Να ξεμπερδεύουμε με το “επιτελικό κράτος” που καίει, σκοτώνει και φτωχοποιεί
Η περίοδος από τη προηγούμενη ΔΕΘ χαρακτηρίστηκε από μια σειρά σημαντικών γεγονότων και πολιτικών επιλογών που ανέδειξαν με καταφανή τρόπο την κατεύθυνση και τη στόχευση των κυβερνητικών πολιτικών. Ένα απόλυτα καταστροφικό και αυταρχικό πολιτικό πρόγραμμα εφαρμόζεται καθημερινά, οδηγώντας σε πλήρη αποσύνθεση την κοινωνική πρόνοια, την πολιτική προστασία, θεμελιώδεις ελευθερίες και δικαιώματα.
Η αποτυχημένη διαχείριση της πανδημίας τόσο σε πολιτικό όσο και σε υγειονομικό επίπεδο, η αποσάθρωση των εργασιακών σχέσεων και κεκτημένων των αγώνων της εργατικής τάξης, η ανικανότητα της κυβέρνησης να προστατέψει το περιβάλλον, η πολύπλευρη επίθεση στο σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας καθώς και η αυταρχική και πολεμική αντίληψή της απέναντι στους προσφυγικούς πληθυσμούς, αποτελούν ένα μέρος της νεοφιλελεύθερης αντίληψής της για το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας. Ένα παρόν δυστοπικό και απόλυτα παραδομένο στις ορέξεις του κεφαλαίου και ένα μέλλον όπου ο ατομισμός θα κυριαρχεί σε κάθε έκφανση της ζωής μας.
Για να πετύχει τα παραπάνω και για να καταστείλει τις κοινωνικές αντιδράσεις, η κυβέρνηση στηρίζεται σταθερά στην αταλάντευτη υποστήριξη των συστημικών ΜΜΕ, τα οποία “αγιοποιούν” -με το αζημίωτο- το κυβερνητικό έργο, στα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα που συνεχώς καρπώνονται οφέλη από την “αναπτυξιακή” πολιτική της κυβέρνησης, αλλά και στις δυνάμεις της ΕΛ.ΑΣ. που πάντα πρόθυμες και πιο εξοπλισμένες από ποτέ, καταστέλλουν με τον πιο σκληρό και βάναυσο τρόπο τα αγωνιζόμενα τμήματα της κοινωνίας. Όμως, για να επιδείξει και ένα διαφορετικό και πιο αποτελεσματικό πρόσωπο, η κυβέρνηση καμώθηκει και ένα ακόμα “όπλο” στη φαρέτρα της το οποίο θα έλυνε μια σειρά από προβλήματα. Το “επιτελικό κράτος”. Μια δομή και ένα σχέδιο το οποίο έγινε ανέκδοτο για τη κοινωνία ήδη κρίνοντας από το μέγεθος του υπουργικού συμβουλίου μέχρι και την απόλυτη ανικανότητά του να διαχειριστεί αποτελεσματικά οποιαδήποτε κρισιακή κατάσταση. Αντίθετα, το “επιτελικό κράτος” της κυβέρνησης Μητσοτάκη αποδείχθηκε ιδιαίτερα ζημιογόνο τόσο τη περίοδο της πανδημίας όπου άμεσα έπρεπε να παρθούν αποφάσεις σχετικά με την καθολική υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού και την τήρηση βασικών μέτρων ατομικής προστασίας, ιχνηλάτησης και την κατάρτιση ενός επαρκούς εμβολιαστικού προγράμματος, όσο και τη περίοδο των πυρκαγιών του Αυγούστου όπου στη κυριολεξία άφησε προκλητικά να καούν εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα δασικών εκτάσεων ανά την επικράτεια. Ένας μηχανισμός που απέτυχε απόλυτα και θάφτηκε ως πολιτικό σχέδιο και επιδίωξη στις στάχτες.
Υγεία
Μετράμε ήδη 18 μήνες από τότε που ο Covid-19 εμφανίστηκε στη χώρα μας. 18 μήνες, κατά τη διάρκεια των οποίων η κυβερνητική πολιτική διαχείρισης της πανδημίας καταγράφει αλλεπάλληλες αποτυχίες σε όλα τα πεδία, με τα αποτελέσματα των πολιτικών της να είναι εμφανή τόσο στη σημερινή κατάσταση του Ε.Σ.Υ και των ανθρώπων του, όσο και στη δυνατότητα κάλυψης των υγειονομικών αναγκών του πληθυσμού.
Ένα Ε.Σ.Υ παρατημένο στη τύχη του, με μια αναιμική και πρόσκαιρη ενίσχυση σε επίπεδο προσλήψεων προσωπικού, χωρίς την απαραίτητη ενίσχυση των δομών πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, των νοσοκομειακών δομών και σε τριτοβάθμιο επίπεδο των Μονάδων Εντατικής Θεραπείας. Με συνεχείς αναβολές προγραμματισμένων χειρουργείων και εξετάσεων για τους πολίτες, χωρίς την απαραίτητη καθολική επίταξη ιδιωτικών μονάδων υγείας την περίοδο εξάρσεων της πανδημίας, χωρίς επαρκείς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς ιχνηλάτησης, χωρίς πολιτικές αποσόβησης συγχρωτισμού σε σχολεία και ΜΜΜ, χωρίς ένα μελετημένο και πειστικό εμβολιαστικό πρόγραμμα. Το αποτέλεσμα είναι η μετατροπή του Ε.Σ.Υ σε σύστημα μιας νόσου και η αύξηση των κερδών των ιδιωτικών ομίλων στο χώρο της υγείας που σε κάθε στροφή της πανδημίας εισέπρατταν. Η μόνη αταλάντευτη κατεύθυνση της κυβέρνησης όλη αυτή τη περίοδο, δεν είναι άλλη από την “ατομική ευθύνη”. Τη μετακύλιση δηλαδή των δικών της ανεπαρκειών και αποτυχιών στους πολίτες.
Η κυβέρνηση, μέσα σε ένα πλήθος παλινωδιών που η ρητορική και η πρακτική των στελεχών της και της ειδικής επιτροπής προκάλεσε, δεν κατάφερε να δημιουργήσει ένα πλέγμα κοινωνικής προστασίας και πρόνοιας που θα αποτελούνταν από ένα ισχυρό Ε.Σ.Υ μέσω μαζικών προσλήψεων και κάλυψης όλων των κενών υλικοτεχνικού εξοπλισμού. Η ζωή και η αξία της μπήκε σταδιακά κάτω από την οικονομία, η ενημέρωση των πολιτών και η πρόληψη δεν βασίστηκε στη Π.Φ.Υ αλλά αποκλειστικά σε καλοπληρωμένες τηλεοπτικές καμπάνιες και η μόνη πολιτική της ήταν ο αυταρχισμός. Ένα παρατεταμένο lockdown του ελεύθερου χρόνου, με επίρριψη των ευθυνών στη νεολαία και με τη συνδρομή της ΕΛ.ΑΣ σε ρόλο “τηρητή των μέτρων”. Οι σχεδόν 14.000 νεκροί από την πανδημία συνοψίζουν όλα τα παραπάνω.
Εδώ και καιρό είναι ξεκάθαρο σε όλες και όλους πως η κυβέρνηση έχει παραιτηθεί από τη διαχείριση της πανδημίας. Μειώνει το προϋπολογισμό για το Ε.Σ.Υ, δεδηλωμένα πολλάκις δεν προχωρά σε κανενός είδους ενισχυση του και μιας και δεν έχει καταφέρει να πείσει κανέναν πολίτη για την αξιοπιστία της κατάφερε να πυρπολήσει και την αξιοπιστία του εμβολίου ως μέσο πρόληψης. Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού χρησιμοποιείται ως εκφοβιστικό και κατασταλτικό μέσο, αποπροσανατολίζοντας την κοινωνία από τις κυβερνητικές ευθύνες και πολώνοντας τους πολίτες για ένα αποδεδειγμένα αποτελεσματικό και απαραίτητο μέσο πρόληψης από τον ιό. Έτσι μάλιστα κατάφερε και να επανασυσπειρώσει και τον ακροδεξιό συρφετό και να επιτεθεί στους αγωνιζόμενους υγειονομικούς προσπαθώντας να τους ταυτίσει τεχνηέντως με τις ακροδεξιές διαμαρτυρίες.
Η πρόσφατη υπουργοποίηση του ακροδεξίου Θάνου Πλεύρη ως υπουργού υγείας, επιβεβαιώνει πως η κυβέρνηση δεν πήρε κανένα μάθημα από την προηγούμενη περίοδο αλλά και ότι επιδιώκει να πετάξει -και με τη βούλα- εκτός συστήματος υγείας όσους έχει βάλει στο στόχαστρό της η ακροδεξιά όλον αυτόν τον καιρό. Η πολιτική της για ιδιωτικοποίηση ακόμα μεγαλύτερου μέρους του Ε.Σ.Υ θα συνεχιστεί κανονικά και οι εργαζόμενοί του που παλεύουν για την ενίσχυση αυτού και για βιώσιμες συνθήκες εργασίας θα βρίσκονται απέναντί της ως εχθροί. Ζημιωμένοι για ακόμα μια φορά θα βγούμε όλες και όλοι εμείς, με την ανάγκη ο λαός να σώσει το λαό να παραμένει επίκαιρη και επιτακτική.
Εργασιακά
Κεντρική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη είναι η αποδιάρθρωση του εναπομείναντος εργατικού δικαίου και κατακτήσεων, και μάλιστα εν μέσω πανδημίας όπου πολλοί/ές εργαζόμενοι/ες έχασαν τις δουλειές τους ή βρέθηκαν με παγωμένες σχέσεις εργασίας και μειωμένα εισοδήματα, εξαιτίας της κυβερνητικής διαχείρισης. Ο νόμος Χατζηδάκη κατάργησε στην πράξη το 8ωρο, μείωσε σημαντικά τις υπερωριακές αμοιβές, έκανε την Κυριακή εργάσιμη ημέρα για περισσότερους κλάδους. Για να μπορέσει να περάσει αυτές τις πολιτικές, χτύπησε ακόμα περισσότερο το συνδικαλισμό, δυσχεραίνοντας την απεργιακή κινητοποίηση, και φαλκιδεύοντάς την με υψηλά ποσοστά προσωπικού ασφαλείας και απαγόρευση της απεργιακής περιφρούρησης. Επιπλέον, πριν λίγες μέρες πέρασε το νέο κεφαλαιοποιητικό σύστημα για την επικουρική ασφάλιση, που τη μετατρέπει σε χρηματιστηριακή επένδυση, προχωρώντας στο δρόμο που άνοιξε ο νόμος Κατρούγκαλου για το “σύστημα 3 πυλώνων”. Είναι σαφές ότι και οι εξαγγελίες στη ΔΕΘ θα κινηθούν στην ίδια κατεύθυνση, με την ελάφρυνση της φορολογίας αλλά και των ασφαλιστικών εισφορών για τις επιχειρήσεις. Την ίδια περίοδο όμως φάνηκε ότι οι εργατικές κινητοποιήσεις ξαναζωντανεύουν. ΧΙλιάδες νέοι/ες εργαζόμενοι/ες απήργησαν για πρώτη φορά στις επαναλαμβανόμενες απεργίες του Μαΐου – Ιουνίου, οργανώθηκαν στους χώρους εργασίας τους, έδειξαν ότι ο κόσμος της εργασίας έχει ακόμα πίστη στη δυνατότητα των συλλογικών αγώνων να πετυχαίνουν στο σήμερα, παρά την απογοήτευση που έχει σπείρει η κατάσταση του συνδικαλιστικού κινήματος με ευθύνη κυρίαρχα της γραφειοκρατικής και πρακτικά εργοδοτικής ηγεσίας της ΓΣΕΕ, η οποία και στη ΔΕΘ θα διοργανώσει εκδήλωση αντί για διαδήλωση.
Πυρκαγιές
Στην φετινή «αντιπυρική» περίοδο κάηκαν εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα στην Αττική, την Ηλεία, την Αρκαδία και -κυρίως- στην Εύβοια, όπου σχεδόν το σύνολο του βόρειου τμήματός της κυριολεκτικά αφέθηκε στις φλόγες. Οι πυρκαγιές έφεραν ανυπολόγιστες καταστροφές στην πανίδα και τη χλωρίδα, σε δεκάδες οικισμούς, οικονομικές δραστηριότητες, καθώς και 2 νεκρούς, έναν εθελοντή πυροσβέστη και έναν χειριστή μηχανήματος. Η κλιματική κρίση που έχει προκαλέσει η καπιταλιστική οικονομία, το αδηφάγο αυτό σύστημα παραγωγής και κατανάλωσης, συνδέεται με την ένταση και την συχνότητα τέτοιων περιβαλλοντικών καταστροφών. Όμως η κυβέρνηση της ΝΔ, δεν μπορεί να επικαλείται την κλιματική αλλαγή ως δικαιολογία για τις εγκληματικές της ευθύνες στη δασοπροστασία και στη δασοπυρόσβεση, την συνειδητή της επιλογή για λεηλασία της φύσης στο βωμό του κέρδους. Η ΝΔ επέλεξε να αφήσει την χώρα να καίγεται και απλώς εκκένωνε τους οικισμούς, με τα ελεγχόμενα ΜΜΕ να την επαινούν παρά την τεράστια καταστροφή.
Τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση της ΝΔ μετά την μεγάλη οικολογική και κοινωνική καταστροφή, δεν μας προσφέρουν καμία ανακούφιση. Οι γενικευμένες τεχνητές αναδασώσεις – προτείνεται να γίνουν υπό την «αναδοχή» επιχειρήσεων- θα κάνουν μεγαλύτερη ζημιά από το υποτιθέμενο όφελος, παρεμποδίζοντας βίαια τη διαδικασία φυσικής αναγέννησης και ανοίγοντας πλατιά το δρόμο για την εμπορευματοποίηση της φύσης. Όσοι/ες είδαν τα σπίτια τους να καίγονται, αντί να αποζημιωθούν πλήρως, θα βρεθούν χρεωμένοι στις τράπεζες, από τις οποίες υποχρεούνται να δανειστούν μέρος της αποζημίωσης που δικαιούνται. Οι γεωργοί και κτηνοτρόφοι θα εισπράξουν τώρα πενιχρές ενισχύσεις (ενδεικτικά 2.000 ευρώ για εκτάσεις ως 50 στρέμματα) ενώ καλούνται να μπλέξουν στο γνωστό κυκεώνα των διαδικασιών του ΕΛΓΑ. Αποτέλεσμα: μία από τις βασικές αιτίες των δασικών πυρκαγιών και της έκτασης της καταστροφής, η εγκατάλειψη της υπαίθρου από τους παραγωγούς και τους κατοίκους, θα ενταθεί ακόμα περισσότερο. Δεν πρέπει να αφήσουμε να ξεχαστούν οι ευθύνες της κυβέρνησης της ΝΔ και οι διαχρονικής έλλειψης επαρκούς κρατικής μέριμνας για την προστασία του περιβάλλοντος. Η αλληλεγγύη που έδειξε η γενιάς μας πρέπει να γίνει αγώνας για την περιβαλλοντική δικαιοσύνη και τον οικολογικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Προσφυγικό
Οι πυρκαγιές απέδειξαν για πολλοστή φορά πως η κυβέρνηση έχει ως μόνιμη απάντηση τη καταστολή και τη συγκρότηση ενός δόγματος τάξης και ασφάλειας. Οι εξελίξεις στο Αφγανιστάν ανέδειξαν εκ νέου αυτή την αφήγηση με την κυβέρνηση να τρέχει να ελέγξει το “αξιόμαχο” του τείχους του Έβρου και να διαβεβαιώσει ότι η χώρα “δεν θα δεχτεί ένα νέο προσφυγικό κύμα”. Αυτή η κυνική αντίθεση έρχεται να συμπληρώσει τη πολιτική της κυβέρνησης απέναντι στον προσφυγικό πληθυσμό, ο οποίος συνεχίζει να διαβιώνει σε άθλιες συνθήκες κράτησης, χωρίς ουσιαστική εμπλοκή ή ένταξη στην κοινωνική, πολιτική και οικονομική ζωή. Οι αποκλεισμοί που βιώνουν οι πρόσφυγες έχουν ενταθεί εν μέσω της πανδημίας όπου ουσιαστικά διατίθενται πολύ περιορισμένα μέσα για τη πρόληψη και την αντιμετώπιση του COVID στα camps, στα οποία ουσιαστικά μέτα αποστασιοποίησης και αλληλοπροστασίας είναι ανύπαρκτα. Η κυβέρνηση επιτίθεται καθημερινά στους πρόσφυγες, αρκούμενη στην ενίσχυση του ρόλου της ως ευρωπαϊκού συνοριοφύλακα και ενισχύοντας τις πολιτικές αποτροπής. Ο νέος υπουργός υγείας, ο ακροδεξιός Πλεύρης, είχε προβλέψει εύγλωττα τις βασικές επιδιώξεις της κυβέρνησης: “Η ζωή των προσφύγων να γίνει χειρότερη εδώ από αυτό που έτρεξαν να φύγουν” και “Η πολιτική των συνόρων πρέπει να περιλαμβάνει νεκρούς” – μία πολιτική που είναι ήδη σε κίνηση με βίαιες και παράνομες θαλάσσιες επαναπροωθήσεις, με αυξημένη στρατιωτικοποίηση των συνόρων μετά τα γεγονότα του Μαρτίου του 2020.
Με τη διεθνή κατάσταση να αναδεικνύει τη πιθανότητα μιας νέας προσφυγικής κίνησης, καλούμαστε να αντισταθούμε σε αυτές τις ακραίες αντιμεταναστευτικές πολιτικές που τροφοδοτούν και γεμίζουν την κοινωνία με το ρατσιστικό και φασιστικό δηλητήριο.
Έμφυλο
Η χρονιά που διανύσαμε ήταν η αρχή ενός ντόμινο καταγγελιών σεξουαλικών κακοποιήσεων, βιασμών και παρενοχλήσεων, με το καλοκαίρι να μετατρέπεται σε καλοκαίρι συλλογικού τραύματος, όπου καθημερινά μετρούσαμε δολοφονημένες και κακοποιημένες αδελφές μας. Το ελληνικό metoo, αν και καθυστερημένα, κυριάρχησε στον δημόσιο διάλογο και η σωρεία καταγγελιών συνδέθηκε άμεσα με την εργοδοτική αυθαιρεσία και τις σχέσεις εξουσίας. Σχέσεις, που διέπονται από την πατριαρχία και παράγουν την επιβολή μέσω της έμφυλης βίας, των βιασμών και του σεξισμού. Από τη μεριά της, η κυβέρνηση της ΝΔ όχι απλώς αρνήθηκε να αναλάβει την πολιτική ευθύνη που της αναλογεί για τις καταγγελίες στον χώρο της τέχνης και την έκρηξη των περιστατικών έμφυλης βίας, αλλά στο πλαίσιο της γενικής πολιτικής της δυσχέρανε περαιτέρω τη θέση των θηλυκοτήτων νομιμοποιώντας την υποχρεωτική συνεπιμέλεια και αναπαράγοντας μια alt right ρητορεία για τους έμφυλους ρόλους. Τα κυρίαρχα δε ΜΜΕ, προς προάσπιση συγκεκριμένων συμφερόντων, επιδόθηκαν στην υπεράσπιση των θυτών προβάλλοντας ένα ωραιοποιημένο προφίλ τους, και την υποβάθμιση των καταγγελιών και της υπόστασης των επιζήσασων. Τη στιγμή όμως που η πατριαρχία βρίσκεται σε κρίση και ο νεοσυντηριτισμός εξαπολύει νέα επίθεση στα σώματά μας, μέσα από την ενεργή συμμετοχή μας στο φεμινιστικό κίνημα θα παλέψουμε για να μην είμαστε ούτε μία λιγότερη, να ανατρέψουμε το κοινωνικό και οικονομικό σύστημα καταπίεσης που όχι μόνο ενισχύει τους δράστες, αλλά και τους γεννά.
Εκπαίδευση
Ήδη από την πρώτη περίοδο διακυβέρνησής της, η ΝΔ έχει θεσμοθετήσει μια σειρά νόμων που προσβλέπουν στην ολική αναδιάρθρωση της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, θέτοντας στο στόχαστρο τον δημόσιο, δωρεάν και μαζικό χαρακτήρα της. Από την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου που στόχευε στον δραστικό περιορισμό των πολιτικών και κοινωνικών ελευθεριών εντός του μέχρι τον νόμο Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη που προβλέπει την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας και σειρά πειθαρχικών διατάξεων, ο πανεπιστημιακός χώρος αντιμετωπίζεται ως πεδίο δοκιμών αντιδραστικών μέτρων με σωφρονιστικό χαρακτήρα. Τα πρόσφατα νομοθετήματα, αποσκοπούν ακόμη, σε ένα Πανεπιστήμιο ευέλικτο, αυτοχρηματοδοτούμενο, με τις λειτουργίες του ολοένα και πιο εμπορευματοποιημένες. Παράλληλα, στα ήδη δοκιμαζόμενα από την υποχρηματοδότηση και τα λειτουργικά κενά σχολεία, επιβάλλεται αξιολόγηση και προωθείται η Τράπεζα Θεμάτων και νέα ταξικά φίλτρα στο Λύκειο. Με τη θέσπιση δε, της ελάχιστης βάσης εισαγωγής δεκάδες χιλιάδες μαθητές/ριες αποκλείστηκαν από τα ΑΕΙ εκ των οποίων όσοι/ες έχουν την οικονομική δυνατότητα θα γίνουν πελατεία για τα ιδιωτικά κολέγια.
ΔΕΘ 2021
Όπως έδειξε η χρονιά που πέρασε, η απάντηση της κυβέρνησης σε κάθε ερώτημα της κοινωνίας είναι η καταστολή. Μπροστά στα τεράστια προβλήματα της τριτοβάθμιας και στην κοινωνική κατακραυγή για τις πολιτικές της, είναι διατεθειμένη να οξύνει περαιτέρω την επίθεση στην πλειοψηφία της ακαδημαϊκής κοινότητας που αγωνίζεται, μέσα από την εφαρμογή της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Το αντιδραστικό αυτό μέτρο, μαζί με τις υπόλοιπες διατάξεις που το συνοδεύουν και μετασχηματίζουν ριζικά την εκπαίδευση, θα παλέψουμε μέσα από τις διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων και των οργάνων των εργαζομένων να μην εφαρμοστούν. Οι μαζικές κινητοποιήσεις του χώρου της εκπαίδευσης, με τις μικρές νίκες που τις συνόδευσαν, αποτέλεσαν μια πολύτιμη ανάσα για όλα τα δοκιμαζόμενα κοινωνικά κομμάτια. Σ’ αυτή την κατεύθυνση και μπροστά στις νέες εξαγγελίες της κυβέρνησης, οι αγώνες της εκπαιδευτικής κοινότητας θα ενταθούν.
Είναι πια καθαρό σε μεγάλα τμήματα της κοινωνίας ότι η κυβέρνηση της ΝΔ έχει ως μόνη προτεραιότητα την δημιουργία ευκαιριών νέου υπερπλουτισμού για τους φίλα προσκείμενους επιχειρηματίες, στην αντίπερα των κοινωνικών αναγκών. Ο δρόμος για να γίνει το παραπάνω περνάει μέσα από την αποδιοργάνωση της δημόσιες μέριμνας, την συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και την επιχειρηματικοποίηση μια σειράς κρατικών λειτουργιών. Οι συνέπειες είναι καταφανείς σε όλους τους κοινωνικούς δείκτες και σε τελική ανάλυση στην καθημερινότητα των εργαζόμενων και της νεολαίας. Πρόκειται για μια κυβέρνηση που επενδύει στην συνεχή συγκάλυψη των ευθυνών της, με την ενεργητική υποστήριξη των ΜΜΕ. Πρόκειται για μια κυβέρνηση επικίνδυνη για τη ζωή και το μέλλον των από κάτω, της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας.
Πρέπει να τους ρίξουμε για να ζήσουμε με δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια. Όμως δεν αρκεί να το αναγγείλουμε, χρειάζεται συγκροτημένη παρέμβαση στους κοινωνικούς χώρους καθώς και συνδέσεις μεταξύ των αγωνιζόμενων σε ένα κοινό κοινωνικό – κινηματικό μέτωπο αντίστασης, χρειάζονται προγραμματικές επεξεργασίες που θα ξεκινούν από τα άμεσα μέτρα ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και θα φτάσουν στην πρόταση ενός δημιουργικού αντικαπιταλισμού. Χρειάζεται πολιτική πρόταση ανυπακοής από κάτω και αριστερά για να στρέψει το βλέμμα η κοινωνία και να ανοίξει ξανά ο ορίζοντας της εναλλακτικής.
Η διαδήλωση της ΔΕΘ του 2021 δεν μπορεί να κάνει όλα τα παραπάνω αλλά μπορεί να συμβάλει στη επαναβεβαίωση δεσμών αντίστασης και αλληλεγγύης. Τους μήνες που πέρασαν στην δική μας όχθη του κοινωνικού ανταγωνισμού η αλληλεγγύη του απλού κόσμου μέσα από συλλογικότητες, σωματεία, οργανώσεις, μαζικούς φορείς και δομές αλληλεγγύης προς τους πυρόπληκτους ήταν συγκινητική και κατάφερε να καλύψει τις άμεσες ανάγκες. Ντόπιοι και μετανάστες χέρι-χέρι με εθελοντές προστάτευσαν ολόκληρα χωριά αποκαλύπτοντας την κρατική ανεπάρκεια και την κυβερνητική αδιαφορία. Με αυτά τα υλικά μπορούμε να οργανώσουμε τους κοινούς αγώνες σε μια σειρά κοινωνικών χώρων από σήμερα κιόλας. Με το βλέμμα στην ενωτική συμπόρευση των αγωνιζόμενων κοινωνικών χώρων, συλλογικοτήτων και οργανώσεων προχωράμε στην ανασύνταξη του κοινωνικού κινήματος, στο δρόμο, με πράξεις.
Το Σάββατο 11/9 καλούμε τον κόσμο της εργασίας και τη νεολαία να κατέβουν μαζικά στους δρόμους της Θεσσαλονίκης σε ενωτική πορεία, ξεκινώντας με προσυγκέντρωση στο Συντριβάνι στις 17.00.
Συνάντηση & Αναμέτρηση