Αναδημοσίευση από ΜΑΧΗ – Ανεξάρτητη Ενωτική Ταξική Κίνηση
Πριν λίγες μέρες ψηφίστηκε ο νέος νόμος της κυβέρνησης για τις “συλλογικές συμβάσεις εργασίας”. Ένας ακόμα νόμος που ψηφίστηκε για εμάς χωρίς εμάς, τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, τα σωματεία και τις εργατικές συλλογικότητες που έρχεται να ρυθμίσει τον κατώτατο μισθό στη βάση ενός αλγορίθμου! Κάνοντας στην ουσία ένα ακόμα βήμα στην κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφού επιχειρεί να επισφραγίσει τον καθορισμό του κατώτατου μισθού από το κράτος, και όχι από διαπραγματεύσεις μεταξύ εργαζομένων και εργοδοτών, όπως συνέβαινε μέχρι τα μνημόνια.
Πιο συγκεκριμένα, ο νόμος, αρχής γενομένης από το 2028, ορίζει ότι ο καθορισμός του κατώτατου μισθού θα γίνεται στη βάση ενός μαθηματικού τύπου. Ο εν λόγω μαθηματικός τύπος με τον οποίο θα προκύπτει ο κατώτατος μισθός έχει δύο βασικούς συντελεστές: Ο ένας είναι ο πληθωρισμός, ειδικά για τα νοικοκυριά στο χαμηλότερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας και η αύξηση της παραγωγικότητας της οικονομίας. Όσο ο κατώτατος μισθός καθοριζόταν από τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, το κράτος έκανε την παραδοχή ότι το ύψος του κατώτατου μισθού καθορίζεται ουσιαστικά από την ταξική αντιπαράθεση. Αυτό σταμάτησε με τα μνημόνια. Σήμερα, έρχεται να κάνει ένα βήμα παραπέρα, παίρνοντας ακόμα περισσότερο θέση στον ταξικό συσχετισμό, υπέρ των εργοδοτών και επιχειρώντας να τον παρουσιάσει ως “αντικειμενικά καθορισμένο” μέσα από μαθηματικό τύπο, λες και είναι λύση σε κάποιο μαθηματικό πρόβλημα. Αυτή η λογική εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο της λογικής του τεχνοκρατισμού, που επιχειρεί να καλλιεργήσει την αντίληψη ότι τα πολιτικά ζητήματα τα λύνουν τεχνοκράτες με “επιστημονικό τρόπο”, και δεν χωράνε πολιτική συζήτηση και αγώνες.
Δεν έχει σημασία να μπούμε σε πολλές λεπτομέρειες, αλλα θα σημειώσουμε το εξής: Η παραγωγικότητα της εργασίας (δηλαδή τι αξίες παράγονται κατά μέσο όρο σε μια εργατοώρα) στην Ελλάδα είναι σχετικά χαμηλή σε σχέση με άλλες χώρες της ΕΕ, και πρακτικά καθηλωμένη από την περίοδο της οικονομικής κρίσης. Η αύξηση της παραγωγικότητας προϋποθέτει επενδύσεις κεφαλαίου, τις οποίες όμως το ελληνικό κεφάλαιο δεν βρίσκει λόγο να κάνει, αφού μπορεί και εμφανίζει τεράστια ποσοστά κέρδους, επειδή έχει κατορθώσει να αυξήσει τρομακτικά την εκμετάλλευση των εργαζομένων, ειδικά αν δούμε τα στοιχεία για τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο μεγάλες επιχειρήσεις. Έτσι η χαμηλή παραγωγικότητα θα μπαίνει στον αλγόριθμο και θα κρατάει χαμηλά τον κατώτατο μισθό, που με τη σειρά του θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να μας εκμεταλλεύονται, βαθαίνοντας τον φαύλο κύκλο της εκμετάλλευσης.
Την ίδια στιγμή, ο “παντογνώστης” αλγόριθμος, επιτρέπεται να παραβιάζεται, αλλά μόνο για να διατηρήσει τον κατώτατο μισθό παγωμένο προς τα κάτω. Ο νόμος προβλέπει 7 νομικές εξαιρέσεις για το πάγωμα των αυξήσεων:1) τη σημαντική ύφεση της οικονομίας, 2) τη μεγάλη απόκλιση του πληθωρισμού από το στόχο της ΕΚΤ, 3) την σημαντική ανισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, 4) την σημαντική αύξηση του ποσοστού της ανεργίας, 5) την απόκλιση από τον διάμεσο μισθό. 6) την υπέρβαση των “δημοσιονομικών δυνατοτήτων της χώρας, 7) έκτακτες περιστάσεις. Από τη μία ακριβής μαθηματικός τύπος, από την άλλη ασαφή παραθυράκια που θα μπορεί να ερμηνεύει κατά βούληση η εκάστοτε κυβέρνηση για να παγώσει ενδεχόμενες αυξήσεις, αν γίνει κανένα “ατύχημα” και ο αλγόριθμος βγάλει λίγο μεγαλύτερα ποσά.
Όλα αυτά στο πλαίσιο της ενσωμάτωσης της Οδηγίας 2022/2041 «για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση» Η οδηγία αναφέρει πως οι κυβερνήσεις έχουν το δικαίωμα να αποφασίζουν για τον τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού, αλλά δεν είναι τυχαίο ότι 21 από τις 27 χώρες της ΕΕ εφαρμόζουν τον ίδιο τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού, δηλαδή με νομοθετική θέσπιση. Η ευρωπαϊκή οδηγία έχει διακηρυγμένο στόχο να καλυφθεί το 80% τουλάχιστον των εργαζομένων σε κάθε χώρα από ΣΣΕ, προφανώς για λόγους “αθέμιτου ανταγωνισμού”. Ως προς αυτό το κομμάτι, η ελληνική κυβέρνηση με το νόμο που έφερε μένει σε ευχολόγια, αφού έχουν ξεδοντιαστεί τα εργαλεία που διασφάλιζαν την ύπαρξη ΣΣΕ για την πλειοψηφία των εργαζομένων ως τα μνημόνια. Παράλληλα, παρακάμπτει ολόκληρα τμήματα της οδηγίας, όπως για παράδειγμα τις ΣΣΕ στο Δημόσιο.
Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις πριν από το 2012 και την επιβολή των μνημονιακών μέτρων αποτελούσαν τον μοναδικό τρόπο καθορισμού του κατώτατου μισθού. Γι αυτό κάναμε λόγo για την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) η οποία αποτελούσε το αποτέλεσμα των συλλογικών διαπραγματεύσεων της ένωσης εργοδοτών με την συνδικαλιστική συνομοσπονδία των εργαζομένων (ΓΣΕΕ). Πλέον, από το 2012 και μετά, ο κατώτατος μισθός προκύπτει από νόμο, χωρίς συλλογικές διαπραγματεύσεις. Τώρα αυτό θα θεσμοθετηθεί στη βάση της παραγωγικότητας και της οικονομίας. Εν ολίγοις, η ακρίβεια, οι λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος, το ύψος των ενοικίων, η ιδιωτικοποίηση της υγείας, της παιδείας, όλα αυτά που μας κάνουν να μη βγάζουμε το μήνα δεν είναι αρκετά για την κυβέρνηση και τις ευρωπαϊκές πολιτικές για να διαπραγματευτούμε τον κατώτατο μισθό με βάση τις δικές μας ανάγκες κι όχι με βάση την “παραγωγικότητα” και την “ανάπτυξη”.
Επίσης, εξίσου σημαντικό είναι η ακόμη μεγαλύτερη αποδυνάμωση στη διαπραγματευτική ισχύ των σωματείων και των συλλογικών δομών των εργαζόμενων. Την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση βάζει φόρο ακόμη και στις συνδρομές των σωματείων, θεσμοθετεί επίσημα ότι οι συλλογικές δομές των εργαζόμενων δεν έχουν λόγο για το ύψος του κατώτατου μισθού!
Στην ουσία πρόκειται για μια αυταρχική νεοφιλελεύθερη πολιτική που εμπεδώνει την απαγορευση των γενικών συλλογικών διαπραγματεύσεων. Εντάσσεται, δε, στην συνολικότερη στρατηγική του αστικού συνασπισμού εξουσίας· η ευρωπαϊκή οδηγία ήταν μόνο η αφορμή.
Σε μια συγκυρία που ο κατώτατος μισθός ασθμαίνοντας ανεβαίνει βαριά έως 50 ευρώ το χρόνο κι οι ανάγκες μας αυξάνονται ολοένα λόγω του πληθωρισμού της απληστίας και των υπερκερδών, εμείς δεν θα δεχτούμε “τεχνοκρατικές” λύσεις, δηλαδή βαριά ταξικές. Η ηγεσία των ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ δεν έβγαλαν άχνα για το συγκεκριμένο νομοσχέδιο. Ενώ μάλιστα οι μεταρρυθμίσεις αυτές είχαν ήδη βγει στη δημοσιότητα, η ΓΣΕΕ προκήρυξε μία απεργία με βασικό αίτημα “τη ρύθμιση της αγοράς”. Αυτος ο συνδικαλιστικός θεσμός δεν έχει καμία σχέση με την ταξική προσήλωση που θα έπρεπε να επιδείξει, σε αντίστοιχο βαθμό με αυτήν που δείχνουν η κυβέρνηση και τα “κόμματα εξουσίας”. Ο “δικός μας συνδικαλισμός” περιλαμβάνει όχι απλά την αποκάλυψη των προθέσεων και των πράξεων του “κόσμου της εργοδοσίας”, αλλά και την οργάνωση των συλλογικών αντιστάσεων και διεκδικήσεων του κόσμου της δουλειάς.
Σήμερα απαιτείται να βάλουμε τις δικές μας ανάγκες μπροστά. Να δυναμώσουμε τη δράση μας στα συνδικάτα μας. Κανένας μαθηματικός τύπος και κανένας τεχνοκράτης δε θα κανονίζει το μισθό μας. Εδώ και τώρα να βάλει το συνδικαλιστικό κίνημα τη δική του ατζέντα:
- Αυξήσεις στους μισθούς στο ύψος των αναγκών μας
- Επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων
- Συλλογικές συμβάσεις εργασίας
- Τα συνδικάτα να το απαιτήσουν, να το διαπραγματευτούν.
Σ’ αυτήν την κατευθυνση χρειάζεται να δράσουμε από κοινού όλα τα αγωνιστικά ρεύματα, οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες που αναζητούν μια άλλη προοπτική για το παρόν συνδικαλιστικό κίνημα.
MAXH
Ανεξάρτητη Ενωτική Ταξική Κίνηση