Τις τελευταίες ημέρες προβλήθηκε πολύ μια έρευνα για τις πιο όμορφες πόλεις στον Κόσμο που φέρνει την Αθήνα στην 6η θέση. Ωστόσο, στην έρευνα που γίνεται εδώ και πολλά χρόνια για τις πόλεις με την καλύτερη ποιότητα ζωής η Αθήνα βρίσκεται ανάμεσα στην 70ή και 80ή θέση. Τι συμβαίνει λοιπόν σε αυτή την πόλη;
Σε όλα τα παραπάνω ήρθαν να προστεθούν οι παρεμβάσεις που αφορούσαν τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2004, που επιβάρυναν ακόμα περισσότερο την πόλη – με εξαίρεση την δημιουργία του μετρό, που σίγουρα ως μέσο μαζικής μεταφοράς συνέβαλε θετικά στη μετακίνηση, αν και όχι όσο θα μπορούσε αν αποτελούσε τμήμα ενός ευρύτερου σχεδιασμού. Και ενώ το παράδειγμα της Βαρκελώνης μάς δείχνει πώς μια πόλη μπορεί να επωφεληθεί από μια τέτοια διοργάνωση αν υπάρξει συνολικός σχεδιασμός με κοινωνικό πρόσημο, στην Αθήνα ακόμα αναζητούμε τρόπους να διαχειριστούμε τα απομεινάρια της Ολυμπιάδας, κάτι που επιβεβαιώνει κραυγαλέα και το πρόσφατο σκάνδαλο με την ασφάλεια του στεγάστρου στο ΟΑΚΑ.
Κι ύστερα ήρθε ο μαζικός τουρισμός…
Την περίοδο αυτή ακολουθεί πλέον μια επιθετική στροφή στην τουριστική ανάπτυξη. Ειδικά μετά την κρίση του 2008 το μοντέλο της ακραίας τουριστικοποίησης μοιάζει να αποτελεί τη μόνη πρόταση για την ανάπτυξη αυτής της πόλης. Το απαξιωμένο σχολάζον οικιστικό απόθεμα, καθώς δεν υπάρχει κανένα πλαίσιο αξιοποίησής του για τις κοινωνικές ανάγκες, παραδίδεται βορά στην δημιουργία ξενοδοχείων και καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης. Πεζόδρομοι ξεφυτρώνουν εκεί που χρειάζονται για να περπατάνε οι τουρίστες ενώ οι γειτονιές της πόλης ασφυκτιούν από έλλειψη πρασίνου και το περπάτημα σε διαλυμένα πεζοδρόμια μικρότερα από ένα μέτρο γίνεται ένα επικίνδυνο εγχείρημα.
Οι χρήσεις που εξυπηρετούν τη ζωή των κατοίκων εξαφανίζονται (και υποκαθίστανται από τις εμπορικές υπηρεσίες των πολυκαταστημάτων). Στην οδό Βίσσης, που πεζοδρομήθηκε με το τελευταίο πρόγραμμα (2017) του Δήμου Αθηναίων (μια fast track διαδικασία, χωρίς μελέτες, συνολικό χωρικό σχεδιασμό κ.λπ.), 17 μικρές επιχειρήσεις έκλεισαν μέσα σε δύο χρόνια, δίνοντας τη θέση τους σε μαγαζιά υγειονομικού ενδιαφέροντος ή αφήνοντας άδεια προς εκμετάλλευση ακίνητα.
Η πολυσυζητημένη πεζοδρόμηση της Πανεπιστήμιου (που την ακύρωσε η οικονομική κρίση) αλλά και η σημερινή καρικατούρα της, ο «μεγάλος περίπατος», αποτελούν την εύγλωττη εικονογράφηση αυτής της στρατηγικής.
Η Αθήνα λοιπόν σήμερα δεν είναι μια πόλη φιλική για τους κατοίκους της. Η στεγαστική κρίση είναι πλέον παρούσα. Χιλιάδες άνθρωποι ζουν στο δρόμο ή σε ακατάλληλες κατοικίες. Τα ενοίκια αυξάνονται δραματικά και πολλές περιοχές του Δήμου είναι πλέον απρόσιτες στα χαμηλά και μεσαία στρώματα εργαζομένων ενώ ο πληθυσμός της παρουσιάζει σταθερή μείωση. Ζούμε στη χώρα με το υψηλότερο στεγαστικό κόστος στην Ευρώπη (46% του μέσου μισθού) και καμία μέριμνα για κοινωνική κατοικία.
Απέναντι σε αυτή την κρίση οι πολιτικές του Δήμου Αθηναίων εξαντλούνται σε μερικές εκατοντάδες θέσεις βραχυχρόνιας διαμονής και στην ανακύκλωση και σε 257 κατοικίες για ευάλωτα νέα νοικοκυριά, οι οποίες προέρχονται από την ανακύκλωση του προγράμματος «Εστία» αφού ξεσπίτωσαν μερικές χιλιάδες πρόσφυγες.
Η καθημερινότητά μας στην πόλη της Αθήνας συνοψίζεται σε λίγες λέξεις: Ακρίβεια, αρπαγή του δημόσιου χώρου από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, υποβαθμισμένες δημόσιες παροχές, ελλειμματική καθαριότητα και φωτισμός. Η Αθήνα δεν είναι φιλική για τα παιδιά, τους ηλικιωμένους, τα άτομα με αναπηρία, χωρίς μέριμνες για τις ανάγκες των γυναικών και των Λοατκι ατόμων. Και είναι εχθρική για τους ξένους, όταν δεν είναι τουρίστες.
Περιγράφεις λοιπόν μια αρκετά προβληματική συνθήκη. Απέναντι σε αυτή την κατάσταση τι μπορούμε να κάνουμε;
Σίγουρα η σημερινή λειτουργία των Δήμων, με την υπο-χρηματοδότηση και το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία τους, δεν αφήνει πολλά περιθώρια ριζικών αλλαγών, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μια ριζοσπαστική δημοτική αρχή δεν θα μπορούσε να κάνει κάποια βήματα. Έχουμε δει σε πολλές πόλεις του κόσμου, όχι επαναστατικές δημοτικές αρχές, να προχωρούν σε δραστικό έλεγχο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, σε έλεγχο τον ενοικίων, σε παραγωγή κοινωνικής κατοικίας, σε προστασία των δημόσιων χώρων, σε βελτίωση των μετακινήσεων με δημόσιες συγκοινωνίες και υποστήριξη της κίνησης του ποδηλάτου, σε ευρύτατα προγράμματα ανακύκλωσης των απορριμμάτων.
Όταν πριν μισό αιώνα ο Λεφέβρ μας μιλούσε για το Δικαίωμα στην Πόλη, ανέδειξε πόσο καθοριστική για τη ζωή μας είναι μια τέτοια διεκδίκηση. Οι αγώνες για την πόλη από τότε έχουν αναπτυχθεί και πολλές φορές έχουν νικήσει. Το δικαίωμα στην Πόλη, μια πόλη που οργανώνεται με βάση τις ανάγκες μας, είναι ο κοινός άξονας κάθε διεκδίκησης.
Περνάει από το φρένο στην άκρατη ιδιωτικοποίηση, είτε αυτή έχει να κάνει με τις λειτουργίες του ίδιου του Δήμου (που όλο και περισσότερο υπεργολαβούνται σε ιδιώτες) είτε έχει να κάνει με την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων χώρων είτε έχει να κάνει με την απαξίωση των κοινωνικών αγαθών της παιδείας, της υγείας, των μεταφορών. Και βέβαια από τον αγώνα για την αναγνώριση της στέγης ως δικαιώματος και όχι εμπορεύματος. Να καταγραφούν οι στεγαστικές ανάγκες και να απαιτήσουμε εκείνες τις πολιτικές που θα οδηγήσουν στο να μην υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος σε αυτή την πόλη χωρίς επαρκή κατοικία.
Αλλά για να συμβούν όλα αυτά, χρειαζόμαστε σε κάθε γειτονιά δυνάμωμα των συλλογικών λειτουργιών και των συλλογικών διεκδικήσεων. Χρειαζόμαστε να δυναμώσουμε κάθε μορφή αγώνα και να αξιοποιήσουμε την παρουσία μας στο Δήμο σε αυτή την κατεύθυνση.
Για όλα αυτά, λοιπόν, Ανατρεπτική Συμμαχία για την Αθήνα;
Ναι, για όλα αυτά και για μια πόλη για όλες, όλους και όλα. Μια πόλη αντιφασιστική, που δεν θα αφήσει χώρο σε καμία μορφή εθνικιστικής, φυλετικής ή σεξιστικής βίας.
Η Ανατρεπτική Συμμαχία για την Αθήνα, με υποψήφιο δήμαρχο τον Κώστα Παπαδάκη, έχει ισχυρές προϋποθέσεις για να παλέψει για όλα αυτά.
Αποφασίσαμε να ενώσουμε τις δυνάμεις τριών αυτοδιοικητικών σχημάτων και πολλών ανένταχτων αγωνιστών/τριών όχι μόνο για να απαντήσουμε στον κατάπτυστο νόμο Βορίδη για την Αυτοδιοίκηση.
Όσες, όσα και όσοι έχουμε βρεθεί στους αγώνες για την πόλη χρόνια τώρα, ξέρουμε ότι οι αγώνες ήταν νικηφόροι και άφησαν ισχυρές παρακαταθήκες εκεί που συσπείρωσαν ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις. Oι αγώνες αυτοί άφησαν «στίγμα» και προϋποθέσεις συνέχειας στο μέλλον.
Με τη συμμετοχή μας σε αυτές τις δημοτικές εκλογές επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε νέες καλύτερες προϋποθέσεις για τα κινήματα και να βάλουμε τις βάσεις για μια ουσιαστική ενότητα που μέσα από τις συλλογικές διαδικασίες θα παράξει νέο λόγο και νέες δυναμικές στις παρεμβάσεις μας.
Αν θέλουμε να οραματιζόμαστε μια άλλη κοινωνία, σίγουρα μας ενδιαφέρει να συγκροτήσουμε τις θέσεις και να διερευνήσουμε νέες πρακτικές για μια διαφορετική κοινωνική συγκρότηση, και για τις εναλλακτικές μορφές οργάνωσής της. Και θέλουμε να ανοίξουμε τη συζήτηση για όλα αυτά.
«Σου αρέσουν ακόμα τα παραμύθια ή μήπως σε κάταπιε και εσένα η πραγματικότητα»;
Το είδα γραμμένο σε ένα τοίχο των Εξαρχείων πριν λίγες μέρες και σκέφτηκα:
«Μας αρέσουν τα παραμύθια που παλεύουμε να γίνουν πραγματικότητα».
Για αυτό είμαστε εδώ και για αυτό ζητάμε να είστε μαζί μας την Κυριακή 8/10 αλλά και κάθε επόμενη μέρα.