Τα μέτρα που εξήγγειλε η κυβέρνηση μετά την μεγάλη οικολογική και κοινωνική καταστροφή, δεν μας προσφέρουν καμία ανακούφιση – ίσα, ίσα εντείνουν την ανησυχία μας για τις συνέπειές της.
Ενδεικτική η ανακοίνωση για αναδάσωση 165.000 στρεμμάτων με «νέες, κατάλληλες ποικιλίες» (sic), και κόστος 224 εκατομμυρίων ευρώ (!). Περισσότερες αναδασώσεις μάλιστα προτείνεται να γίνουν υπό την «αναδοχή» επιχειρήσεων, ανοίγοντας πλατιά το δρόμο για την εμπορευματοποίηση της φύσης. Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως δεν είναι η ιδιωτικοποίηση της περιβαλλοντικής πολιτικής. Δεν είναι καν η συνήθης προχειρότητα των εξαγγελιών (αλήθεια, όσο οι φωτιές ακόμα καίνε και καμία χαρτογράφηση δεν έχει γίνει, ποιος μέτρησε τα «165.000 στρέμματα»;), ούτε η φαιδρή διατύπωση για «ανάπλαση» του δάσους και αντικατάσταση ειδών, λες και πρόκειται για πάρκο.
Το κύριο πρόβλημα είναι ότι -όπως συναινεί η μεγάλη πλειονότητα των επιστημόνων, και των ανθρώπων της υπαίθρου- οι γενικευμένες τεχνητές αναδασώσεις θα κάνουν μεγαλύτερη ζημιά από το υποτιθέμενο όφελος, παρεμποδίζοντας βίαια τη διαδικασία φυσικής αναγέννησης και αυξάνοντας, με τους δρόμους και τις λακούβες, την διάβρωση του εδάφους. Οι αναγκαίες αναδασώσεις ή σπορές γίνονται περιορισμένα κι εντοπισμένα, στα κατάλληλα σημεία και μετά το κατάλληλο διάστημα – άρα δεν προσφέρονται για εντυπωσιακές εξαγγελίες και μεγάλες εργολαβίες. Το ίδιο ισχύει και για τα αντιπλημμυρικά και αντιδιαβρωτικά έργα. Οι ανάγκες για επιφανειακή επικοινωνιακή πολιτική, για κατασπατάληση δημοσίων πόρων, για προβολή των μεγάλων επιχειρήσεων, αποδεικνύονται σημαντικότερες από τις πραγματικές ανάγκες αποκατάστασης των καμένων περιοχών.
Η ανησυχία μας εντείνεται από τον αρχικό προσανατολισμό που φαίνεται να έχει η συνολική πολιτική για την αποκατάσταση της Εύβοιας. Αυτό που είναι αναγκαίο είναι η μακροχρόνια στήριξη της περιοχής ώστε να “πατήσουν στα πόδια τους” ξανά οι κάτοικοι, τα χωριά και οι οικονομικές δραστηριότητες της περιοχής (οι περισσότερες με χρόνια ιστορίας και προσαρμοσμένες στον δασικό, ορεινό ή παράκτιο, χαρακτήρα της περιοχής). Αυτό που δεν είναι αναγκαίο, αντιθέτως θα είναι καταστροφικό, είναι μια πολιτική επέλασης του κεφαλαίου που θα “δει την κρίση ως ευκαιρία” σε σύγκρουση με την τοπική κοινωνία και τις ανάγκες της.
Ανεπαρκή ήταν και τα μέτρα στήριξης των πυρόπληκτων: όσοι είδαν τα σπίτια τους να καίγονται, αντί να αποζημιωθούν πλήρως, θα βρεθούν χρεωμένοι στις τράπεζες, από τις οποίες υποχρεούνται να δανειστούν μέρος της αποζημίωσης που δικαιούνται. Οι γεωργοί και κτηνοτρόφοι θα εισπράξουν τώρα πενιχρές ενισχύσεις (ενδεικτικά 2.000 ευρώ για εκτάσεις ως 50 στρέμματα) και μετά καλούνται να μπλέξουν στο γνωστό κυκεώνα των άδικων, αργών και αναποτελεσματικών διαδικασιών του ΕΛΓΑ (εδώ βλέπετε δεν ενοχλεί η γραφειοκρατία, ενοχλεί μόνο εκεί που θέτει περιορισμούς και ελέγχους σε επενδύσεις). Αποτέλεσμα: μία από τις βασικές αιτίες των δασικών πυρκαγιών και της έκτασης της καταστροφής, η εγκατάλειψη της υπαίθρου από τους παραγωγούς και τους κατοίκους, θα ενταθεί ακόμα περισσότερο.
Όσο δε για την βασικότερη ευθύνη του ίδιου του κράτους και της κυβέρνησης, το πεδίο στο οποίο αποδεδειγμένα απέτυχαν παταγωδώς, την ίδια τη δασοπροστασία και τη δασοπυρόσβεση, δεν ανακοινώθηκε απλά τίποτα. Ένα ειδικό σώμα 500 πεζοπόρων δασοπυροσβεστών (λες κι είναι κάτι νέο), θα προέλθει κυρίως από μετατάξεις. Υπενθύμισαν τον πακτωλό χρημάτων που θα λάβει η Πολιτική Προστασία, στα οποία περιλαμβάνονται αμφιβόλου αποτελεσματικότητας «υπερσύγχρονα ευφυή συστήματα πυρανίχνευσης και πυρόσβεσης». Τα πανάκριβα drone που θα πετάνε πάνω από τα δάση σαν να ζούμε σε επεισόδιο του Black Mirror ή οι κρυμμένες κάμερες, μπορεί να ακούγονται εντυπωσιακά, θα έχουν όμως ελάχιστη αποτελεσματικότητα στις τεράστιες ορεινές μας εκτάσεις, ειδικά αν δεν υπάρχουν άνθρωποι στο έδαφος να αντιμετωπίσουν τις όποιες εστίες μόλις ξεσπάσουν.
Ας προσλάβουν λοιπόν τώρα, σήμερα, δασεργάτες και δασοφύλακες, να μείνουν στον τόπο και τα χωριά τους, να προσέχουν τα δάση και να συμμετέχουν στη δασοπυρόσβεση. 10.000 από αυτούς θα αποτελούσαν ουσιαστική τομή στην πολιτική δασοπροστασίας και θα στοίχιζαν -μαζί με τον εξοπλισμό και την εκπαίδευσή τους- λιγότερο από τις «αναδασώσεις» και τα «ποτίσματα» που εξαγγέλθηκαν.
Τέλος, ο Πρωθυπουργός παραδέχθηκε το μέγεθος της κλιματικής κρίσης, για να την χρησιμοποιήσει ως δικαιολογία και ως αφορμή για νέες μπίζνες. Αποτελεί απερίγραπτη υποκρισία να μιλάς για κλιματική κρίση και να πολιτεύεσαι με μόνο πρόγραμμα «να μπουν μπουλντόζες στο Ελληνικό», να ενισχύεις με κάθε τρόπο την αυτοκίνηση, να διαλύεις τα δημόσια μέσα μεταφοράς. Ο τίτλος της ανακοίνωσής μας δεν είναι σχήμα λόγου, είναι κυριολεκτικός: οι αναδασώσεις που χρειαζόμαστε άμεσα είναι αυτές στη ΔΕΘ και το Ελληνικό. Εκεί θα δώσουμε εμείς τη μάχη ενάντια στην κλιματική κρίση, τη μάχη της γενιάς μας.