Άρθρο των Αλέξανδρου Μινωτάκη και Αντώνη Φάρα, μέλων του ΠΣ της Αναμέτρησης στο rproject.gr
Αναπάντεχα και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, το φάντασμα της ακροδεξίας που απλωνόταν πάνω από το Γαλλικό πρωθυπουργικό μέγαρο, υποχώρησε.
Τα αποτελέσματα της 7ης Ιουλίου ήταν διαφορετικά από τις προβλέψεις των exit polls: το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (ΝΛΠ) πρώτο, η Εθνική Συσπείρωση (ΕΣ) της Λεπέν τρίτη. Εκατομμύρια μετανάστ(ρι)ες και εργάτ(ρι)ες ξεχύθηκαν στους δρόμους να πανηγύριζουν, όσο οι κουστομαρισμένοι/ες, νέοι/ες της ακροδεξίας έμειναν να κοιτούν έκπληκτοί/ες. Όσο και να προσπαθεί το κόμμα της Λεπέν να υποβαθμίσει τη μη κατάληψη της πρώτης θέσης, πρόκειται για ουσιαστική αποτυχία που θα βαρύνει εν όψει της επόμενης περιόδου αλλά και των προεδρικών εκλογών του 2027.
Η εξέλιξη αυτή σόκαρε αρκετό κόσμο. Το κείμενο αυτό προσπαθεί να συνεχίσει τη κουβέντα που άνοιξε με το κείμενο του Α. Νταβανέλου στο rproject[1]. Ο Α. Νταβανέλος μιλά στο κείμενο του για το ότι “επιτέλους” βλέπουμε “μια μεγάλη πολιτική ρωγμή”, αναλύει την κοινωνική και πολιτική βάση αυτής της επιτυχίας και μιλάει και από την σκοπιά του NPA, ενός από τα σημαντικά κόμματα της ανατρεπτικής αριστεράς σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μεταξύ άλλων, λέει:
“Οι σύντροφοί μας του NPA καλούν σε κινητοποίηση της βάσης του Μετώπου, με στόχο την εφαρμογή του προγράμματός του και κυρίως των ταξικών δεσμεύσεών του απέναντι στα συνδικάτα. Έχουν δίκιο, όπως και είχαν δίκιο όταν αποφάσισαν τη συμμετοχή τους στο Μέτωπο, κατακτώντας έτσι το «δικαίωμα» να συνομιλούν σήμερα με τον κόσμο που πανηγύρισε όλη τη νύχτα στους δρόμους και στις πλατείες όλης της Γαλλίας”
Οι πανηγυρισμοί έχουν μέσα και μια μεγάλη ανακούφιση: Το κόμμα του Εθνικού Συναγερμού αποτελεί εκφραστή της ακροδεξιάς, της αναπόλησης της γαλλικής αποικιοκρατίας, οπαδό της «λευκής» Γαλλίας και της έντασης της καταπίεσης απέναντι στους μετανάστες, τη νεολαία, τα σωματεία· συνολικά απέναντι στα πιο αδύναμα και εκμεταλλευόμενα τμήματα του λαού. Δεν αποτελεί δύναμη φασιστική, δεν συγκροτεί μαζικό κίνημα με τη μορφή των ταγμάτων εφόδου αλλά η ρητορική και η πρακτική του είναι εξαιρετικά επικίνδυνη και, στο τέλος του δρόμου, στρώνει τον δρόμο και στον φασισμό και τον νεοναζισμό.
Η ήττα της Ακροδεξιάς προφανώς δεν είναι στρατηγική και δεν επαρκεί για να ανακόψει το ρεύμα του ρατσισμού, του μίσους και της εθνικιστικής περιχαράκωσης — είναι νωπό το αποτέλεσμα και των Ευρωεκλογών αλλά και του πρώτου γύρου των βουλευτικών εκλογών όπου η Εθνική Συσπείρωση κατέκτησε με σχετική ευκολία την πρώτη θέση. Είναι όμως πολύτιμη γιατί δίνει χρόνο στα κοινωνικά κινήματα, τις εργαζόμενες τάξεις, τη νεολαία και τις μετανάστριες να ανασυγκροτηθούν. To “No pasarán” που αντηχούσε στις πλατείες της Γαλλίας δεν δηλώνει εφησυχασμό αλλά τη διάθεση ενός ευρύτερου λαΪκού ρεύματος να ορθώσει οδοφράγματα στη Λεπέν.
Η επόμενη μέρα για τη γαλλική Αριστερά και τα κινήματα είναι ιδιαίτερα σύνθετη και δύσκολη. Το απρόσμενο αποτέλεσμα θέτει καθήκοντα στο Νέο Λαϊκό Μέτωπο που υπερβαίνουν τη συγκρότηση του και θα αναδείξουν τις αντιφάσεις ανάμεσα στην Ανυπότακτη Γαλλία και το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Σε αυτό το πλαίσιο προκύπτουν και προφανείς κίνδυνοι γύρω από σενάρια σχηματισμού πλειοψηφίας με την παθητική ή ενεργητική στήριξη του μακρονικού μπλοκ. Σε μία τέτοια περίπτωση, η προώθηση στοιχειωδών προοδευτικών μεταρρυθμίσεων θα εξαρτάται από το νεοφιλελεύθερο στρατόπεδο, ενώ την ίδια στιγμή η Ακροδεξιά θα διευκολύνεται να παρουσιαστεί ως αντι-συστημική δύναμη. Την ίδια στιγμή, βέβαια, η ρητή άρνηση του Μακρόν να δώσει εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στο Νέο Λαϊκό Μέτωπο σε συνδυασμό με τα σενάρια για «κεντρώα πλειοψηφία» δείχνουν τις προσπάθειες απομόνωσης της Ανυπότακτης Γαλλίας που αποτελεί τον πραγματικό φόβο για τον γαλλικό αστισμό.
Η ελληνική εμπειρία έχει σημασία για τη γαλλική Αριστερά σε αυτές τις συνθήκες και αποτελεί σημαντικό καμπανάκι κινδύνου για τις συνέπειες της ενσωμάτωσης στις κυρίαρχες πολιτικές. Επίσης, υπό αυτό το πρίσμα, φαίνονται γελοίες οι προσπάθειες της ελληνικής Κεντροαριστεράς να εμφανίσει το γαλλικό αποτέλεσμα ως κάποιου είδους «δικαίωση» για την ίδια και τις προοπτικές ενοποίησης της. Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, παρόλες τις αντιφάσεις και τις «σιωπές» στο πρόγραμμα του, συγκροτείται γύρω από ένα πρόγραμμα προοδευτικών μεταρρυθμίσεων προς όφελος του λαού, της νεολαίας και των πιο αδύναμων στρωμάτων. Το ΠΑΣΟΚ των 3 μνημονίων, ο ΣΥΡΙΖΑ των ιδιωτικοποιήσεων και τα fanboys και fangirls του 3ου μνημονίου της Νέας Αριστεράς, τι κοινό βλέπουν στον εαυτό τους με μία τέτοια πολιτική τοποθέτηση;
Ωστόσο, υπό την οπτική της ρωγμής και της αστάθμητης εξέλιξης της ταξικής πάλης που σηματοδότησε το αποτέλεσμα, μπορούμε να βρούμε τόσο κινδύνους όσο και δυνατότητες σε αυτό που ανοίγεται μπροστά στους συντρόφους και στις συντρόφισσες στη Γαλλία.
Η ανοικτή αυτή ρωγμή έχει σημασία μόνο αν διευρυνθεί περαιτέρω με την συλλογική πραγμοποιήση της: στόχος των ριζοσπαστικών δυνάμεων θα πρέπει να είναι η ριζοσπαστική δράση για την υλοποίηση του προγράμματος. Το πρόγραμμα αυτό, η αποδοχή του από την εκλογική βάση είναι ένα συλλογικό επίτευγμα και πρέπει να είναι και μία πηγή περηφάνειας και αισιοδοξίας.
Σε σχετική αντιδιαστολή με μία τέτοια αντίληψη, εμφανίζεται μία ανάλυση που επιλέγει να σταθεί περισσότερο στις εσωτερικές αντιφάσεις του Νέου Λαικού Μετώπου από οργανώσεις της κοντινής και ριζοσπαστικής αριστεράς. Πως γίνεται εκεί που κάποιος βλέπει μία πολιτική ρωγμή, κάποιος άλλος (αρκετά κοντινός, προνομιακός και σύμμαχος στο κίνημα) να κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για το Νέο Λαικό Μέτωπο;
Νομίζουμε ότι η κοινή λογική αναδεικνύεται στην αναγωγή της συγκεκριμένης συνθήκης σε αυτό που για μεγάλο κομμάτι της αριστεράς μπορεί να οριστεί ως η τραγική εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα και η προκαταβολή ότι οι δυνάμεις του ΝΛΠ δεν μπορούν παρά να ξεκινήσουν μία πορεία συμβιβασμών καθώς καλούνται να παίξουν με μία σημαδεμένη τράπουλα μέσα στο θεσμικό πλαίσιο. Ακόμα πιο «αποφασιστικό» στην κριτική και τα συμπεράσματά εμφανίζεται το ΚΚΕ: «Νέα ώθηση στην επιχείρηση «ανακαίνισης» της σοσιαλδημοκρατίας, για την εκ νέου ανάδειξή της σε βασικό πόλο προώθησης της αντιλαϊκής πολιτικής, δίνουν τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία» (Ριζοσπάστης, 9 Ιουλίου, 2024)
Η απαξίωση του αποτελέσματος των γαλλικών εκλογών, η ταύτιση του Νέου Λαϊκού Μετώπου με τις δυνάμεις του συστήματος, η προσπάθεια να παρουσιαστεί η Ανυπότακτη Γαλλία ως αναπαλαίωση του ΣΥΡΙΖΑ, δείχνουν τη διάθεση να ξεμπερδεύουμε με ευκολίες και προκατασκευασμένα σχήματα με μία πρωτότυπη και ιδιαίτερα απαιτητική συνθήκη, γεμάτη κινδύνους, αντιφάσεις αλλά και έναν αναδυόμενο ριζοσπαστισμό που αποτελεί «παιδί» των σκληρών ταξικών αναμετρήσεων στη Γαλλία από το 2017 και μετά. Επιπλέον, η «τύφλωση» μπροστά στις δυναμικές που οδήγησαν στο αποτέλεσμα περισσότερα αποκαλύπτουν για την κατάσταση της ίδιας της ελληνικής Αριστεράς που βλέπει την ακροδεξιά να ανεβαίνει στην Ελλάδα, την κυβέρνηση Μητσοτάκη να συνεχίζει τις «μεταρρυθμίσεις», ενώ η ίδια αδυνατεί να θέσει ουσιαστικά αναχώματα σε αυτή την κατεύθυνση
Μία τέτοια εξέταση της συνθήκης, σε πολύ μεγάλο βαθμό, προσπαθεί να αναλύσει το εκλογικό αυτό αποτέλεσμα με βάση την ελληνική εμπειρία του αριστερού κυβερνητισμού και της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ. Μπορεί να επιβεβαιωθούν σύντομα από την πραγματικότητα – ωστόσο, ισχυριζόμαστε ότι αυτός ο τρόπος ανάλυσης είναι λανθασμένος. Δεν μπορούμε να μεταφέρουμε εμπειρίες και τα παράγωγα τους σε άλλους κοινωνικούς σχηματισμούς, χωρίς ανάλυση της εκάστοτε ειδικής συνθήκης.
Το κείμενο του Α. Νταβανέλου, για παράδειγμα, στηρίζει και αναδεικνύει την ανάγκη ανάλυσης με βάση την κοινωνική και κινηματική συνθήκη. Γράφει ότι η επικράτηση του Μετώπου συνδέεται σε πολύ μεγάλο βαθμό με τους αγώνες των προηγούμενων ετών και τη διπλή αντίσταση ενάντια στον μακρονισμό αλλά και την υπαρκτή ακροδεξιά απειλή. Με συνοχή παρουσιάζονται και οι αντιφάσεις του ΝΛΜ ως προς την συμμαχία με τους Σοσιαλιστές και με άλλες ομάδες. Ωστόσο ο πλούτος του εν λόγου κείμενο είναι ότι δεν σταματά εκεί – αντίθετα μας λέει:
«Όμως το Μέτωπο δεν είναι μόνο αυτά. Γύρω του συγκεντρώθηκαν τα συνδικάτα και οι κοινωνικές οργανώσεις αντίστασης. Το δικό τους «πρόγραμμα» είναι η πιο σκληρή μορφή απαιτητικότητας που προβλήθηκε μέσα στην προεκλογική περίοδο. Η κατάργηση της αντιμεταρρύθμισης του Μακρόν για τις συντάξεις, η ακύρωση της επόμενης για τους ανέργους, και η απαίτηση για κατώτατο-νόμιμο μισθό στα 1.600 ευρώ καθαρά, είναι εμβληματικά αιτήματα που, αν επιτευχθούν, θα συνιστούν «αλλαγή σελίδας» όχι μόνο για τη Γαλλία, αλλά για την Ευρώπη.
Η πιο ριζοσπαστική πολιτική της Ανυπότακτης Γαλλίας και -κυρίως!- η συσπείρωση των συνδικάτων και των κοινωνικών οργανώσεων, είναι η βάση της ανθεκτικότητας και τελικά της πολιτικής και εκλογικής νίκης του Μετώπου».
Σχετικά με την ανάλυση μας, λοιπόν, απαιτείται να πηγαίνουμε πιο βαθιά στην κατανόηση της συνθήκης: δεν μπορούμε να αναλύουμε μία πολιτική αναμέτρηση ή ένα μετωπικού σχήμα με όρους πολιτικού συστήματος και κυρίαρχων εκπροσωπήσεων. Σε συνέχεια της παραπάνω παραίνεσης, στέλνουμε μερικά πρώτα σχόλια με την μόρφη συμπερασμάτων – αρκετά κοντά στον τρόπο σκέψης αλλά και στην εκτίμηση περί πολιτικής σημασίας του γεγονότος όπως αυτά εκφράστηκαν στο κείμενο Νταβανέλλου.
Η 7η Ιουλίου ως συλλογική ανακούφιση και ως κάλεσμα συστράτευσης
Ο κόσμος πανηγύρισε την 7η Ιουλίου με ανακούφιση. Αν και ο άμεσος κίνδυνος έχει αποτραπεί, η ακροδεξιά -που κέρδισε περίπου πενήντα περισσότερους βουλευτές- βρίσκεται σε άνοδο και παραμένει μια απειλή. Όπως η μαζικότερη (απο το 1997) συμμετοχή στις εκλογές οδήγησε σε αυτό. Η άνοδος της συμμετοχής στοίχισε στην ακροδεξία — όπως έγραψε ένας χρήστης των social media: «είδατε που αν πηγαίνετε να ψηφίσετε, δεν βγαίνει η ακροδεξία».
Μπορούμε να εξάγουμε ένα χρήσιμο συμπέρασμα: Η ακροδεξιά δεν είναι μια πολιτική δύναμη που απλά «σαρώνει» στην εργατική τάξη — θέλει να παρουσιάζεται ως τέτοια γιατί αυτό εξυπηρετεί το αντισυστημικό προφίλ της. Αρκεί να δεί κάποιος/α τα αποτελέσματά στις βιομηχανικές περιοχές της Γαλλίας όπου το μέτωπο της αριστεράς κατέγραψε τα καλύτερα του αποτελέσματα. Αντίθετα, η ακροδεξιά εμφανίζεται ως μία τέτοια δύναμη γιατί έχει μεγάλη εκλογική συσπείρωση ενώ οι άλλοι ανταγωνιστές της οι οποίοι διαρκώς αντιμετωπίζουν το πρόβλημα του πως να πείσουν τον κόσμο να τους ψηφίσει ξανά. Αποδεικνύεται ωστόσο ότι ως τώρα έχει συγκεκριμένες κοινωνικές βάσεις: όταν η συμμετοχή είναι υψηλή, η βάση της μειώνεται ως ποσοστό του συνόλου.
Η ήττα των εκατοντάδων φασιστών, ρατσιστών, ισλαμοφοβικών υποψηφίων της ΕΣ ήταν μία οπισθοχώρηση. Ήταν το αποτέλεσμα της συσπείρωσης ολόκληρης της πολιτικής, συνδικαλιστικής και ενωτικής αριστεράς, αλλά επίσης και πάνω απ’ όλα της εκλογικής συσπείρωσης από τη βάση μεγάλων τμημάτων της εργατικής τάξης, ιδίως των ατόμων που υποφέρουν φυλετικές διακρίσεις και των νέων, κάτω από την σημαία του Νέου Λαϊκού Μετώπου (ΝΛΜ). Οι 195 βουλευτές του ΝΛΠ – μεταξύ των οποίων 74 βουλευτές από την Ανυπότακτη Γαλλία- εκλέχθηκαν με ένα πρόγραμμα που έρχεται σε ρήξη με τον Μακρονισμό, ο οποίος εξυπηρετούσε τους υπερπλούσιους, και με τη “δεξιοαριστερά” της πενταετίας Ολάντ.
Η συγκρότηση κυβέρνησης είναι αρκετά δύσκολη για το ΝΛΠ. Το αντιδραστικό αστικό μπλοκ συγκεντρώνεται τώρα γύρω από την ΕΣ, το οποίο έχει ανοίξει χώρο στα δεξιά του και μπορεί να ελπίζει στο μέλλον σε συμμαχίες με μέρος των Ρεπουμπλικάνων ή ακόμα και των Μακρονιστών, όπως συνέβη και κατά τη διάρκεια του νόμου Νταρμανέν (ένας από τους δελφίνους για την διαδοχή Μακρόν) για το άσυλο στη μετανάστευση τον περασμένο Δεκέμβριο.
Ωστόσο, ο Μακρόν επιμένει. Εκμεταλλευόμενος τις υπέρογκες εξουσίες που του έχουν ανατεθεί από τους θεσμούς της Πέμπτης Δημοκρατίας, αφού έσπευσε να διαλύσει τη Εθνοσυνέλευση μετά τα αποτελέσματα της 9ης Ιουνίου και για να προετοιμάσει την προεκλογική εκστρατεία, κρατάει τον Αττάλ στο πρωθυπουργικό μέγαρο. Στην επιστολή του που δημοσιεύθηκε στον Τύπο την επόμενη των εκλογών, δεν αναγνωρίσε το αποτέλεσμα των εκλογών. Σύμφωνα με τον ίδιο, “κανένας δεν κέρδισε”, σε πείσμα του αποτελέσματος που έφερε το Νέο Λαϊκό Μέτωπο στην κορυφή, αποτελώντας τη μεγαλύτερη ομάδα στην Εθνοσυνέλευση.
Κατά την άποψή του, οι πολιτικές δυνάμεις θα πρέπει αντ’ αυτού να επεξεργαστούν συμβιβασμούς για μια κυβέρνηση “δημοκρατικού μετώπου” που θα συνδυάζει την αριστερά και τη δεξιά και θα αποκλείει το ΝΛΠ. Την ίδια στιγμή, ο γαλλικός Τύπος μας ενημερώνει για τη συμπαιγνία μεταξύ του Μακρόν και της ακροδεξιάς μέσω μυστικών γευμάτων εργασίας. Αυτό που στην δημόσια εκφώνηση αναφέρεται ως δημοκρατικό μέτωπο, στην πραγματικότητα είναι ένα “ρεπουμπλικανικό μέτωπο” με συνταγή Μακρόν. Αν η τράπουλα είναι σημαδεμένη, είναι σημαδεμένη ενάντια στο ΝΛΠ και ειδικότερα απέναντι στην Ανυπότακτη Γαλλία και τον Μελανσόν.
Είναι σαφές ότι μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να θέσει σε εφαρμογή τον κατώτατο μισθό των 1.600 ευρώ, την κατάργηση της αντιμεταρρύθμισης για τις συντάξεις και όλα τα μέτρα του προγράμματος του Νέου Λαϊκού Μετώπου. Είναι επίσης σαφές ότι τα αποτελέσματα των εκλογών σηματοδοτούν ένα νέο στάδιο στην κρίση της Πέμπτης Γαλλικής Δημοκρατίας, η οποία τίθεται υπό αμφισβήτηση. Περισσότερο από ποτέ άλλοτε, αυξάνονται οι ριζοσπαστικές φωνές στην Γαλλία που καλούν την αριστερά να κινηθεί προς μια Συντακτική Συνέλευση, για να βάλει τέλος σε αυτούς τους βαθιά αντιδημοκρατικούς θεσμούς και σε αυτόν τον αχαλίνωτο προεδρικισμό, και να προτάξει αντ’ αυτού μια λαϊκή δημοκρατία.
Μέσα στο ΝΛΠ, το NPA θεωρεί ότι τέτοιες κινήσεις έχουν ως προϋπόθεση την οικοδόμηση συλλογικοτήτων του ΝΛΠ σε επίπεδο βάσης, ανοιχτών σε όλους, ώστε να χτιστούν οι κινητοποιήσεις και οι απεργίες των επόμενων μηνών. Θέτει επίσης την ανάγκη να στηριχθεί η πιθανότητα κυβέρνησης του ΝΛΠ αλλά και δημιουργηθεί η αναγκαία πολιτική πίεση ώστε να τηρήθει το πρόγραμμα του και να υλοποιηθεί κυβερνητικά. Κάνει έκκληση για ενότητα του κοινωνικού στρατοπέδου και καλεί σε οργάνωση για να οικοδομηθεί μια Αριστερά που θα παλεύει και θα έρχεται σε ρήξη με το παρελθόν, που θα φέρνει κοινωνική πρόοδο, με την προοπτική ενός επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας, απαλλαγμένου από την εκμετάλλευση και την καταπίεση.
Γράφει χαρακτηριστικά σε πρόσφατη ανακοίνωση του:
Μπροστά σε αυτό το πραξικόπημα, η πρόκληση των επόμενων ημερών είναι να επιβληθούν τα αποτελέσματα της κάλπης στον Μακρόν και την άρχουσα τάξη και να δημιουργηθούν οι συνθήκες για μια κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το πρόγραμμα του Νέου Λαϊκού Μετώπου. Σε αυτόν τον συσχετισμό δυνάμεων, ο κόσμος της εργασίας, οι νέοι και ο πληθυσμός στο σύνολό του πρέπει να κάνουν αισθητή την παρουσία τους για να ασκήσουν όλο τους το βάρος. Η διελκυστίνδα του πολέμου είναι σε εξέλιξη και συμβαίνει τώρα. Όλες οι συνιστώσες του Νέου Λαϊκού Μετώπου – τόσο οι πολιτικές δυνάμεις όσο και τα συνδικάτα, οι ενώσεις και οι συλλογικότητες που το έχουν στηρίξει – πρέπει να συναντηθούν πολύ γρήγορα για να συζητήσουν τα μέσα δράσης που πρέπει να εφαρμοστούν για να δοθεί αυτή η δημοκρατική μάχη. Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία των συνδικατων της CGT, που υποστηρίζεται από τη συνομοσπονδία της CGT, δείχνει το δρόμο. Το κάλεσμα για συγκεντρώσεις σε όλη τη χώρα την Πέμπτη 18 Ιουλίου, μπροστά από την Εθνοσυνέλευση και τις νομαρχίες, πρέπει να οικοδομηθεί και να υλοποιηθεί. Σε αυτό το πλαίσιο, η περίοδος των Ολυμπιακών Αγώνων δεν μπορεί να είναι ανακωχή: πρέπει να είναι μια ευκαιρία για να ακουστεί η φωνή μας, ώστε το Νέο Λαϊκό Μέτωπο και το κοινωνικό μας στρατόπεδο να μην επιτρέψουν να τους κλέψουν αυτή τη νίκη[2].
Οι συνθήκες αυτές, συγκλονιστικές και ιστορικά πρωτότυπες, δεν προσφέρονται προφανώς για εύκολα copy paste στην ελληνική συγκυρία ούτε βέβαια για καπήλευση του ΝΛΠ από τις δυνάμεις της Κεντροαριστεράς, τα 3 κόμματα (ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ) της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων. Υπάρχουν όμως πολύτιμα μαθήματα, ξεκινώντας από την απόδειξη ότι σε συνθήκες αστάθειας και κοινωνικών συγκρούσεων, ο δρόμος δεν πάει μόνο προς τα (ακρο)δεξιά. Το ρεύμα του μίσους και της συντήρησης δεν έχει την προνομιακή και αποκλειστική σχέση με τα λαϊκά στρώματα που θέλει να παρουσιάζει ούτε η δυναμική του είναι ασταμάτητη. Στη σύγκρουση μαζί του αλλά και με το νεοφιλελεύθερο ακραίο κέντρο, η Αριστερά μπορεί να αναβαπτιστεί και να αποκτήσει νέα δυναμική, αξιοποιώντας και τακτικές συμμαχίες, της μιας ή της άλλης μορφής.
Στην Ελλάδα, δεν βρισκόμαστε μπροστά σε συνθήκες που να επιβάλλουν ένα Λαϊκό Μέτωπο· όμως είναι αυταπάτη να νομίζουμε ότι δεν βρισκόμαστε σε επικίνδυνα μονοπάτια ή να βαυκαλιζόμαστε μεταξύ μας με προφανείς διαπιστώσεις του τύπου «εντάξει δεν είναι και Χρυσή Αυγή η Λεπέν». Ναι, να μην προετοιμαστούμε για Λαϊκό Μέτωπο αλλά να συγκροτήσουμε σήμερα μια Αριστερά, ριζοσπαστική, μαχητική και μετωπική που θα ανοίξει ρωγμές στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, μια Αριστερά που θα σταθεί διεθνιστικά και ουσιαστικά κριτικά απέναντι στις εξελίξεις στη Γαλλία και όχι απλά καχύποπτα και με διάθεση «επιβεβαίωσης».
Η σύγχρονη ακροδεξιά σε όλες τις μορφές της μπορεί να νικηθεί μόνο από τον ριζοσπαστισμό και τον αντισυστημισμό μίας τέτοιας αριστεράς.
[1] https://rproject.gr/article/gallia-epiteloys-mia-megali-politiki-rogmi
[2] https://npa-lanticapitaliste.org/communique/macron-veut-nous-voler-la-victoire-mobilisation-generale-pour-imposer-le-programme-du