Την ώρα που δημοτικότητα της κυβέρνησης βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό από την αρχή της διακυβέρνησης, με τις αγωνιστικές δυνάμεις των φοιτητικών συλλόγων να ισχυροποιούνται με βαση τις πρόσφατες εκλογές και την ακαδημαϊκή κοινότητα να κλείνει για ακόμα μια φορά την πόρτα στην πανεπιστημιακή αστυνομία, το υπουργείο επιχειρεί να φέρει με φαστ τρακ διαδικασίες στη βουλή το νέο νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια. Είναι η 3η νομοθετική πρωτοβουλία που έχει πάρει η κυβέρνηση της ΝΔ για την παιδεία μέσα στα 3 χρόνια διακυβέρνησής της, καταδεικνύοντας την ιδεολογική εμμονή νεοφιλελεύθερης κατεύθυνσης ενάντια στη δημόσια και δωρεάν παιδεία. Ένα νόμο που μέσα από 345 άρθρα ορίζει εξ ολοκλήρου την λειτουργία του πανεπιστημίου σε όλες του τις πτυχές. Κυρίες στοχεύσεις του εν λόγω νομοσχεδίου δεν είναι άλλες από τις πάγιες κατευθύνσεις του κεφαλαίου σε μια σειρά από τομείς: η εμβάθυνση της επιχειρηματικής λειτουργίας, η καθιέρωση ενός αυταρχικού τρόπου διοίκησης και το χτύπημα στην επαγγελματική προοπτική των αποφοίτων διαπερνούν οριζόντια και κάθετα όλες του τις διατάξεις.
Οι αλλαγές στον τρόπο συγκρότησης των προγραμμάτων σπουδών έρχονται να ενισχύσουν τον ατομικό δρόμο ως κυρίαρχη αντίληψη στο φοιτητικό σώμα, εξαφανίζοντας κάθε πιθανότητα ενιαίας συλλογικής κατοχύρωσης των μελλοντικών εργαζόμενων στον εκάστοτε κλάδο. Ο κατακερματισμός των γνωστικών αντικειμένων που έχει ως αποτέλεσμα την άρση της σχέσης του γνωστικού αντικειμένου με τον εκάστοτε κλάδο, έρχεται ως απάντηση στα κυρίαρχα ερωτήματα περί “κινητικότητας ‘’ των φοιτητών και όχι μόνο (βλ. ΥΔ, ερευνητικό και διδακτικό προσωπικό κλπ) και ‘’ διεπιστημονικότητας ‘’. Τα πανεπιστήμια θα δίνουν πλέον μαζικά πιστοποιήσεις χωρίς αντίκρισμα στην αγορά εργασίας και σε συνδυασμό με τη μείωση των εισακτέων, θα λειτουργούν ως έμποροι ελπίδας μοιράζοντας τίτλους χωρίς προοπτική. Οι σχολές γίνονται πλέον σούπερ μάρκετ παροχής δεξιοτήτων και πιστοποιήσεων με τη χρήση εργαλείων μέτρησης ( ECTS ), σε πλήρη αντίθεση με τις εργασιακές και μορφωτικές ανάγκες της νεολαίας και της κοινωνίας. Αυτή η συνθήκη εντείνει του ταξικούς και κοινωνικούς φραγμούς τόσο εντός του φοιτητικού σώματος όσο και εν γένει στον κόσμο που εργάζεται και σπουδάζει εντός των Ακαδημαϊκών ιδρυμάτων.
Προκειμένου να θωρακίσει τις αλλαγές, η κυβέρνηση οργανώνει μία αυταρχική στροφή και στο επίπεδο διοίκησης των πανεπιστημίων. Έτσι, η πανεπιστημιακή αστυνομία βρίσκει συνοδοιπόρο στα συμβούλια διοίκησης όπου συμμετέχουν πλέον ισότιμα στη διοίκηση των ιδρυμάτων εξωπανεπιστημιακοί μάνατζερ και πρώην στελέχη επιχειρήσεων και στελέχη διεθνών οργανισμών. Πρόκειται για βαθύτατο πλήγμα στη δημοκρατική λειτουργία των ιδρυμάτων που συνδυάζεται με τη χουντικής έμπνευσης παρέμβαση του υπουργείου στους φοιτητικούς συλλόγους, όπως αυτή αποκρυσταλλώνεται στην είσοδο της πανεπιστημιακής αστυνομίας και στο σύνολο του νόμου Κεραμέως-Χρυσοχοϊδη. Το υπουργείο ουσιαστικά επιχειρεί να απαγορεύσει τη συνδικαλιστική δράση και τους φορείς της και να τους αντικαταστήσει με τα “συμβούλια φοιτητών” που θα εκλέγονται με ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και ενιαία ψηφοδέλτια υπό την αιγίδα του υπουργείου. Έτσι νομίζει η υπουργός ότι θα αντιμετωπίσει την πρόσφατη συντριβή της ΔΑΠ και την ενίσχυση των δυνάμεων της Αριστεράς μέσα στο φοιτητικό σώμα.
Τρομερά δυσμενείς αλλαγές έρχεται να φέρει και στο πεδίο της έρευνας και της εκπόνησης διδακτορικών διατριβών. Η οργανική εμπλοκή των ιδιωτικών συμφερόντων και των εταιριών κυρίως σε αυτόν τον τομέα είναι πυρηνικό στοιχείο του νομοσχεδίου. Προσπαθεί να εναρμονίσει πλήρως τη διεξαγωγή έρευνας και παραγωγής επιστημονικών αποτελεσμάτων με τις ανάγκες της αγοράς, ενώ εισάγει το βιομηχανικά διδακτορικά για πρώτη φορά με επίσημο τρόπο στα πανεπιστήμια. Οι κοινωνικές ανάγκες και η εξυπηρέτηση τους μέσω της ακαδημαϊκής έρευνας υποβαθμίζονται ακόμη περισσότερο καθώς η λειτουργία του πανεπιστημίου στη βάση του κόστους – οφέλους εντείνεται . Σε συνδυασμό με την ανύπαρκτη σχεδόν κρατική χρηματοδότηση, μιλάμε πλέον για έρευνα πλήρως εξαρτημένη από το κεφάλαιο, ενώ διαφαίνεται το βαθύ πλήγμα στις κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες.
Το φοιτητικό κίνημα διαχρονικά αλλά και μέσα στη δύσκολη περίοδο της πανδημίας, απέδειξε ότι αποτελεί τον νούμερο ένα πονοκέφαλο για τη συγκεκριμένη κυβέρνηση και την αστική στρατηγική για την παιδεία. Η κυβέρνηση νομίζει ότι με μία εσπευσμένη ψήφιση του νόμου μες τον Ιούλιο, θα ξεμπερδέψει.
Υποτιμούν την οργή της νεολαίας που μπορεί να τους σαρώσει. Η μάχη που εχουμε μπροστά μας για να μην υλοποιηθούν οι αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις τόσο αυτού όσο και των προηγούμενων νόμων Κεραμέως, πρέπει να δοθεί με μαζικούς και μαχητικούς όρους. Υπάρχει σήμερα η δυνατότητα μιας πλατιάς συμπαράταξης φοιτητών και εργαζομένων εντός και εκτός ιδρυμάτων αλλά και πολιτικής ενότητας των δυνάμεων που στηρίζουν το κίνημα. Ακόμα μια φορά, να τους χαλάσουμε τα σχέδια, να γίνουμε ο εφιάλτης τους .
Φωτογραφία από την μαζική κινητοποίηση στο Πολυτεχνείο Κρήτης για την δίωξη των 8 φοιτητών/τριων του, μεταξύ αυτών και των μελών μας Ιωάννας Στασίνου και Χάρη Αποστόλου. Πηγή φωτογραφίας “Μένουμε Ενεργοί”