Μάθε περισσότερα για την ιδρυτική μας συνδιάσκεψη 11-13/3/2022.άτ
Το 1867, οι σουφραζέτες στο Κάνσας των ΗΠΑ υιοθέτησαν το ηλιοτρόπιο ως σύμβολο των τεράστιων κινητοποιήσεών τους. Στο πλαίσιο της δράσης τους για τη διεκδίκηση πολιτικών δικαιωμάτων, με κεντρικό αυτό της ψήφου, αποφάσισαν πως το χρυσαφένιο λουλούδι θα συμβολίζει στο εξής τον ήλιο, και την ιδέα του φωτός και της ορατότητας. Μέσα σε λίγο καιρό, το χρυσαφένιο χρώμα τους απλώθηκε και κάλυψε ολόκληρο το χάρτη των ΗΠΑ. Με αφορμή το ξεκίνημα αυτού του ταξιδιού στα πάντα γοητευτικά νερά της ριζοσπαστικής αριστεράς, θεωρήσαμε χρήσιμο να εισφέρουμε στη συζήτηση κάποιες σκέψεις για το που βρισκόμαστε σήμερα και που ελπίζουμε να πάμε, για το ευρύτερο πρόβλημα της υποεκπροσώπησης (ή της μειωμένης συμμετοχής) των γυναικών και των λοατκι υποκειμένων στην πολιτική, αλλά και για τις λύσεις που υιοθετούνται συνήθως από πολιτικά κόμματα και οργανώσεις.
Σε ένα ευρύτερο επίπεδο, η μειωμένη παρουσία των γυναικών και των λοατκι ατόμων στην αρένα της πολιτικής, αλλά κυρίως στις ανώτερες θέσεις με ηγετικά χαρακτηριστικά, εκλεγμένες ή μη, είναι μάλλον προφανής σε όλες και όλους. Είναι ενδεικτικό ότι, με βάση δεδομένα που αφορούν το σύνολο των χωρών της Ε.Ε., δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή καμία χώρα όπου οι γυναίκες εκλεγμένες στο εκάστοτε κοινοβούλιο να υπερβαίνουν το 50% του συνόλου των βουλευτών, με τις περισσότερες να μην το προσεγγίζουν καν. [1] Η κατάσταση αυτή διαπνέει και τους κόλπους της αριστεράς, μιας και αυτή φυσικά δεν εξαιρείται από το πατριαρχικό πλαίσιο που δομεί συνολικά τις σύγχρονες κοινωνίες. Η μειωμένη συμμετοχή των γυναικών και των λοατκι ατόμων παρατηρείται και στο εσωτερικό της νέας οργάνωσης, που τον Ιανουάριο του 2022 αριθμεί 504 μέλη, με 217 από αυτά να είναι γυναίκες, ποσοστό που ανέρχεται στο 43% του συνόλου.
Ένα σημείο τομή στην αντιμετώπιση των ανισοτήτων στο πεδίο της συμμετοχής και της εκπροσώπησης (που δεν αφορούν μόνο τις γυναίκες και τα λοατκι υποκείμενα, αλλά το σύνολο των κοινωνικών ομάδων και κατηγοριών που έχουν υποστεί θεσμική διάκριση και καταπίεση), είναι η εισαγωγή της έννοιας των θετικών διακρίσεων στο δημόσιο διάλογο. Η έννοια αυτή χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον πρόεδρο των ΗΠΑ το 1961, με στόχο τη διασφάλιση της ισότιμης πρόσληψης και μεταχείρισης όλων από το αμερικάνικο δημόσιο, ανεξαρτήτως χρώματος, φυλής και φύλου. Έκτοτε, η έννοια των θετικών διακρίσεων έχει εφαρμοστεί ανά τον κόσμο με διαφορετικούς τρόπους και στόχους, και έχει συζητηθεί εκτενώς από το φεμινιστικό κίνημα και τις γυναίκες και τα λοατκι άτομα που δραστηριοποιούνται σε κόμματα και πολιτικές οργανώσεις.
Ως θετικές διακρίσεις μπορούμε να ορίσουμε γενικώς τις ενεργές και με κάποιο τρόπο θεσμικά κατοχυρωμένες προσπάθειες να αντιμετωπιστούν οι ανισότητες στη συμμετοχή και την εκπροσώπηση, αλλά και η διακριτική μεταχείριση, των καταπιεζόμενων κοινωνικών ομάδων. Κεντρική στη συζήτηση περί θετικών διακρίσεων, στο πεδίο των πολιτικών κομμάτων και οργανώσεων, είναι η έννοια των ποσοστώσεων, δηλαδή της θέσπισης ενός συγκεκριμένου ποσοστού γυναικών και λοατκι ατόμων (στην περίπτωσή της συζήτησης περί έμφυλων ανισοτήτων) επί των υποψηφίων ή των μελών ενός εκλεγμένου οργάνου. Αυτό σημαίνει πως οι ποσοστώσεις εγγυώνται ένα συγκεκριμένο βαθμό υποψηφιότητας ή/και εκπροσώπησης των γυναικών και λοατκι ατόμων στα εκλεγμένα όργανα. Έχει ενδιαφέρον ότι ποσοστώσεις φύλου ισχύουν στα περισσότερα κομμουνιστικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης.
Όπως καταλαβαίνουμε εμείς τις ποσοστώσεις, αυτές δεν αποτελούν το σύνολο της λύσης, αλλά ένα σημαντικό μέτρο στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής για την καταπολέμηση του σεξισμού στο εσωτερικό μας και της μάχης που δίνουμε συλλογικά ενάντια στην πατριαρχία. Το μέτρο αυτό αποσκοπεί στο αντιστάθμισμα μιας προηγούμενης ανισότητας: στο βαθμό που η νέα μας οργάνωση υπάρχει εντός μιας πατριαρχικής κοινωνίας, και όλες, όλα και όλοι μας μαθαίνουμε από αυτήν να βλέπουμε τον κόσμο αρχικά με συγκεκριμένα γυαλιά, είναι μάλλον σίγουρο ότι οι έμφυλες ανισότητες θα επηρεάζουν και τον εσωτερικό μας τρόπο λειτουργίας. Το πιθανότερο είναι ότι χωρίς τις ποσοστώσεις η συμμετοχή των γυναικών και των λοατκι ατόμων στα εκλεγμένα όργανα (αλλά και συνολικά στη συλλογική ζωή) θα είναι σημαντικά πιο περιορισμένη σε σχέση με τους cis άντρες. Με αυτό δεν θέλουμε να πούμε πως υφίσταται σε συνειδητό επίπεδο κάποια προσπάθεια περιορισμού των έμφυλων υποκειμένων. Αντίθετα, η ύπαρξη όλων μας εντός μιας πατριαρχικής συνθήκης κατασκευάζει μια αντίληψη ότι οι γυναίκες και τα λοατκι υποκείμενα προορίζονται κυρίως για ρόλους πιο υποστηρικτικούς και λιγότερο «ηγετικούς», σε αντίθεση με τους cis άνδρες, η επιτέλεση της ταυτότητας των οποίων συνδέεται άρρηκτα με τη διεκδίκηση τέτοιων ρόλων. Συχνά, μάλιστα, τα υποκείμενα εσωτερικεύουν αυτές τις κατασκευές, μαθαίνουν να βλέπουν κάπως έτσι τους εαυτούς τους και δυσκολεύονται να φανταστούν τρόπους να υπάρχουν έξω από τους στερεοτυπικά αναμενόμενους (τουλάχιστον μέχρι να μπει στη ζωή τους ο φεμινιστικός μετασχηματισμός και η απελευθερωτική του δύναμη). Επιπλέον, οι γυναίκες και τα λοατκι άτομα που ζουν σε μια πατριαρχική κοινωνία βιώνουν μια περαιτέρω καταπίεση να υπερβαίνουν συνεχώς τις χρονικότητες που τους επιτάσσονται από τους πατριαρχικούς στερεοτυπικούς ρόλους (π.χ. εργαζόμενες μητέρες), με αποτέλεσμα να δημιουργούνται διαφορετικές ταχύτητες πολιτικής ενασχόλησης. Έτσι, φυσικοποιείται μια συνθήκη υποεκπροσώπησης των γυναικών και των λοατκι ατόμων, επειδή τόσο οι ίδιες και τα ίδια, όσο και οι συλλογικότητες, διαπαιδαγωγούνται ώστε να τις/τα βλέπουν, εν τέλει, ως λιγότερο πολιτικές υπάρξεις.
Έτσι, η θέσπιση ποσοστώσεων δεν αποτελεί στο μυαλό μας μια συνολική λύση απέναντι σε μια συνολική συνθήκη. Αποσκοπεί, όμως, και πετυχαίνει στην πράξη, να εξισώνει το βήμα (με έναν τεχνητό τρόπο που όμως είναι απαραίτητος αν δεν θέλουμε να διαιωνιστεί η ανισότητα στην εκπροσώπηση ως το επέκεινα μιας κοινωνίας χωρίς πατριαρχία) και να εξασφαλίζει μεγαλύτερη ορατότητα τόσο στα έμφυλα υποκείμενα όσο και, ελπίζουμε, σε έναν διαφορετικό τρόπο άσκησης της πολιτικής, αποσυνδεδεμένο από τη συνθήκη της αρρενωπότητας. Επιπλέον, η αλλαγή που επέρχεται σε υλικό επίπεδο λειτουργεί και με όρους διαπαιδαγώγησης, τόσο για τα έμφυλα υποκείμενα στα οποία είναι πια πιο εύκολο να δουν τους εαυτούς τους σε μια ποικιλία θέσεων και ρόλων, αλλά και για το σύνολο της νέας οργάνωσης που καλείται να κανονικοποιήσει μια πιο ισότιμη συνθήκη συμμετοχής, όπου το φύλο παύει σταδιακά να αποτελεί όριο. Επιλέγουμε, λοιπόν, να βλέπουμε τις ποσοστώσεις ως ένα μεταβατικό μέτρο, γιατί ελπίζουμε κάποια στιγμή να πάψουμε να τις έχουμε ανάγκη, και η ισότιμη συμμετοχή και εκπροσώπηση ανεξαρτήτως φύλου να προκύπτει φυσικά για τη συλλογική μας ζωή.
Οι ποσοστώσεις, αν και μάλλον το αποτελεσματικότερο μέτρο κατά της υποεκπροσώπησης, σίγουρα δεν αρκούν αν θέλουμε να δημιουργήσουμε τους όρους εκείνους για μια συνολικά πιο ισότιμη ύπαρξη όλων μας στη νέα οργάνωση. Είναι πολύ σημαντικό να αναθεωρήσουμε, επιπλέον, τον έμφυλα προσδιορισμένο καταμερισμό των αρμοδιοτήτων ανάμεσα στα μέλη και τα στελέχη μας. Ο παραδοσιακός καταμερισμός εργασιών περιγράφει συχνά μια συνθήκη που τα έμφυλα υποκείμενα φέρουν διάφορες οργανωτικές αρμοδιότητες (πανό, φεστιβάλ κλπ.), ασχολούνται ενεργά με θεματικές ομάδες (φύλου, περιβάλλοντος κλπ.), ή καταλαμβάνουν θέσεις σχετικές με την εξυπηρέτηση της συλλογικής άποψης, ενώ οι θεωρούμενες «βαριές» (π.χ. εργασιακά) ή «αμιγώς πολιτικές» (π.χ. μέτωπα, στρατηγικός στοχασμός) πλευρές της δράσης μας αναλαμβάνονται συστηματικά από cis άντρες. Στον πυρήνα της η συνθήκη αυτή φέρει μια συγκεκριμένη αντίληψη του πολιτικού, η οποία είναι στενά ανδροκεντρική και βασίζεται στο διαχωρισμό των πτυχών της δράσης μας σε δυο ταχύτητες. Είναι γεγονός ότι ολόκληρη η σφαίρα της πολιτικής στις πατριαρχικές κοινωνίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την αρρενωπότητα, συνθήκη που προέρχεται από την αρχετυπική διαίρεση που θέλει τους άνδρες συνώνυμους του δημόσιου χώρου και τις γυναίκες περιορισμένες στον ιδιωτικό.
Απέναντι σε αυτήν την έμφυλα δομημένη πραγματικότητα, θεωρούμε ότι πρέπει να προτάξουμε μια νέα αντίληψη για την έννοια του μέλους αλλά και συνολικά για τη συλλογική μας ζωή. Κεντρική πρέπει να είναι η προσπάθειά μας να ταράξουμε λίγο τα νερά και να πειραματιστούμε με νέους τρόπους να κάνουμε πολιτική. Με την ίδρυση της νέας οργάνωσης, να μην αρκεστούμε σε έναν αυτόματο, “business as usual” καταμερισμό των καθημερινών αρμοδιοτήτων σε επίπεδο βάσης και χρεώσεων στα εκλεγμένα όργανα, αλλά να γίνουμε όλες, όλοι και όλα οργανικό κομμάτι της προσπάθειας να αρθεί στην πράξη ο έμφυλα προσδιορισμένος τρόπος που δραστηριοποιούμαστε εντός της. Για να γίνει αυτό συνεπάγεται ότι σύντροφοι με κεντρικούς ρόλους, που καλύπτουν πολλά νευραλγικά καθήκοντα και γίνονται αντιληπτοί από τους χώρους που συνομιλούμε ως “συντονιστές”, θα συμβάλουν στην συμπερίληψη υποχωρώντας αυτοβούλως απο αυτά ,προτρέποντας και υποστηρίζοντας ταυτόχρονα ενεργά τις γυναίκες και τις θηλυκότητες που θα τα αναλάβουν. Σημαίνει επίσης ότι η όποια υποστήριξη δε θα επιβάλλει την υιοθέτηση αρρενωπών συμπεριφορών και χαρακτηριστικών προκειμένου να χωρέσουν τα άτομα στις θέσεις αυτές. Είναι αναγκαίο, επίσης, να επενδύσουμε χρόνο και όρεξη στο να διαμορφώσουμε πραγματικά συμπεριληπτικές διαδικασίες, που θα απομακρυνθούν από το μοντέλο του άνδρα στελέχους που κυριαρχεί στη συζήτηση μέσω μακροσκελών τοποθετήσεων. Η ουσιαστική συμπερίληψη περνάει και μέσα από τον αυτοπεριορισμό τέτοιων τάσεων, με στόχο να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον με πραγματικά ανοιχτά χαρακτηριστικά που χωράει τοποθετήσεις και τρόπους έκφρασης πολλών αποχρώσεων.
Όλα αυτά αποτελούν πτυχές μιας συνολικότερης στρατηγικής για την εξάλειψη των σεξιστικών καταλοίπων εντός της οργάνωσης, μια προσπάθεια που είναι αλληλένδετη με την ευρύτερη μάχη ενάντια στην πατριαρχία την οποία δίνουμε συλλογικά. Δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι τα πράγματα αλλάζουν μόνο με τις αποφάσεις μιας συνδιάσκεψης, αλλά έχουμε δει γενναία βήματα να γίνονται, και θέλουμε να αποτελούμε κομμάτι αυτής της κίνησης προς τα εμπρός. Ελπίζουμε ήδη από την πρώτα της βήματα, η νέα μας οργάνωση να ενσωματώσει στο τώρα τα ηλιοτρόπια του σήμερα, πτυχές μιας πραγματικότητας μακριά από έμφυλους διαχωρισμούς, οραματικής αλλά κυρίως αναγκαίας.
Αναστασία Αλεξάκη, Συνέλευση Κυψέλης-Πατησίων-Γαλατσιου
Αναστασία Ευστράτογλου, Συνέλευση Ανατολικών
[1] https://data.worldbank.org/indicator/SG.GEN.PARL.ZS Με βάση αυτά τα δεδομένα, το 2019 μόνο η Σουηδία (46.99%), η Φινλανδία (46%), η Ισπανία (44%) και η Ελβετία (41.5%) παρουσιάζουν ποσοστά άνω του 40% στην εκπροσώπηση των γυναικών στα εθνικά τους κοινοβούλια. Τα δεδομένα που αφορούν τα λοατκι άτομα είναι δυσεύρετα και συχνά αναξιόπιστα.