Κείμενο συμβολής του Αντώνη Φάρα (ΣΒ Εξαρχείων) στον διάλογο εν όψει της δεύτερης τακτικής μας συνδιάσκεψης.
Περιεχόμενα
- Ένα σύντομο λογοτεχνικό σχόλιο για τις εκδοχές
- Τριά(ντα) Χρόνια Επιτυχίες
- Προβλήματά των κοινών μας γραμμών
Α. Δεν ξέρουμε ποιο ειναι το υποκείμενο στο οποίο απευθύνομαστε.
Β. Δεν ξέρουμε πως, ως τι και γιατί του απευθυνόμαστε.
Γ. Δεν ξέρουμε πως να συμβιώσουμε με τις αποχρώσεις της ταυτότητας μας
Δ. Δεν έχουμε πειραματιστεί με νέες μορφές λειτουργίας και οργάνωσης
- H γραμμή του ορίζοντα μας.
1. Ένα σύντομο λογοτεχνικό σχόλιο για τις εκδοχές
“Οταν γύρισαν στήν Αθήνα η Βάνα δήλωσε ότι αυτή ήταν η τελευταία της χρονιά στό χωριό καί βγήκε αληθινή, το επόμενο καλοκαίρι πήγε στή Γαλλία, η Έρση πήγε στήν Ίο, η Μίνα πήγε στα Μάταλα, έζησε είκοσι μέρες σε μιά σπηλιά και είπε ότι αύτή ήταν η πραγματική ζωή.
Η Βάνα γύρισε από τή Γαλλία καί είπε ότι εκεί είναι η πραγματική ζωή, καπνίζεις, πίνεις ένα καφέ, μπαίνεις σ’ ένα μαγαζί, αγοράζεις κάτι, πίνεις έναν καφέ, καπνίζεις, μπαίνεις σ’ έναν κινηματογράφο, καπνίζεις, τρώς, μπαίνεις σ’ ένα μαγαζί, αγοράζεις κάτι, καπνίζεις, μπαίνεις σ’ ένα καφέ, παίζεις ένα φλιπεράκι, καπνίζεις, μπαίνεις σ’ ένα μαγαζί, αύτή είναι η πραγματική ζωή, άγοράζεις κάτι.
Η Έρση είπε ότι μόνο στήν Ίο είναι η πραγματική ζωή, εκεί είναι οί ελεύθεροι άνθρωποι, παίζουν κιθάρα, μπαίνουν στη θάλασσα όποτε θέλουν, βγαίνουν όποτε θέλουν, κοιμούνται όποτε θέλουν, παίζουν κιθάρα, τρώνε όποτε θέλουν, χέζουν όποτε θέλουν, γελάνε όποτε θέλουν, παίζουν κιθάρα, κάνουν έρωτα όποτε θέλουν, πίνουν όποτε θέλουν, παίζουν κιθάρα, αυτή είναι η πραγματική ζωή..“
Όπως και οι ηρωίδες της Γραμμής του Ορίζοντος του Χρήστου Βακαλόπουλο, έτσι και οι εκδοχές που κατατίθενται στην οργάνωση, ορίζουν την “πραγματική ζωή” σε μία επαναλαμβανόμενη ρουτίνα. Πρέπει να ακολουθηθεί αυτός ή ο άλλος δρόμος γιατί εκεί βρίσκεται η πραγματική ουσία της αριστερής πολιτικής.
Νομίζω ότι αυτό είναι μια λάθος προσέγγιση. Αυτό που καλούμαστε να αποφασίσουμε είναι η γραμμή του ορίζοντα: τι, από όσα μπορούμε να επιλέξουμε, θα μας φέρει σε καλύτερη θέση τα επόμενα τρία χρόνια. Χωρίς βεβαιότητα, με ρίσκα και με πάρα πολύ προσπάθεια.
Όσοι/ες υποστηρίζουμε την Εκδοχή Β, πρέπει να κατανοήσουμε το εξής: ο δρόμος που περιγράφουμε είναι πιο δύσκολος από αυτόν που η οργάνωση ήδη έχει πάρει. Δεν είναι μια παράκαμψη, είναι μία νέα λεωφόρος.
Το επίδικο της είναι:
α. Να μεγαλώσει η Αναμέτρηση και να απλωθεί όσο περισσότερο γίνεται σε όλη τη χώρα,
β. Να συσπειρωθεί ένα ευρύτερο δυναμικό γύρω από αυτήν – με διαφορετικές ταχύτητες σε πρώτη φάση,
γ. Να εκφραστεί από τα κάτω το αίτημα και η επιθυμία για ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής αριστεράς,
δ. Να μπορέσει να συγκροτήσει την κριτική της στις άλλες δυνάμεις με παραγωγικό τρόπο.
Η επιθυμία που εκφράζει η Εκδοχή Β δεν βασίζεται σε εγκεφαλικά σχέδια, σε μικρομεγαλισμό, σε φιλοδοξίες. Εκτιμώ και θα το εκφράσω όσο πιο σύντομα μπορώ, ότι η επιθυμία αυτή είναι μια τάση στην αριστερά μας αλλά και στον κόσμο που την ακούει. Ακόμη και αν τώρα απορρίψουμε αυτή τη πρόταση συλλογικά, εκείνη θα επιστρέψει στο μέλλον. Ίσως μάλιστα να εκφραστεί από τον κόσμο που τώρα την αντιμάχεται σθενερά. Και αυτό θα συμβεί γιατί η πρόταση αυτή εκφράζει μια υπαρκτή ανάγκη: την μέγιστη δυνατή συσπείρωση.
Με αυτά στο νού μας, δεν θεωρούμε τους συντρόφους/ισσες που υποστηρίζουν την άλλη άποψη “φοβικούς”. Αναδεικνύουν μια πολιτική απόψη εντός της οργάνωσης, η οποία ως δημόσια και συγκροτημένη άποψη μπορεί να πείθει και ελπίζουμε ότι μπορεί και να πείθεται, ανάλογα με τη συζήτηση στον εσωτερικό διάλογο και στη συνδιάσκεψη. Δεν χρειάζεται οι σύντροφοι/ίσσες μας να νιώθουν ότι διάλεξαν στρατόπεδο και αυτό σφραγίζε τις πολιτικές, κοινωνικές σχέσεις από εδώ και πέρα. Στο παρελθόν και στο μέλλον μας στην αριστερά, σίγουρα έχουν (και θα) προκύψει(ουν) πιο κρίσιμα ζητήματά από αυτό που θα κουβεντιάσουμε σε αυτή τη συνδιάσκεψη.
Αυτό που πιστεύω ότι είναι κρίσιμο για να προχωρήσουμε, είναι να πεισουμε/πειστούμε ότι ως Αναμέτρηση έχουμε τη δυνατότητα να προσφέρουμε κάτι παραπάνω από την συσπείρωση: την αναγκαία κατανόηση των δυνατοτήτων και των περιορισμών μας.
Και σε αυτό υπολείπονται όλες οι εκδοχές. Θα προσπαθήσω σε αυτό το κείμενο να συνεισφέρω με κάποιες σκέψεις που θέλουν να αναδείξουμε σημεία από τη πορεία μας, κοινά μας προβλήματα αλλά και τη δυνατότητα για μία ενιαία και χρήσιμη πολιτική παρέμβαση τα επόμενα χρόνια.
2. Τριά(ντα) Χρόνια Επιτυχίες
Οι Ιμισκούμπρια ονόμασαν το πρώτο τους δίσκο “30 Χρόνια Επιτυχίες”. Αυτοί οι παντέλως άγνωστοι, σε ένα άγνωστο τότε είδος μουσικής, το οποίο μάλιστα κάναν με ένα πολύ δικό τους και περίεργο τρόπο. Ο τίτλος αυτός ήταν μία μπικτή στο πόσοι τέτοιοι δίσκοι βγαίναν τότε από καθιερωμένους λαικούς τραγουδιστές αλλά και ένας αυτοσαρκασμός στον εαυτό τους.
Συμπληρώσαμε αισίως τα τριά(ντα) χρόνια επιτυχίες μας. Η Αναμέτρηση, με την ιδρυσή της, ολοκλήρωσε μία τάση στην αριστερά μας: την συνάντηση ρευμάτων που είχαν κάποια κοινά, που δεν μπορούσαν να χωρέσουν στις προηγούμενες οργανώσεις τους, που ήθελαν μια διαφορετική αριστερά. Τα έχει πεί καλύτερα από ότι θα μπορούσα να τα πώ εγώ και όταν έπρεπε να ειπωθούν η συντρόφισσα Ειρήνη Γαιτάνου – ο Αγρίος Σπόρος, το κείμενο της. Και εδώ κάποια αποσπάσματα για το τι (θα) θέλαμε να λέει η Αναμέτρηση:
“Η κατάσταση στην αριστερά δεν πάει άλλο έτσι.(…) Σήμερα, μας χρειάζονται τα βασικά: μια γειωμένη, μαζική, ηγεμονική πολιτική πρόταση, με συγκεκριμένες πλευρές και βηματισμό, που να συνδέει το άμεσο με το στρατηγικό .(…) Θέλουμε ασύμμετρες κινήσεις και σχήματα, διασταυρούμενες δυναμικές και ανορθόδοξες μορφές ” .
Ακόμη και σήμερα, αυτά που έλεγε η Ειρήνη, είναι αυτά που θέλουμε:
- μετωπική λογική, και ενότητα των δυνάμεων του κινήματος απέναντι στον ταξικό αντίπαλο σε όλα τα επίπεδα,
- μαχητικές και συγκρουσιακές μορφές, που θα επανακατοχυρώνουν την αυτοπεποίθηση, τόσο στις δυνάμεις του κινήματος όσο και στον λαό, και θα αναδεικνύουν στην πράξη τη σύγκρουση με τον αντίπαλο (από ένα παρατηρητήριο εργοδοτικής αυθαιρεσίας και δράσης, μέχρι τα μέτωπα δημοκρατικών δικαιωμάτων και αντιφασισμού, και την παρουσία στο δρόμο),
- κινηματικές πρωτοβουλίες, και διαλεκτική σύνδεση και σχέση του κοινωνικού με το πολιτικό επίπεδο,
- σύγκρουση με την ΕΕ και τις ιμπεριαλιστικές ολοκληρώσεις,
- αντιδιαχειριστική λογική και σύγκρουση με κάθε λογική «συνέχειας του κράτους».
Αν αυτές είναι (ήταν;) οι επιθυμίες μας λοιπόν, πρέπει να μας “ελέγξουμε” αν τις ικανοποίησαμε.
Η Αναμέτρηση πήρε πρωτοβουλίες μετωπικής λογικής – ακόμη και πριν συγκροτηθεί καλά-καλά. Δυστυχώς όμως αυτές δεν έγιναν σε όλα τα επίπεδα. Στο επίπεδο του κινήματός έχουμε φτάσει σε μία φάση που επερωτούμε αν πρέπει να είμαστε ενωτικοί(ένα γεγονός που τουλάχιστον σε πολύ δικό μας κόσμο, που έζησε την περίοδο απο το 2015, γεννά συντριπτική στενάχωρια) και στο επίπεδο της πολιτικής πρότασης αρνούμαστε αυτή την αναγκαιότητα. Να δώσω δύο παραδείγματά και για τους δύο ισχυρισμούς:
- Μία από τις κινητοποίησεις που ήταν στο καλεντάρι μας αρκετά προωθήμενα ήταν η Μέρα Μετανάστευσης (21 Μάρτη). Το 2017 είχαμε καταφέρει να καλέσει όλη η αριστερά ενιαία: όχι μόνο η δική μας αριστερά, αλλά η αριστερά της Ευρώπης. Είχαμε άλλα εργαλεία και πρακτικές (το CityPlaza, την Πρωτοβουλία για τους Οικονομικούς και Πολιτικούς Πρόσφυγες) τότε (να τα ξαναβρούμε) αλλά είχαμε και άλλη θέση για το ζήτημα: είχαμε κάθε διάθεση να φέρνουμε στο τραπέζι όσους τσακωνόντουσαν για τη θέση του πανό, για τη κεφαλή της πορείας, για το δρομολόγιο της. Να κάνουμε παραχωρήσεις αλλά να κρατάμε σταθερή τη κατεύθυνση: μαζικό, διεθνές, πολιτικό γεγονός με συμμετοχή των προσφύγων και μεταναστών.Πλέον, η μέρα αυτή έχει γίνει ένα γαιτάνακι άμαζης, σπασμένης και κακής συννενόησης μεταξύ πολιτικών δυνάμεων που αρνούνται να συννενοηθούν. Προσπαθήσαμε πριν τρία χρόνια να κάνουμε κοινή πορεία, δεν τα καταφέραμε, προσπαθήσαμε πριν δύο δεν τα καταφέραμε, μετά σταματήσαμε να προσπαθούμε καταδίκαζοντας τα πράγματά να συνεχίσουν να πηγαίνουν άσχημα, άμαζα, σπάσμενα.
Για αυτό είναι που χρειαζόμαστε μετωπική λογική και αρχές αυτής της μετωπικής λογικής: γιατί όταν οι συντρόφισσες/οι που ασχολούνται με κάτι κουράζονται, θα πρέπει να μπορούν να ενισχύονται από τη συλλογικότητα, να έρχονται άλλοι/ες που θα υπηρετούν την ίδια γραμμή αλλά με πιο φρέσκια και αισιόδοξη ματιά. Γιατί η ενότητα, ήταν και είναι δύσκολη, αλλά ήταν και είναι αναγκαία. Επιμένουμε σε αυτή, ακόμη και αν δεν αποδίδει άμεσα και όταν δεν προχωράει πρέπει να σκεφτόμαστε ποια κίνηση μας μπορεί να την ενισχύσει αντί να διαλέγουμε στρατόπεδα.
Αυτό που περιέγραψε παραπάνω- λίγο εκτενώς- είμαι σίγουρος ότι το έχουν αντιμετωπίσει και άλλοι σύντροφοι/ισσες. Το “ούτε Χαυτεία, ούτε Πανεπιστημίου, κάπου στη μέση” που έχουν πει και υπερασπιστεί οι συντρόφισσες μας στο εργατικό, φαίνεται μία λίγη περίεργη γραμμή αλλά είναι μια σωστή γραμμή. - Το δεύτερο παράδειγμα, θα είναι μάλλον λίγο πιο ιντριγκαδόρικο. Όλες μας οι αναλύσεις ξεχνούν τη συνδιάσκεψη που έγινε τον Δεκέμβρη του 2022. Μου έκανε πραγματικά εντύπωση, περίμενα να το διαβάσω κάπου στα κείμενα των συντρόφων που υποστηρίζουν την εκδοχή Α/Γ. Δεν είναι εύλογο να μας ρωτήσουν, γιατί εσείς που τότε υποστηρίζατε (με πάθος στη περίπτωση μου) τη σύμπραξη με το εξωκοινοβούλιο και όχι με το ΜέΡΑ, τώρα έχετε αλλάξει άποψη;
Ίσως αυτό να γίνεται γιατί αντικειμενικά το ΜέΡΑ είναι πλέον εξωκοινοβουλίο – άλλωστε αυτό έγραφε μία εισήγηση προς το Πανελλαδικό Συμβούλιο, που ενέταξε ξαφνικά το ΜέΡΑ στις δυνάμεις στις οποίες απεύθυνομαστε (τον Οκτώβριο του 2023). Αυτή όμως ήταν/είναι μια πολύ, πολύ κακή τεκμηρίωση. Είχαν δίκιο οι σύντροφοι που τότε επισημαίναν ότι αυτό δεν είναι ικανοποιητικός λόγος (σίγουρα θύμαμαι ένα σχετικό κείμενο του σ. Μπρούζου), είχαν άδικο οι σύντροφοι που δεν έβλεπαν ότι αυτό είναι αλλαγή γραμμής, και φταίμε όσοι συμφωνούσαμε με αυτή την αλλαγή γραμμής που δεν επιμείναμε ότι αυτό πρέπει να εξηγηθεί καλύτερα στην οργάνωση – θεωρώντας ότι όσοι/ες το εισηγούνται είχαν καλύτερη εικόνα της οργάνωσης.
Για να επιστρέψω στην Συνδιάσκεψη, το βασικό επιχείρημα που είχα προσωπικά χρησιμοποίησει και το οποίο είχε πείσει και εμένα, ήταν το ακόλουθο: υπάρχει σοβαρός κίνδυνος κυβερνητισμού, η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι τόσο μακρία, αν η απόσταση είναι μικρή υπάρχει ο κίνδυνος το ΜέΡΑ να συμμαχήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ. Πόσο λάθος, είχαμε. Σχεδόν όλοι/ες. Ακόμη, πιστεύω η οργάνωση δεν έχει καταλάβει το μέγεθος αυτής της αστοχίας της: δεν κατανοήσαμε ούτε στο ελάχιστο τη δυναμική της ΝΔ, το πόσο αναγκαία ήταν/είναι για τον μετασχηματισμό του κράτους και την άνοδο του εγχώριου καπιταλισμού. Αντίθετα, βγάλαμε και κείμενα που λίγο-πολύ επιβεβαίωναν (!) την αστοχία της ανάλυση μας, ισχυριζόμενες ότι το βλέπαμε να έρχεται.
Αυτό το παράδειγμα, κλείνει ως εξής: πρέπει να επιδιώκουμε τη μετωπική πολιτική σε όλα τα επίπεδα, εκτός αν κάτι μοιάζει να έχει διαχειριστική δυνατότητα ή διαχειριστικό παρελθόν. Κάναμε σωστά που τηρήσαμε αυτές τις αρχές, κάναμε λάθος όμως στην εκτίμηση της συγκυρίας και της υπάρξης δυνατότητας διαχείρισης.
Στην τωρινή συνθήκη, νομίζω οι πέντε επιθυμίες μας, μπορούν να γίνουν πράξη. Η συνθήκη ευνοεί. Το ερώτημά όμως τίθεται σε εμάς: μπορούμε, εμείς, να τις κάνουμε πράξη; Η εκδοχή Β λέει ναι, η εκδοχή Α/Γ λέει όχι.
Οι επιθυμίες αυτές για εμάς θα ισχύουν και θα επανέρχονται διαρκώς. Είμαστε δεμένες με αυτές γιατί θεωρούμε ότι “είναι επιθυμίες πολλών”.
3. Προβλήματά των κοινών μας γραμμών
Αυθόρμητα, όσοι/ες συμμετέχουν σε αποφάσεις και διαδικασίες, όταν αυτές αναδεικνύουν το βάρος της υλοποίησης τους ή όταν αυτές αποτυγχάνουν, τείνουν να εξατομικεύουν τη στάση τους. Αναφέρονται, έτσι, πιο εύκολο στο τι έκανε ο τάδε ή η δείνα συντρόφισσα παρά στο τι έκανε αποφάσισε ένα συλλογικό σώμα. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη προβληματική για ένα όργανο, για μια συλλογική δομη από το “όχι εγώ” ή το “αυτός” – το “όχι εμείς” ή το “αυτοί” είναι δεκτό και κατανοητό γιατί, τουλάχιστον, έχει μια πληθυντική συλλογική διάσταση.
Έχουμε να απαντήσουμε ένα ενδιαφέρον παράδοξο: Η Αναμέτρηση για αρκετά μεγάλο διάστημα πορεύτηκε με σχετικά απόλυτη ομόνοια, με κοινή αποδοχή των εισηγήσεων – δυστυχώς όχι με συλλογική παραγωγή τους αλλά αυτό είναι μια μεγάλη κουβέντα που δεν θα ανοίξω εδώ. Η γραμμή (ή καλύτερα οι γραμμές μας) δεν ήταν τέτοιες ώστε το όργανο να καταψηφίζει εισηγήσεις, ώστε τα πράγματά να μην συντίθενται. Αν αυτό όμως ίσχυει, τότε γιατί δημιουργήθηκε τέτοιος κακός χαμός και η οργάνωση έχει παραλύσει το τελευταίο διάστημα; Είναι κάποιοι κάκοι ή μη ικανοί, που δεν την αφήνουν να γυρίσει στις εργοστασιακές της ρυθμίσεις;
Λέω, πως όχι. Οι κοινές μας γραμμές είχαν κοινά προβλήματα – και ακόμη έχουν. Το πρώτο επίπεδο, είναι – και είμαι πεπεισμένος για αυτό – η έλλειψη βάθους πολιτικής συζήτησης: παράλληλοι μονόλογοι, αδύναμια ενιαίας κατανόησης και απάντησης. Παίρναμε μια απόφαση και μετά στην επόμενη διαδικασία αναρωτιόμασταν: τι να σημαίνει αράγε αυτή; Η κριτική όμως αυτή (την έχουν κάνει και οι σύντροφοι/ισσες που γράφουν στα κείμενα τους ότι μας λείπει ενίαια γλώσσα), αν και όρθη, είναι επιφανειακή. Η γραμμή γίνεται γραμμή όταν είναι ξεκάθαρη – εμείς δεν φτιάχνουμε τη γλώσσα, γιατί δεν φτιάχνουμε τη γραμμή.
Ποια ήταν τα κοινά προβλήματα που δεσμεύουν τις γραμμές μας; Ποια, είναι δηλαδή, τα ζητήματά που θα πρέπει να (συ)ζητήσουμε να λύσει τόσο η Εκδοχή Β όσο και η Εκδοχή Α/Γ
Α. Δεν ξέρουμε ποιο ειναι το υποκείμενο στο οποίο απευθύνομαστε.
Εδώ έχουμε μια ομοιότητα: δρούμε και σκεφτόμαστε λες και η Αναμέτρηση είναι κόμμα που μπορεί να απεύθυνθει στην εργατική τάξη. Αυτό δεν ίσχυε στις μικρότερες οργανώσεις που μας συνέθεσαν, και θα το καταδείξω χοντρικά: η Ανασύνθεση έλεγε να συγκροτηθεί μια ριζοσπαστική οργάνωση νεολαίας, η ΑΡΚ -μέσα στη ΛΑΕ- έλεγε να εκπροσωπηθεί και να οργανωθεί το δυναμικό του ΟΧΙ, η Αναμέτρηση 1.0 έλεγε να δούμε πως επανέρχεται στο προσκήνιο η γένια του 06-07. Όλα αυτά απέτυχαν – όμως άφησαν πράγματά πίσω τους γιατί είναι ορθή η λογική ότι οι οργάνωσεις τέτοιου τύπου που παρεμβαίνουν σε τέτοιες κοινωνίες, δεν μπορούμε να έχουν πάνδημο, πανεργατικό στόχο. Απαιτείται εστιάση.
Με το συλλογικό μας κείμενο “Πότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι έχει έρθει η ώρα να δοκιμάσουμε και κάτι διαφορετικό;” δώσαμε μία απάντηση σε αυτό το ερώτημα ότι η Αναμέτρηση πρέπει να απευθύνεται σε μία υπαρκτή πολιτική γενιά:
“Μια γενιά που γνώρισε τον καπιταλισμό στην άνοδό του, αλλά και στην πτώση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Μια γενιά που σήκωσε για λογαριασμό ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας, το βάρος της αντίστασης στην επίθεση του νεοφιλελευθερισμού πριν αυτή γενικευτεί στα χρόνια της κρίσης, αλλά και πολύ περισσότερο μετά. Μια γενιά αρκετά πιο συνειδητοποιημένη σε ό,τι αφορά το φεμινιστικό, αντιρατσιστικό και ταξικό χαρακτήρα κάθε απελευθερωτικού προτάγματος. Μια γενιά που βίωσε τη διάψευση των προσδοκιών ή έμαθε εξαρχής να ζει χωρίς αυτές, μια γενιά που βίωσε και βιώνει τη μόνιμη επισφάλεια, την απουσία προοπτικής, τη μετανάστευση”.
Δεν ισχυρίζομαι εδώ ότι αυτή είναι απαραίτητα μία σωστή απάντηση – θα ήταν ευχής έργον να πειστούμε ότι υπάρχει καλύτερη και να δεσμευτούμε όλες/οι σε αυτή. Ισχυρίζομαι όμως είναι απάντηση σε σωστή ερώτηση, και αυτό κάποιες φορές έχει μεγαλύτερη σημασία.
Β. Δεν ξέρουμε πως, ως τι και γιατί του απευθυνόμαστε.
Εδώ, και αν, υπάρχουν κοινές αδυναμίες. Όταν συγκροτηθήκαμε, είπαμε στον κόσμο, λίγο πολύ:
έλα,μαζί μας, θα βρούμε αυτά που λείπουν,
μην γκρινιάζεις, οργανώσου,
Υπάρχει εδώ κάτι νέο και φρέσκο.
Δεν νομίζω ότι κάποιος θα ισχυριστεί ότι παρουσίασαμε ή ιδρυθήκαμε στη φάση μιας τομής που κάναμε στην κατανόηση του κόσμου ή σε ένα κοινό ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα ή σε μια διευρυμενη μαζική πρακτική στο κίνημα. Πολλές θέσεις, πολλές πρακτικές, πολλά ρεύματά. Όταν προσπάθησα να εξήγησω τι είναι η Αναμέτρηση σε μία συντρόφισσα από την Αγγλία, δεν υπήρχε κουτάκι να μας κατατάξει.
Είστε ΣΥΡΙΖΑΙΟΙ; Όχι, αλλά κάποιοι είμασταν.
Είστε ΑΝΤΑΡΣΥΟΙ; Όχι, αλλά κάποιοι ήταν.
Είστε Τροτσιστές; Όχι, αλλά έχουμε.
Είστε ευρωκομμουνιστές; Όχι, αλλά είχαμε – ή έχουμε κιόλας, δεν ξέρω.
Δεν μπορεί παρα να είστε Αλτουσεριανοί; Όχι, αλλά έχουμε.
Αυτή η στιχομυθία είχε κάτι το συναρπαστικό, πέρα απο την αμηχανία. Το τι είναι η Αναμέτρηση είναι ένα ανοικτό στοίχημα και συνομιλεί με μια ανοικτή υπόθεση: στις κοινωνίες αναδεικνύεται ως μειοψηφική τάση ένα νέο κομμουνιστικό ρεύμα που δεν έχει ακόμη τη συνείδηση και τον φορέα να αυτοπροσδιοριστεί ως τέτοιο. Διεθνώς, του λείπει η πολιτική συγκρότηση και ο πολιτικός φορέας, του λείπει δηλαδή ο εντολοδόχος που θα ζητήσει να γραφτεί για αυτό ένα νέο Κομμουνιστικό Μανιφέστο. Του λείπει η ενότητα: θεωρίας, κινηματικής/κοινωνικής πρακτικής, πολιτικής έκφρασης.
Ποιο, είναι, όμως το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι αντί να επιδιώκουμε αυτή την ενότητα, δανειζόμαστε στοιχεία από τρείς πηγές:
α. Την παράδοση των ρευμάτων στα οποία ανήκαμε αλλά και την ευρύτερη παράδοση ρευμάτων.
Να δώσω ένα παράδειγμα: υπάρχει άραγε πιο τροτσκιστική έκφραση από το “μεταβατικό πρόγραμμα”;
β. Τις απαντήσεις που (δεν) δώσαμε σε άλλες ιστορικές συνθήκες.
Να δώσω δύο παραδείγματα για να απευθυνθώ σε συντρόφους και της Α/Γ και της Β:
- Δεν χρειάζεται στο κείμενο μας να λέμε για την Σερβία ή να δικαιώσουμε μια άποψη για το 1990.
- Δεν χρειάζεται στο κείμενο μας να μιλάμε λες και βρισκόμαστε στο 2015 και ο κόσμος στρέφεται σε εμάς για την διοίκηση της παραγωγής ή για την επιτεύξη της ρήξης.
Μα, δεν έχει σημασία, η ιστορική μνήμη; Ή, δεν έχει σημασία, το τι θα μπορούσε να είχε πάει αλλιώς;
Και τα δύο αυτά έχουν σημασία, όμως δεν μπορεί (ίσως και να μην πρέπει) να τα απαντήσει μόνη της η Αναμέτρηση – αλλά η ευρύτερη αριστερά. Το ερώτημα που θα θέλαμε να καθορίζει τη γραμμή μας είναι: Τι μπορεί να πάει αλλιώς. Τώρα.
η πολιτική ήταν και θα έπρεπε να είναι, πρώτα απ’ όλα, η διαχείριση του τυχαίου, η διοίκηση της συγκυρίας
γ. Τις απαντήσεις που δίνουν όσοι μας συμπιέζουν ανάμεσα τους.
Πολλές από τις θέσεις μας είναι θέσεις του ΚΚΕ και κάποιες του ΜέΡΑ25. Δεν τους ανήκουν, δεν τις έχουν γεννήσει αλλά τις υπερασπίζονται αποτελεσματικά στον δημόσιο διάλογο με τρόπο που τους τις έχει κατοχυρώσει.
Δύο παραδείγματα και εδώ:
Το κείμενο σε σημεία του φλερτάρει με απόψεις που επικυρώνουν την τεχνοφεουδαρχία- αυτή η αντίληψη ότι δεν υπάρχει παραγωγικός και μη παραγωγικός χρόνος, ότι τα δεδομένα δημιουργούν αξία από μόνα τους, είναι πολύ ελκυστική (ιδιαίτερα για τη γενιά μας των Social media και την γενιά του Netflix) αλλά είναι εντελώς λάθος. Αυτά δεν τα υποστηρίζουμε όσοι/ες λέμε την εκδοχή Β και δεν θα θέλαμε να τα υποστηρίζει ούτε η οργάνωση.
Το κείμενο σε σημεία του λέει ξεκάθαρα ότι κάθε προσπάθεια πράσινης ενέργειας είναι στην πραγματικότητα απλά και μόνο μία πράσινη μπίζνα στην οποία πρέπει να αντισταθούμε. Αυτά τα λέει το ΚΚΕ και νομίζουμε ότι πρέπει να τα απορρίψουμε φανερά: η δράση για κλιματική δικαιοσύνη απαιτεί να νικηθεί ο καπιταλισμός των ορυκτών καυσίμων και πρέπει για αυτό να μας απασχολεί το ζήτημα της παραγωγής μη ορυκτής ενέργειας αλλά και ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός για την ενέργεια.
Ξανά, για να ξεφύγουμε απαιτείται να ανανεώσουμε τις προσεγγίσεις μας. Ας γράφουμε στα κείμενα μας μόνο όσα είναι πραγματικά θέσεις και όχι απλά αναλύσεις. Δεν έχει γίνει μονότονο για όλες μας να διαβάζουμε κάθε οικονομική ανάλυση να ξεκινάει “από τη πετραλαική κρίση του 1973” – πλέον σε εμάς μοιάζει ποίημα, και στους νεότερους συντρόφους μοιάζει με μια διάλεξη για την οποία σύντομα χάνουν το ενδιαφέρον.
Γ. Δεν ξέρουμε πως να συμβιώσουμε με τις αποχρώσεις της ταυτότητας μας
Οι ιδρυτικές θέσεις της Αναμέτρησης έχουν ένα κεφάλαιο που είναι ουσιαστικά μια ευγενική παραχώρηση (copy-paste) των ιδρυτικών θέσεων της Συνάντησης. Ένα κεφαλαίο σύζευσης αποχρώσεων που προσπαθεί να συγκροτήσει την ταυτότητα μας: αντιιμπεριαλιστική και διεθνιστική, ενωτική και ανασυνθετική, στρατηγικής και τακτικής εμβάθυνσης κοκ.
Η ταυτότητα μας στην πραγματικότητα είναι μια ιδεατή συνθήκη: πρέπει διαρκώς να παλεύομε για αυτή, πρέπει διαρκώς να την συγκροτούμε σε κίνηση. Αυτή είναι μια σωστή προσέγγιση, κατά την άποψη μου. Το ιδρυτικό μας κείμενο έχει δίκιο όπως το τοποθετεί:
Οι ιδέες και οι αξίες που επικρατούν στην καπιταλιστική κοινωνία διεισδύουν και στην αριστερά. Η διαμόρφωση της αριστεράς που χρειαζόμαστε είναι ο αδιάκοπος αγώνας για μια νέα πρακτική της πολιτικής.
Εδώ η αριστερά που χρειαζόμαστε είναι μια μετωνυμία αυτού που θα λέγαμε ταυτότητα. Τι λέμε λοιπόν: η ταυτότητα πηγάζει από την νέα πρακτική της πολιτικής. Αυτό είναι διαφορετική αντίληψη από την αντίληψη ότι η ταυτότητα καθορίζει και επιβάλλει τη πρακτική, στην οποία κατά καιρούς έχουμε πέσει.
Αυτή είναι μια κρίσιμη φιλοσοφική και πολιτική διάσταση στο εσωτερικό μας αλλά και στο σύνολο της αριστεράς. Να δώσω ένα παράδειγμα: Εμείς λέμε από την μία ανοικτές και συμπεριληπτικές διαδικασίες και όχι συνεννοήσεις από τα πάνω. Αποφασίζουμε ωστόσο να συμμετάσχουμε σε διαδικασίες από τα πάνω χωρίς συμπερίληξη και ανοικτό τρόπο. Όλη μας η απόφαση στην έκτακτη συνδιάσκεψη με την προσθήκη των λεγόμενων “κοκκινών γραμμών – ένα ενιαίο πακέτο προς αποδοχή ή απόρριψη”, αντικειμενικά ήταν μία απόφαση που δεν μπορούσε να συζητηθεί σε μαζικά ακροατήρια γιατί στρεφόταν προς συγκεκριμένη πολιτική γεωγραφία και είχε τη λογική ή όλα ή τίποτε.
Αυτό σε ανοικτή διαδικασία, πολύ δύσκολα θα γινόταν ηγεμονικό ή αποδεκτό. Πιστεύει κάνεις ότι σε ένα αμφιθέατρο εξωτερικών παρατηρητών θα μπορούσαμε να εξηγήσουμε ποια από τις κοκκινές γραμμές τελικά δεν τηρούνταν; Προσωπικά, σε εξωτερικό κόσμο, μόνο δυσπιστία έχω εισπράξει όταν πήγα να τεκμηριώσω γιατί δεν προχώρησε η συνεργασία.
Δ. Δεν έχουμε πειραματιστεί με νέες μορφές λειτουργίας και οργάνωσης
Μου φαίνεται ότι γιγαντωθεί πάνω από την οργάνωση η επιθυμία για περισσότερο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό. Μπορώ να ακούσω τα επιχείρηματά για δημοκρατικό συγκεντρωτισμό (τι θα είχε γίνει αν η οργάνωση είχε μεγαλύτερο δημοκρατικό συγκεντρωτισμό μετά την πρόσφατη συνδιάσκεψη είναι ένα ενδιαφέρον ερώτημα), σε ένα κόμμα όπως το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ. Θα πω ότι η Αναμέτρηση έχει, δυστυχώς, ήδη, υπέρ του δέοντως δημοκρατικό συγκεντρωτισμό και σίγουρα δεν χρειάζεται άλλον.
Τι λέει ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός – μεταξύ άλλων:
Η ευθύνη καθοδήγησης, των στελεχών, στη λειτουργία και συνεπή εφαρμογή του, είναι πολύ μεγαλύτερη σε σύγκριση με την ατομική ευθύνη του ξεχωριστού κομματικού μέλους.
Ποια είναι η πολιτική εμπειρία του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού; Η εμπειρία ΚΚ που τείνουν να είναι περισσότερο συγκεντρωτικά παρά δημοκρατικά. Από την μία λοιπόν, η οργάνωση ευαγγελίζεται περισσότερη οριζοντιότητα από τις τυπικές οργανώσεις από την άλλη, όταν τα πράγματά δυσκολεύουν ανακαλύπτει την ανάγκη του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού!
Ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός δεν είναι κάτι καινούργιο, δεν είναι κάτι που ενδυναμώνει τα μέλη, δεν είναι η κατεύθυνση που θέλουμε για την οργάνωση. Σύντροφοι/ισσες επαναφέρουν διαρκώς το σχήμα στέλεχη/μέλη και μας ζήτουν να τους εμπιστεύτουμε ότι αυτό θα μας οδηγήσει σε μία πιο δημοκρατική λειτουργία. Προσωπικά, ισχυρίζομαι ότι αυτή είναι η βασιλική οδός για την γραφειοκρατία – μια υπαρκτή τάση/κίνδυνο για τις πολιτικές οργανώσεις του μεγέθους μας.
Στην δικιά μου αντίληψη, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός είναι ένας ιστορικά ξεπερασμένος τρόπος δομής και λειτουργίας. Το ΚΚΕ είναι αρκετά θαραλέο όταν απολογίζει τις οργανωτικές ανεπάρκειες του, διαβάστε εδώ αν θέλετε
Τι μας λέει; Τα οργανωτικά προβλήματά για το ΚΚΕ προκύπτουν από τις υλικές συνθήκες των υποκειμένων και το κόμμα έχει καθήκον να βοηθάει όσους/ες το χρειάζονται ώστε να παράγουν πολιτική και να μην μένουν απλά στο να κάνουν τηλεφωνήματά. Αυτό είναι πιο πλήρης και τεκμηριωμένη ανάλυση από το “πολιτικά και οργανωτικά στελέχη” που είχε έρθει εισηγητικά από τους συντρόφους/ισσες που έγραψαν την εισήγηση του κειμένου απολογισμού. Όμως και πάλι, είναι μια λανθασμένη ανάλυση: οι υλικές συνθήκες πρέπει να ορίζουν την μορφή οργάνωσης. Το ΚΚΕ το απαντάει φτιάχνοντας άλλες υλικές συνθήκες για κάποιους (επαγγελματικά στέλεχη) και κρατώντας ίδια την δομή. Εμείς, πως, θα το απαντήσουμε;
Χωρίς να ξέρω, ξανά, αν είναι η σωστή απάντηση, θεωρώ ότι η ερώτηση είναι σωστή. Πρέπει συστηματικά και με υπομονή, με συγκεκριμένες προτάσεις, με χαρτογράφηση των συνθηκών ζωής των μελών (αλλά και του υποκειμένου) στο οποίο θέλουμε να απευθυνόμαστε, να πειραματιστούμε με την έννοια και τη πρακτική της ετεραρχίας.
Η ετεραρχία είναι ένα σύστημα οργάνωσης όπου τα στοιχεία της οργάνωσης δεν είναι ιεραρχημένα ή όπου διαθέτουν τη δυνατότητα να ιεραρχηθούν με διάφορους τρόπους. Μια ετεραρχία μπορεί να είναι κάθετη σε μια ιεραρχία, να υπάγεται σε μια ιεραρχία ή να περιέχει ιεραρχίες- τα δύο είδη δομής δεν είναι αμοιβαία αποκλειόμενα. Στην πραγματικότητα, κάθε επίπεδο σε ένα ιεραρχικό σύστημα αποτελείται από μια δυνητικά ετεροαρχική ομάδα.
Κάποιος/α θα μπορούσε να πει τι σαχλαμάρες είναι αυτές- ίσως να είχε δίκιο. Αν όμως θέλει να δει μία τέτοια λογική, μπορεί να επισκεφτεί το σάιτ των Black Socialists of America: https://blacksocialists.us/features/principles, οι οποίο μας λένε ότι “η πραγματική δημοκρατία δεν βρίσκεται στη φόρμα, αλλά στην ουσία”.
4. H γραμμή του ορίζοντα μας.
Η Αναμέτρηση είναι μία οργάνωση την οποία την φτιάξαμε, την τρέξαμε, την νοιαζόμαστε από κοινού. Δεν ανήκει περισσότερο σε μία μπάντα ή σε κάποιους/ες συντρόφους, δεν έχει ιδιοκτήτες. Η πολιτική αντιπαράθεση στο εσωτερικό της δεν είναι αίτια διάσπασης, είναι αναγκαία συνθήκη: μόνο έτσι βαθαίνει η στρατηγική μας, μόνο έτσι μπορούμε να προχωράμε. Φαντάζεστε να έπρεπε να μην διαφωνούμε για να έχουμε εσωτερική ηρεμία;
Τη Κυριακή το βράδυ, όλες και όλοι θέλουμε η οργάνωση να πάρει σωστές αποφάσεις και σημαντικές για το μέλλον της, όλες οι προτάσεις και εκδοχές αυτό έχουν ως στόχο. Σίγουρα όμως δε θα τελειώσει ο κόσμος, ούτε θα κριθούν τα πάντα σε αυτήν μας την απόφαση. Η ιστορία άλλωστε δεν εξαντλείται μόνο στη λήψη μιας απόφασης, αλλά γράφεται στον δρόμο, στην υλοποίηση των αποφάσεων, στην πραγματική αναμέτρηση με τους περιορισμούς και τις δυνατότητες μας. Το Σχέδιο Πολιτικής Απόφασης που καταθέσαμε (και συνθέσαμε) δείχνει με σαφή τρόπο το πως βλέπουμε την οργάνωση, πόσο αναγκαίο είναι να συγκροτηθεί πιο βαθιά αλλά και την σημασία που της προσδίδουμε για το μέλλον της αριστεράς.
Η Αναμέτρηση έχει κάνει μέχρι σήμερα σημαντική δουλειά, ανοίγοντας δρόμους και θέτοντας τις βάσεις για μια ουσιαστική παρέμβαση. Πρέπει να είμαστε περήφανες/οι γιατί η τόλμη μας οδήγησε δύο οργανώσεις να ενωθούν σε ένα κοινό εγχείρημα, γιατί σταθήκαμε αποφασιστικά στους δρόμους (αναδεικνύοντας πολλές φορές ακόμη και μόνοι/ες μας σημαντικά ζητήματα), στις γειτονιές και στους κοινωνικούς χώρους, γιατί δημιουργήσαμε μια μαχητικότητα που θέλουμε να μας χαρακτηρίζει. Αυτήν ακριβώς τη μαχητικότητα, την αποφασιστικότητα και το πάθος για τη συλλογική δράση πρέπει να ξανακερδίσουμε και να φέρουμε στο προσκήνιο.
Για να προχωρήσουμε μπροστά, πρέπει να είμαστε έτοιμοι/ες για τα επόμενα βήματα. Αυτό είναι που προτείνουμε. Μαζί με την κεντρική πολιτική πρόταση, οφείλουμε να πρωτοστατήσουμε στους αγώνες και στα κινήματα, να εμπνεύσουμε τον κόσμο και να επαναφέρουμε την αριστερά στο προσκήνιο. Είναι αναγκαίο να βγούμε με τόλμη στην κοινωνία, να βαθύνουμε την πολιτική και οργανωτική μας συγκρότηση μέσα στο ζωτικό οξυγόνο της αριστεράς και των κινημάτων, συνεργαζόμενοι με άλλες δυνάμεις, ώστε να σηκώσουμε τις κρίσιμες μάχες που έρχονται. Να μη λυγίσουμε, ούτε να κρυφτούμε. Να μας εμπιστευτούμε.
Η γραμμή μας είναι, εν τέλει, απλή:
- Συστηματική και ουσιαστική δουλειά μέσα στο κίνημα.
- Ιδεολογική προετοιμασία και συγκρότηση για τη ριζοσπαστικοποίηση των πολιτικών οργανώσεων και προταγμάτων.
- Διαμόρφωση και προώθηση μιας ενιαίας πρότασης αγώνα.
- Ενωτική λογική και αποφασιστική πολιτική παρέμβαση στην κοινωνία.
Έτσι προχωράμε, έτσι μπορούμε να νικήσουμε.