενδυτικά προϊόντα στον κόσμο. Το αν ο βαθμός αμφισβήτησης είναι μικρός ή μεγάλος είναι ακόμα πολύ νωρίς να το πούμε. Αλλά αυτές οι καταστάσεις εξελίσσονται στη μακρά διάρκεια, παρόλη την επιτάχυνση των γεγονότων. Μην ξεχνάμε ότι η κρίση του 2008 είχε ξεπεραστεί το 2010 -11 στις ΗΠΑ αλλά μόλις ξεκινούσε στην ΕΕ. Και μπορεί η Lehman Brothers να έκανε την αρχή αλλά μέχρι και σήμερα, που συμβαίνουν αυτά που συμβαίνουν, με τα προβλήματα της αμερικάνικης οικονομίας, η στεγαστική κρίση έχει ανατρέψει την καθημερινότητα των πληβειακών τάξεων, σε όλες σχεδόν τις χώρες της δύσης και στην Ελλάδα πολύ περισσότερο.
Το τρίτο που συμβαίνει είναι μια ανατροπή της συνήθους ανατίμησης του νομίσματος της χώρας που βάζει τους δασμούς. Αυτό είχε συμβεί και κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Trump. Το δολάριο τότε είχε ανατιμηθεί ενώ τώρα δεν συμβαίνει αυτό. Συνήθως, όταν εισάγεται το δασμολογικό εμπόδιο, οι εμπορικοί εταίροι της χώρας που ορθώνει τους δασμούς υποτιμούν το νόμισμα τους για να αντισταθμίσουν το δασμολογικό εμπόδιο (και άρα ανατιμάται το νόμισμα της χώρας που έβαλε τον δασμό).
Και ενώ συνέβησαν τα παραπάνω «παράδοξα» η συνολική οικονομική πολιτική των ΗΠΑ κινείται πάνω σε τέσσερις αντιφάσεις:
Πρώτον, προσπαθεί να μηδενίσει τα εμπορικά ελλείμματα αλλά αυτό οδηγεί σε μείωση της ποσότητας αμερικάνικων δολαρίων. Ένα αποθεματικό νόμισμα πρέπει να «τυπώνεται» σε τέτοιες ποσότητες ώστε να χρησιμοποιείται από όλον τον πλανήτη γιατί το διεθνές εμπόριο στηρίζεται στο δολάριο. Και ο μοναδικός τρόπος να συμβεί αυτό είναι τα αμερικάνικα ελλείμματα που προσπαθεί ο Trump να μειώσει.
Δεύτερον, προσπαθεί να βρει αγοραστές αμερικάνικου χρέους αλλά η ρήξη με την Κίνα δεν ευνοεί κάτι τέτοιο, αντιθέτως η Κίνα ρευστοποιεί τίτλους αμερικάνικου χρέους και αποσύρεται ανεβάζοντας τις αποδόσεις των αμερικάνικων ομολόγων και καθιστώντας την εξυπηρέτηση του χρέους πιο ακριβή. Αλλά και οι άλλοι αγοραστές αμερικάνικου χρέους (Ευρώπη, Ιαπωνία) που βλέπουν το δολάριο να υποτιμάται μειώνουν τις θέσεις τους σε δολάρια και κατευθύνονται σε άλλα ρευστοποιήσιμα assets.
Τρίτον. H κήρυξη του γενικευμένου εμπορικού πολέμου δημιουργεί στάση επενδύσεων και μεγάλη μεταβλητότητα στα χρηματιστήρια. Ως επακόλουθο τα μεγάλα hedge fund προσπαθούν να ρευστοποιήσουν αμερικάνικα ομόλογα, για να κλείσουν «τρύπες» μετοχών, πρακτική που επίσης αυξάνει τις αποδόσεις των αμερικάνικων ομολόγων και ακριβαίνει την αποπληρωμή του αμερικάνικου χρέους.
Τέλος, το γεγονός ότι το δολάριο υποτιμάται απειλεί τη δεύτερη προϋπόθεση για να είναι ένα νόμισμα και αποθεματικό νόμισμα. Η εμπιστοσύνη των συναλλασσόμενων στο αποθεματικό νόμισμα στηρίζεται στο ότι αυτό το νόμισμα διατηρεί την αξία του.
Δεν τα γνωρίζουν τα παραπάνω οι αμερικανοί αξιωματούχοι; Τα γνωρίζουν βεβαίως μέσω του γνωστού διλήμματος του Triffin. Ο βελγοαμερικάνος οικονομολόγος Robert Triffin ισχυρίστηκε, τη δεκαετία του 60, ότι η χώρα που κατέχει το αποθεματικό νόμισμα πρέπει με κάποιο τρόπο να προμηθεύει τον υπόλοιπο κόσμο με το νόμισμα της που αποτελεί τη βάση των εμπορικών δραστηριοτήτων. Ο αρχισύμβουλος του Trump, Stefen Miran, αυτό ακριβώς ισχυρίζεται και γιαυτό είναι υπέρμαχος των δασμών. Η πρόταση του λέει πως πρέπει η Αμερική, ως εκδότης του αποθεματικού νομίσματος, πρέπει μονομερώς να πιέσει τις υπόλοιπες οικονομίες να συρθούν σε συμφωνία. Αυτή η συμφωνία πρέπει, ταυτόχρονα, να μειώνει το αμερικάνικο εμπορικό έλλειμμα αλλά και να διατηρεί φθηνή τη χρηματοδότηση του αμερικάνικου χρέους. Σύμφωνα με τη λογική του Miran, οι υπόλοιπες χώρες είναι υποχρεωμένες να το κάνουν αυτό διότι οι ΗΠΑ εξυπηρετούν όλον τον πλανήτη με το δολάριο. Πρόκειται για την σύγκρουση της τεχνικής της δημιουργίας διαπραγματευτικού πλεονεκτήματος, μέσω της καταστροφής και της εκτόξευσης του ρίσκου, με την ιστορική τάση της παρακμής της παραγωγικότητας του δυτικού καπιταλισμού.
Θα ηττηθεί η πολιτική του Trump από τις αντιφάσεις της ή θα βρεθεί κάποια άλλη διέξοδος, πχ ένα ανανεωμένο δολάριο, στη βάση μιας νέας συμφωνίας ή κάποιο άλλο νόμισμα μιας άλλης μεγάλης οικονομίας; Είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί το δολάριο, ως αποθεματικό νόμισμα, τα αμέσως επόμενα χρόνια και δεν επαρκούν οι αντιφάσεις της αμερικάνικης πολιτικής για να το κάνουν αυτό. Προς το παρόν ας κρατήσουμε την εξής υπόθεση εργασίας: Το δολάριο θα αποκαθηλωθεί από τη θέση του αν ισχύσουν οι εξής προϋποθέσεις, α) η ευημερία του αμερικάνικου λαού λάβει νέο περιεχόμενο, μέσω νέων ταξικών και πολιτικών αγώνων, β) το δολάριο να αμφισβητηθεί, όχι μόνο από την Κίνα αλλά και από τις χώρες των G10 και γ) μαζί με τους χρηματοπιστωτικούς παράγοντες να υπάρξουν και οι γεωπολιτικοί, δηλαδή, να θελήσει κάποια μεγάλη οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση να παίξει τον ρόλο που μέχρι τώρα κατείχαν οι ΗΠΑ.