‘’Σαν ο Αισχύλος να γράψε τούτη την τραγωδία
Μάρμαρα δεν λογαριάζει ιερά
των σημερινών του τόπου ισχυρών
η αθεράπευτη βουλιμία ‘’
Στον ένα χρόνο της διακυβέρνησής της η Νέα Δημοκρατία, μέσα από τη διαχείριση μιας σειράς συγκυριών (με κυριότερη αυτήν της πανδημίας) αντί για εγγυητή της λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού, έχει αναδειχθεί σε έναν απλό διαμεσολαβητή μεταξύ του δημόσιου χρήματος και των ιδιωτικών συμφερόντων. Αυτή η πολιτική στάση, δυστυχώς, δεν άφησε ανέγγιχτο ούτε τον τομέα του πολιτισμού και πιο συγκεκριμένα τα αρχαιολογικά μνημεία. Τα έργα και τα μνημεία προηγούμενων πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στον τόπο μας, αν και σώθηκαν μέσα στα χρόνια από πολέμους, ανοικοδομήσεις και φυσικές καταστροφές, κινδυνεύουν τώρα από την κομματική λαθροχειρία. Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, με επικεφαλής την υπουργό Λίνα Μενδώνη, αντί για εγγυητής της πολιτιστικής κληρονομιάς που βρίσκεται στον τόπο μας, έχει εξελιχθεί σαν μια μειοψηφία ανθρώπων εντός της χώρας, που αγνοούν πλήρως τα μνημεία ως κληροδότημα της ιστορίας στη σημερινή ανθρωπότητα, και λειτουργούν υπεράνω της ηθικής και του σεβασμού που επιβάλλονται για την προστασία τους. Στο πολύ σύντομο διάστημα των τελευταίων μηνών, η κακομεταχείριση των μνημείων από τις ενέργειες της υπουργού Πολιτισμού, πέρα από την δικιά μας οργή έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις και στη διεθνή κοινότητα. Ας βάλουμε όμως τα πράγματα σε μια σειρά …
Πυρκαγιά στις Μυκήνες
Έλλειψη στοιχειωδών υποδομών για την προστασία των αρχαιολογικών χώρων από τις φυσικές καταστροφές
Πυρκαγιά που ξέσπασε στην περιοχή του αρχαιολογικού χώρου των Μυκηνών στις 30/08/20, διήλθε εντός αυτού, καίγοντας σημαντικό μέρος του. Η εικόνα της καμένης Πύλης των Λεόντων, χαρακτηριστικής του χώρου των Μυκηνών, έχει κάνει το γύρο του διαδικτύου. Όλα αυτά συνέβησαν, καθώς ο αρχαιολογικός αυτός χώρος, παρόλο που αποτελεί το διασημότερο παγκοσμίως προϊστορικό μνημείο της ηπειρωτικής Ελλάδας, ενταγμένο από το 1999 στον κατάλογο της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς της UNESCO, εν έτει 2020 στερείται στοιχειώδους πυροπροστασίας. Αν και σύμφωνα με το Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων οι ζημιές που προκλήθηκαν από την πυρκαγιά δεν είναι ανεπανόρθωτες, το γεγονός παραμένει εξοργιστικό αλλά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικό. Γιατί, αν ένα τόσο δημοφιλές αρχαιολογικό πάρκο βρέθηκε εκτεθειμένο μπροστά στις φυσικές καταστροφές, η κατάσταση που επικρατεί στους μικρότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας είναι πιθανότατα χειρότερη.
Σύμφωνα με το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων της πυροσβεστικής, η πυρκαγιά προκλήθηκε από γυμνό επιφανειακό καλώδιο την ευθύνη για την ύπαρξη του οποίου έχει ο Δήμος Άργους -Μυκηνών. Η κακομεταχείριση των μνημείων σαφώς δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο της κεντρικής διακυβέρνησης της χώρας. Παρόλ’ αυτά, το εκτεθειμένο σε περίπτωση πυρκαγιάς μνημείο, παραμένει στη βασική ευθύνη του υπ. Πολιτισμού.
Οι αναγκαίες πιστώσεις του Υπουργείου Πολιτισμού σχετικά με «Εργασίες για τη μέριμνα, τη διαμόρφωση, τον ευπρεπισμό και τον καθαρισμό αρχαιολογικών χώρων» για το σύνολο της χώρας, εγκρίθηκαν με εξαιρετικά μεγάλη καθυστέρηση στις 6 Ιουλίου. Σύμφωνα με το πόρισμα των εμπειρογνωμόνων της πυροσβεστικής, στο πίσω μέρος του αρχαιολογικού χώρου υπήρχαν ξερά χόρτα, τα οποία επέτρεψαν την είσοδο του πύρινου μετώπου μέσα στον περιφραγμένο χώρο. Η ίδια η υπουργός σε δήλωσή της κατόπιν της καταστροφής, είπε μεταξύ άλλων πως οι διαδικασίες αποψίλωσης στους αρχαιολογικούς χώρους ξεκινούν από το Μάρτιο. Αντ’ αυτού η έγκριση των πιστώσεων για τις αναγκαίες εργασίες καθαρισμού/αποψίλωσης και για τις εργασίες συντήρησης και επισκευής των συστημάτων πυρόσβεσης στους αρχαιολογικούς χώρους ευθύνης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αργολίδας, στους οποίους συγκαταλέγονται και οι Μυκήνες, υπεγράφη μόλις στις 31 Αυγούστου, την επόμενη δηλαδή ημέρα της πυρκαγιάς. Το μοναδικό δηλαδή ενδιαφέρον από μεριάς τους, για ένα διεθνές αναγνωρισμένο μνημείο των προϊστορικών χρόνων, ήταν να καλύψουν (ανεπιτυχώς) τις τραγικές τους ευθύνες.
Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί πως το υπουργείο γνώριζε πολύ καλά τη δυσμενή κατάσταση που θα δημιουργούνταν στον χώρο των Μυκηνών, σε περίπτωση πυρκαγιάς. Ο αρχαιολογικός χώρος δεν είναι συνδεδεμένος με το δίκτυο του Δήμου Άργους-Μυκηνών, και γι’ αυτό δεν διαθέτει ούτε καν πυροσβεστικούς κρουνούς. Το ζήτημα αυτό είχε οδηγήσει και στον σχεδιασμό ειδικού έργου που παρέμεινε στα χαρτιά μέχρι πρόσφατα, και κατόπιν της πυρκαγιάς. Οι δεξαμενές που διαθέτει ο χώρος, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τους πυροσβεστικούς κρουνούς και, όπως αποδείχθηκε, δεν ήταν επαρκείς για το σβήσιμο της πυρκαγιάς.
Και ενώ όλα τα παραπάνω στοιχεία καθιστούν τους αρχαιολογικούς χώρους παρατημένους στην τύχη τους, με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού να αποδεικνύεται ανεπαρκής και πρακτικά αδιάφορη για τα μνημεία, η δημόσια στάση που επέλεξαν να κρατήσουν, ήταν αυτή της διαστρέβλωσης και υποβάθμισης των γεγονότων. Η κα Μενδώνη και άλλοι εκπρόσωποι του υπουργείου, ψεύδονταν πως η φωτιά δεν είχε εισέλθει εντός του αρχαιολογικού χώρου. Από τον επίσημο λογαριασμό που διατηρεί το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού στα κοινωνικά δίκτυα, αναρτήθηκαν παλιές φωτογραφίες από την Πύλη των Λεόντων και το Θησαυρό του Ατρέα, οι οποίες συνοδεύτηκαν από τη λεζάντα: “Η Πύλη των Λεόντων και ο Θησαυρός του Ατρέα σήμερα, 31 Αυγούστου. Τα μνημεία που δεσπόζουν στον αργολικό κάμπο από τη 2η χιλιετία π.Χ. δεν επηρεάστηκαν από τη χθεσινή πυρκαγιά”. Αν δεν υπήρχαν οι δεκάδες φωτογραφίες και τα βίντεο από τις κάμερες τοπικών μέσων και πρακτορείων, θα πίστευε κανείς πως πραγματικά η φωτιά πέρασε και δεν άφησε ούτε ένα ίχνος επί των μνημείων. Η δήλωση “το πολύ πολύ αυτό που θα βλέπουν οι επισκέπτες τις επόμενες μέρες είναι λίγο μαύρο στο χώμα” δια στόματος της κα Μενδώνη, αν και εντάσσεται στο πλαίσιο της υποβάθμισης της καταστροφής, έχει τις ρίζες της στην αλαζονεία με την οποία αντιμετωπίζει τα μνημεία. Ακόμη κι αν να το μόνο που άφηναν πίσω τους οι φλόγες ήταν ‘’λίγο μαύρο στο χώμα’’, θα παρέμενε σαν απόδειξη μιας πυρκαγιάς απειλητικής για ένα κομμάτι της κληρονομιάς της παγκόσμιας κοινότητας, απέναντι στην οποία η υπουργός δεν φαίνεται να νιώθει υπόλογη.
Επίστρωση Σκυροδέματος στον βράχο της Ακρόπολης
Υλοποίηση μη εγκεκριμένων (και μη αναστρέψιμων) έργων στην Ακρόπολη
Από το φθινόπωρο έχει ξεκινήσει η διάστρωση οπλισμένου σκυροδέματος στον βράχο της Ακρόπολης. Η επίσημη θέση του υπουργείου και ταυτόχρονα το πρόσχημα με το οποίο πραγματοποιούνται οι παραπάνω εργασίες, δικαιολογεί τα έργα αυτά ως έργα για την διευκόλυνση πρόσβασης ατόμων με δυσκολία στην κίνηση στον αρχαιολογικό χώρο. Το γεγονός ότι το υλικό που επιλέχθηκε για την δημιουργία των διαδρόμων και των πλατωμάτων, είναι το οπλισμένο σκυρόδεμα, αταίριαστο με την εικόνα του αρχαιολογικού χώρου και δύσκολο ως προς την αφαίρεσή του, προκάλεσε εξ αρχής ανησυχία μέρους της επιστημονικής κοινότητας και του διεθνούς οργανισμού της UNESCO. Συγκεκριμένα, το Ελληνικό Τμήμα του Διεθνούς Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS) που αποτελεί τον επίσημο τεχνικό σύμβουλο της UNESCO σε θέματα προστασίας και διαχείρισης μνημείων, αλλά και οι σοβαρές διαφωνίες που είχε διατυπώσει η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης των Αθηνών, είναι ενδεικτικά των διαφωνιών για τα όσα συμβαίνουν στον Βράχο της Ακρόπολης. Η φασαρία γύρω από το ζήτημα είχε σαν αποτέλεσμα να δοθούν αρκετά στοιχεία στη δημοσιότητα, τα οποία φανερώνουν ένα έργο άσχετο με τον σκοπό που δηλώνεται ότι εξυπηρετεί, βασισμένο σε μη εγκεκριμένα και ελάχιστα μελετημένα σχέδια.
Από τη γνωμοδότηση του ΚΑΣ, που τελικά ενέκρινε την μελέτη, μέχρι την υπογραφή και τη δημοσίευσή της, μεσολάβησαν τρεισήμισι μήνες. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με τους 12 συνολικά όρους που έθεσε ώστε να το εγκρίνει, μαρτυρούν τα προβλήματα που είχε η μελέτη. Όντως η οριστική μελέτη δημοσιοποιήθηκε πολύ αργότερα από το ΥΠΠΟΑ και δεν είναι παρά ένα, φτωχό σε λεπτομέρειες, κείμενο παρουσίασης των έργων. Στο σημείο αυτό να σημειωθεί πως η ανεξαρτησία των γνωμοδοτήσεων του ΚΑΣ από πολιτικά συμφέροντα είναι πλέον αμφισβητούμενη. Τα παραδείγματα ουκ ολίγα – μεταξύ άλλων η σύμφωνη γνώμη του για την απόσπαση αρχαιοτήτων της Βενιζέλου και για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών στην Κοιλάδα των Μουσών. Επιπλέον, το διάστημα από την υπογραφή της απόφασης μέχρι την υλοποίησή της, είναι μικρότερο των δύο μηνών. Μέσα σ’ αυτό είναι αδύνατο να ικανοποιήθηκαν οι προβλεπόμενοι όροι. Χαρακτηριστικά, ο 5ος όρος που είχε διατυπωθεί από το ΚΑΣ, ήταν να πραγματοποιηθεί υδραυλική μελέτη για την οργανωμένη παροχέτευση των ομβρίων από τον Ιερό Βράχο, καθώς οι προς διαμόρφωση επιφάνειες είναι μεγάλης έκτασης και μη διαπερατές, ώστε να χρειάζεται η διαμόρφωση κατάλληλων ρύσεων, κάτι που αποδείχτηκε πως δεν έγινε, καθώς ο αρχαιολογικός χώρος πλημμύρισε με την πρώτη μεγάλη νεροποντή στις αρχές Δεκέμβρη. Μέσα σε ενάμιση μήνα, οι συμπληρωματικές μελέτες που απαιτούνταν και η συνδιαλλαγή με τις υπόλοιπες αρμόδιες υπηρεσίες, είτε δεν έγιναν καθόλου ή πραγματοποιήθηκαν πλημμελώς. Στην ουσία τους, οι επεμβάσεις είναι βεβιασμένες, πρόχειρα μελετημένες και αυτό από μεριάς υπουργείου δεν αποτελεί παρά καπήλευση του μνημείου με σκοπό την εξυπηρέτηση μικροπολιτικών και ιδιωτικών συμφερόντων.
Ο 10ος όρος που διατυπώνει το ΚΑΣ, προδίδει το γεγονός πως η επίκληση της προσβασιμότητας για τα ΑμεΑ δεν είναι παρά προσχηματική. Πιο συγκεκριμένα το δίκτυο των νέων διαδρόμων και πλατωμάτων δεν είναι, τελικά, και τόσο προσβάσιμο, καθώς “δεν εξασφαλίζεται η πρόσβαση των ΑμεΑ, λόγω των έντονων κλίσεων, σε τμήματα του προτεινόμενου δικτύου διαδρομών”. Στην πραγματικότητα προχωρούν σε έργα ευρύτερης διαμόρφωσης του χώρου της Ακρόπολης. Έργα που σχεδιάστηκαν πάνω στην λογική των ήδη υπαρχόντων διαδρόμων, δηλαδή για την “εξυπηρέτηση” του γενικού κοινού και την κίνηση οχημάτων βαρέως τύπου. Οι τελευταίοι έχουν φθαρεί αρκετά και οι συζητήσεις για την επισκευή τους είχαν ξεκινήσει εδώ και καιρό. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι οι επεμβάσεις που πραγματοποιούνται είναι εναρμονισμένες σ’ ένα σχέδιο ειδικού επιστημονικού ενδιαφέροντος του Μανώλη Κορρέ, το οποίο έχει απλώς συζητηθεί και ουδέποτε εγκριθεί από τους αρμόδιους φορείς. Σύμφωνα με το ελληνικό τμήμα του ICOMOS, ο καθηγητής Κορρές στην 5η Διεθνή Συνάντηση για την Αποκατάσταση των Μνημείων της Ακροπόλεως, που πραγματοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 2002, με ανακοίνωσή του υπό τον τίτλο “Tο έδαφος της Aκροπόλεως, παρούσα μορφή και προτάσεις για την αποκατάστασή του” είχε παρουσιάσει την άποψή του για συνολική επίστρωση του βράχου με οπλισμένο σκυρόδεμα, ώστε να δημιουργηθεί μια εικονική πραγματικότητα του επίπεδου εδάφους που είχε ο Βράχος τον 5ο π.Χ. αιώνα. Πέρα από την επιστημονική συζήτηση ωστόσο, αυτές οι απόψεις ουδέποτε εγκρίθηκαν για να υλοποιηθούν. Επιπλέον αυτή η συνολική διαμόρφωση του Βράχου, ακόμη και εγκεκριμένη να ήταν, δεν θα μπορούσε να βρει χρηματοδότηση, αν δεν εντασσόταν σε μια ιδιωτική χορηγία, η οποία με την σειρά της είχε προκάλυμμα την προσβασιμότητα των ΑμεΑ. Εκμεταλλευόμενος και την ιδιότητά του ως πρόεδρος της ΕΣΜΑ, αφενός πρόσφερε επιστημονική κάλυψη στον διακαή πόθο της Λίνας Μενδώνη να παρουσιάσει “κοινωφελές έργο” με χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Ωνάση και αφετέρου έλαβε, σε αντάλλαγμα, πολιτική κάλυψη από την υπουργό για να υλοποιήσει το δικό του μη εγκεκριμένο “όραμα”. Στις δημόσιες δηλώσεις τους τόσο η υπουργός όσο και ο πρωθυπουργός, το μοναδικό επιχείρημα που διατύπωναν απέναντι στις διαφωνίες και την δυσαρέσκεια της επιστημονικής κοινότητας και του κοινού ήταν η σύμφωνη άποψη του καθηγητή Κορρέ, που χρησιμοποιούνταν από αυτούς ως αυθεντία, για τις επεμβάσεις. Επιπρόσθετα, τόσο ο ίδιος ο Κορρές όσο και οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης διατείνονται ψευδώς πως η επίστρωση δεν γίνεται με τσιμέντο ή πως παρόμοιο υλικό είχε χρησιμοποιηθεί και παλαιότερα.
Η υλοποίηση των έργων με την ιδιωτική χορηγία ανοίγει ένα επιπλέον ζήτημα. Αυτό δεν είναι άλλο από το ότι με αυτή την ευκαιρία, το ιδιωτικό κεφάλαιο παρακάμπτει τις κείμενες διατάξεις τόσο για τα δημόσια έργα όσο και για τις επεμβάσεις σε μνημεία και επιβάλει, με τη σειρά του, τους μελετητές και τους εργολάβους της αρεσκείας του. Να σημειωθεί ότι την οριστική μελέτη των έργων ανέλαβε η ΝΑΜΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ Α.Ε, η ίδια μελετητική που σχεδίασε και τον Μεγάλο Περίπατο. Είναι δε ενδεικτικό πως τα στελέχη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αθηνών είχαν ήδη εκπονήσει τον Οκτώβριο του 2019, κατά παραγγελία του υπουργείου Πολιτισμού, πρόταση για την βελτίωση των υφιστάμενων διαδρομών κίνησης των επισκεπτών και δημιουργίας νέων για την κίνηση επισκεπτών με προβλήματα στην κίνηση. Η πρόταση αυτή, ήπιων χαρακτηριστικών και περιορισμένης έκτασης απορρίφθηκε από τον καθηγητή Κορρέ, με την συνεπικουρία της πολιτικής ηγεσίας, στα τέλη Απριλίου 2020. Έκτοτε, τις σχετικές μελέτες των εκτεταμένων επεμβάσεων σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση ανέλαβε, για πρώτη φορά στην ιστορία των παρεμβάσεων στην Ακρόπολη, ιδιωτική εταιρεία υπό την καθοδήγηση του Μανόλη Κορρέ, ενώ η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών πρακτικά παραγκωνίστηκε. Ως προς την μελέτη της ιδιωτικής εταιρείας-εργολάβου η Εφορεία κατέθεσε και γραπτώς τις αντιρρήσεις της για τα υλικά και την έκταση της επίστρωσης, για τη μη διασφάλιση της ασφαλούς και αυτόνομης κίνησης των ΑμεΑ κ.ο.κ. Παρόλα αυτά, η μελέτη εγκρίθηκε τελικά από το ΚΑΣ τον περασμένο Μάιο.
Όπως ειπώθηκε και παραπάνω, οι επεμβάσεις που πραγματοποιούνται αυτή τη στιγμή στην Ακρόπολη, δεδομένου ότι πρόκειται για μνημείο που συγκαταλέγεται στον κατάλογο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, δεν έχουν λάβει τις απαιτούμενες εγκρίσεις. Η τελευταία ουδέποτε ενημερώθηκε, όπως προβλέπουν ρητά οι συμβατικές υποχρεώσεις της χώρας, για τις εργασίες που αλλοιώνουν την εικόνα του πλέον προβεβλημένου μνημείου της κλασικής αρχαιότητας. Η Εθνική Επιτροπή του Ελληνικού Τμήματος του ICOMOS εξέδωσε ανακοίνωση, εκφράζοντας τη δυσαρέσκεια και τον προβληματισμό της τόσο για το ίδιο το περιεχόμενο των παρεμβάσεων όσο και για το γεγονός ότι δεν έχει προηγηθεί αυτών ανάλογη διαβούλευση και επιστημονικός διάλογος. Ταυτόχρονα επισημαίνει τον προσχηματικό χαρακτήρα των εργασιών που εκτελούνται στο χώρο της Ακρόπολης.
Εν κατακλείδι, η κυβέρνηση με τα έργα που πραγματοποιούνται αυτό το διάστημα στον αρχαιολογικό χώρο της Ακρόπολης, καπηλεύεται αυτήν την κληρονομιά της ανθρωπότητας, για να χτίσει το επικοινωνιακό της προφίλ και να εξυπηρετήσει παράλληλα την κερδοφορία των ΄΄φίλων΄΄ της. Είναι επίσης ανησυχητικό ότι μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο της ιδιοτέλειας εις βάρος των πολιτιστικών μνημείων, υλοποιούνται πλαγίως επιστημονικές απόψεις που κανονικά απαιτείται μια σειρά από εγκρίσεις και διαβουλεύσεις για την πραγμάτωσή τους. Επιπλέον, τα μνημεία παραμένουν εκτεθειμένα στην λαθροχειρία των κυβερνήσεων, αφού το ΚΑΣ έχει αποδειχτεί πιόνι τους.
Μακροχρόνιος δανεισμός μουσειακών εκθεμάτων στο εξωτερικό
Τα εκθέματα σαν προϊόν δανεισμού που θα αποφέρει έσοδα στα ελληνικά μουσεία
Στις 10 Δεκέμβρη ψηφίστηκε στη Βουλή, από τη ΝΔ και το ΚΙΝΑΛ, το νομοσχέδιο που περιλάμβανε το μακροχρόνιο δανεισμό εκθεμάτων ελληνικών αρχαιοτήτων και μνημείων σε μουσεία και αντίστοιχους φορείς του εξωτερικού. Το εν λόγω νομοσχέδιο που προέβλεπε αρχικά δανεισμό 50 + 50 έτη , κατόπιν αντιδράσεων, μειώθηκε στα 25 έτη, με δυνατότητα ανανέωσης για επιπλέον 25. Χρειάζεται να σημειωθεί ότι η μέχρι τώρα ισχύουσα διάταξη προέβλεπε δανεισμό αρχαιοτήτων για 5 χρόνια, με δυνατότητα ανανέωσης επιπλέον 5 χρόνια. Με άλλα λόγια, η μουσειακή πολιτική της Ελλάδας αλλάζει άρδην, με την πολιτιστική της κληρονομιά να αφαιρείται από τον έλεγχο των αρμόδιων δημόσιων υπηρεσιών.
Το πρόσχημα για την παραπάνω διάταξη που κατατέθηκε στη Βουλή μαζί με το νομοσχέδιο του υπουργείου Πολιτισμού για την Αναδιοργάνωση του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων, είναι η εξωστρέφεια της Ελλάδας ως προς την παρουσίαση της πολιτιστικής της κληρονομιάς στον υπόλοιπο κόσμο. Ωστόσο, σύμφωνα με σχετικό Σημείωμα του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων για το παραπάνω νομοσχέδιο, η εξωστρέφεια αυτή ήδη ικανοποιούνταν από την υπάρχουσα νομοθεσία και γι’ αυτό αρκετές φορές είχαν διοργανωθεί μεγάλες περιοδικές εκθέσεις αρχαιοτήτων ανά τον κόσμο. Επομένως, πρέπει να αναζητηθούν αλλού οι λόγοι που παρακίνησαν την υπουργό στην διαμόρφωση της παραπάνω διάταξης.
Στο ίδιο σημείωμα, το υπουργείο Πολιτισμού κατηγορείται από τον ΣΕΑ για φωτογραφική διάταξη για τις ανάγκες του Μουσείου Μπενάκη. Πιο συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής της Βουλής, προέκυψε ότι η προτεινόμενη διάταξη αφορά τον σχεδιασμό του Μουσείου Μπενάκη για την ίδρυση παραρτήματος στη Μελβούρνη της Αυστραλίας με συλλογές που ανήκουν στο ελληνικό δημόσιο. Το τελευταίο, ήδη εκθέτει μέρος της συλλογής του εδώ και μια πενταετία στην Μελβούρνη και έχει ζητήσει ανανέωση. Σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη αυτής της έκθεσης εξυπηρετείται από τις ισχύουσες διατάξεις. Επομένως γεννάται το ερώτημα αν σχετίζεται η βιωσιμότητα του Μουσείου Μπενάκη με την μακροχρόνια εξαγωγή συλλογών ελληνικών αρχαιοτήτων στη Μελβούρνη καθώς είναι γνωστό ότι βρίσκεται σε άθλια οικονομική κατάσταση.
Και αν τα παραπάνω γεννούν απλά αμφιβολίες, μια αναφορά στον πυρήνα του νομοσχεδίου που ψηφίστηκε πρόσφατα μπορεί να επιβεβαιώσει τα χειρότερα σενάρια. Ο νέος νόμος προβλέπει την παραχώρηση της διαχείρισης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ), ενώ μέχρι σήμερα αυτή γινόταν αποκλειστικά από το ΤΑΠΑ (Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων) και το ΥΠΠΟΑ. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπει την δυνατότητα ένταξης του συνόλου της ακίνητης περιουσίας (μνημεία, ακίνητα και εκτάσεις που έχουν απαλλοτριωθεί) του ΤΑΠΑ, που μετονομάστηκε σε ΟΔΑΠ (Οργανισμός Διαχείρισης και Ανάπτυξης Πολιτιστικών Πόρων), στο χαρτοφυλάκιο σχεδιαζόμενου ΝΠΙΔ. Όλα αυτά νομοθετούνται, παρόλο που το ίδιο το σύνταγμα επιβάλλει φορείς του δημοσίου ως αποκλειστικούς διαχειριστές της περιουσίας αυτής, ώστε να προστατέψει την πολιτιστική κληρονομιά του τόπου από τα ιδιωτικά συμφέροντα. Οι παραπάνω κινήσεις αποτελούν από τη μεριά της κυβέρνησης και της υπουργού Λίνας Μενδώνη, προσπάθειες παράκαμψης του ελληνικού δημοσίου σ΄ ό,τι αφορά τη διαχείριση των αρχαιοτήτων. Επιπλέον είναι αρκετά βολική η χρήση των ίδιων των εκθεμάτων ως προϊόντων συναλλαγής, για να θεραπευτεί το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία λόγω της υποχρηματοδότησης και να απαλλαχθεί έτσι και το υπουργείο από τις δικές του ευθύνες.
Όλα τα παραπάνω σημεία συγκλίνουν σε μια κυβέρνηση που δεν λογαριάζει την πολιτιστική κληρονομιά του τόπου ως δημόσια περιουσία, αλλά σαν δικό της κτήμα το οποίο διαχειρίζεται όπως θέλει. Αδιαφορεί για το γεγονός ότι τα μνημεία αποτελούν παρακαταθήκη της ιστορίας, δεν θεωρεί πως είναι υπόλογη στην ανθρωπότητα και το γεγονός ότι την έχουν εκθέσει παγκοσμίως οι Διεθνείς Οργανισμοί δεν την πτοεί. Πρόκειται για μια κυβέρνηση που δίνει λογαριασμό μόνο σε αυτούς των οποίων τα οικονομικά συμφέροντα εξυπηρετεί. Αγνοεί ωστόσο, κάτι σημαντικό για κείνη: ότι την άτη και την ύβρη ακολουθούν η νέμεση και η τίση.